Γιατί η άποψη περί «μοναδικής σκέψης» είναι παραπλανητική

Ειναι παραπλανητικό να πιστεύουμε ότι οι προσπάθειες που κάνουν οι νεοφιλελεύθεροι είναι απλώς ριζοσπαστικές ενέργειες της αγοράς. Ο κύκλος των παικτών του νεοφιλελευθερισμού είναι τόσο δυναμικός και πολυδιάστατος, και σε παγκόσμιο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που πρέπει να εγκαταλείψουμε τις απλοϊκές αναγωγές όταν εξετάζουμε τα νεοφιλελεύθερα δίκτυα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε στο νεοφιλελεύθερο υπόβαθρο

Ειναι παραπλανητικό να πιστεύουμε ότι οι προσπάθειες που κάνουν οι νεοφιλελεύθεροι είναι απλώς ριζοσπαστικές ενέργειες της αγοράς. Ο κύκλος των παικτών του νεοφιλελευθερισμού είναι τόσο δυναμικός και πολυδιάστατος, και σε παγκόσμιο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που πρέπει να εγκαταλείψουμε τις απλοϊκές αναγωγές όταν εξετάζουμε τα νεοφιλελεύθερα δίκτυα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε στο νεοφιλελεύθερο υπόβαθρο των αγώνων της μετά Covid εποχής.

Μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 ήταν πάλι της μόδας να θεωρούμε τον νεοφιλελευθερισμό ένα οριστικά αποτυχημένο πρόγραμμα («ιδέες ζόμπι») και να παρουσιάζουμε την τρέχουσα περίοδο ως ένα μεταβατικό στάδιο προς τον μετα-νεοφιλελευθερισμό. Δεν έχει περάσει μια δεκαετία από τη μεγάλη κρίση του χρηματιστικοποιημένου παγκόσμιου καπιταλισμού και νεοφιλελευθερισμού, και η πανδημία σταμάτησε για άλλη μια φορά τις οικονομικές δραστηριότητες, ενώ τα κοινωνικά συστήματα πολλών χωρών είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Σε αντίθεση με την προ δεκαετίας οικονομική κρίση, η τωρινή κρίση μπορεί να θεωρηθεί αποτέλεσμα ενός εξωτερικού γεγονότος. Οι συνέπειες, όμως, του ιού αποκαλύπτουν την κακή κατάσταση του δημόσιου συστήματος υγείας σε πολλές χώρες οι οποίες πλήττονται δυσμενώς από δεκαετίες λιτότητας και από τη νεοφιλελεύθερη προτεραιοποίηση της οικονομικής αποδοτικότητας και της κερδοφορίας. Η αποτυχία των μεγάλων δυνάμεων να αντιμετωπίσουν την παγκόσμια πρόκληση της πανδημίας συντονίζοντας την παραγωγή και τη διανομή εμβολίων καταδεικνύει άλλο ένα μειονέκτημα που έχει ο προσανατολισμός στην ανταγωνιστικότητα. Αντί να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν ένα παγκόσμιο πρόβλημα υπό τη σκέπη των Ηνωμένων Εθνών, ηγετικές χώρες και περιφερειακά μπλοκ επιδίδονται σε έναν ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για τα εμβόλια και καταφεύγουν στον υγειονομικό εθνικισμό. Ασφαλώς, είναι ο νεοφιλελεύθερος μετασχηματισμός του καπιταλισμού του κράτους πρόνοιας που ευθύνεται για την επιδεινούμενη καταστροφή του περιβάλλοντος, για την αυξανόμενη κοινωνική ανισότητα και τις καταρρέουσες κοινωνικές υποδομές (Goldman 2005, Malm 2020, Patel και Moore 2017).

Δυστυχώς, θα πρέπει να δούμε πώς θα εξελιχθούν οι πολλαπλές κρίσεις για να μάθουμε αν μπορούμε πράγματι να μιλάμε για (οριστική) κρίση του νεοφιλελευθερισμού. Το πιο πιθανό είναι -και δεν θα είναι η πρώτη φορά- να συνεχίσουμε να ζούμε με τον νεοφιλελευθερισμό, μέσα από διάφορες κρίσεις, αντί να τον αφήσουμε πίσω μας: ας θυμηθούμε τη «ροζ παλίρροια» των αριστερών κυβερνήσεων στη Λατινική Αμερική, από την Αργεντινή ως τη Βολιβία, την εποχή της ανόδου των τιμών των προϊόντων (commodity boom) τη δεκαετία του 2000, την οποία ακολούθησε η στροφή στον αυταρχικό νεοφιλελευθερισμό (Plehwe και Fischer 2019). Ή τις δηλώσεις των «Νέων Εργατικών» στη Βρετανία της δεκαετίας του 1990, περί υπέρβασης του νεοφιλελευθερισμού, με μόνο αποτέλεσμα την περαιτέρω επέκταση των νεοφιλελεύθερων προσεγγίσεων ακόμη και στις πολιτικές για την εργασία («ενεργοποίηση», αυτοαπασχόληση με χαμηλότερα επιδόματα, για μικρότερες περιόδους).

Προκειμένου να κατανοήσουμε τις αντιφάσεις και τους αγώνες της μετά Covid εποχής, έχει σημασία να μην πέσουμε στην παγίδα να επιτιθέμεθα στο σκιάχτρο του νεοφιλελευθερισμού, να μην υποκύψουμε στην ευκολία της παραπλανητικής ερμηνείας του νεοφιλελευθερισμού ως ριζοσπαστισμού της αγοράς και ως αντικρατισμού. Παρότι ο Πιερ Μπουρντιέ (1998) αξίζει πολλά εύσημα για τις προσπάθειές του να καταγγείλει τη «νεοφιλελεύθερη εισβολή», να υπερασπιστεί το κοινωνικό και να στρέψει την προσοχή μας στην εξουσία του νεοφιλελευθερισμού, η παρουσίαση του ως «μοναδικής σκέψης» (pensée unique), ως της «μοναδικής σκέψης που επιτρέπεται από μια αόρατη και πανταχού παρούσα αστυνομία της σκέψης», όπως το διατύπωσε ο Ιγνάσιο Ραμονέ (Ramonet 1995), πρέπει να θεωρηθεί προβληματική και ενδεχομένως παραπλανητική. Όπως ο νεοφιλελεύθερος ισχυρισμός που συνοψίζεται στο αρκτικόλεξο ΤΙΝΑ (There Is No Alternative), σύμφωνα με τον οποίο δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στην ιδιωτικοποίηση και την ηγεμονία της αγοράς, ο ισχυρισμός ότι «υπάρχει μόνο ένας νεοφιλελευθερισμός» δεν μας βοηθά να κάνουμε τη διάκριση μεταξύ των νεοφιλελεύθερων κομμάτων και προγραμμάτων. Παρότι υπάρχει ένας νεοφιλελεύθερος πυρήνας, ο όρος ριζοσπαστισμός της αγοράς αποδεικνύεται ακατάλληλος για να συνοψίσουμε τις προσπάθειες του νεοφιλελευθερισμού να προστατεύει την ιδιοκτησία και να εγγυάται την ασφάλεια των αγορών, κάτι που απαιτεί κρατικό έλεγχο και την ετοιμότητά του να αναμετριέται με τις εναλλακτικές ιδεολογίες που αναφύονται σε πολλά πεδία της δημόσιας πολιτικής. Οι γενικεύσεις τύπου pensée unique είναι δύσκολο να συμπεριλάβουν την ποικιλία των νεοφιλελεύθερων διανοουμένων, ούτε μπορούν να σταθούν απέναντι στην ιστορική έρευνα. Όπως και οι αντίπαλες ιδεολογίες, η εξέλιξη του νεοφιλελευθερισμού καθορίζεται από την ποικιλομορφία και την ευελιξία των νεοφιλελεύθερων παικτών και φορέων. Μια τέτοια απλοποίησή του καθιστά δύσκολη και την αποτίμηση της επιρροής που ασκούν οι νεοφιλελεύθερες ιδέες και κοινωνικές δυνάμεις σε διάφορες πολιτικές αρένες, τόσο εθνικές όσο και διεθνείς, όπως η ΕΕ.

Μπορούμε να διατυπώσουμε τρία ιδανικά σενάρια για το μέλλον, αναφορικά με τις πολιτικές εξελίξεις ενόψει των ισχυρών αντιδράσεων στην πανδημία του κορωνοϊού: το πρώτο είναι ένα ισχυρό αντι-κίνημα που θα καταφέρει για άλλη μια φορά να διασώσει το προ κρίσης status quo, όπως αποδεικνύουν οι πολιτικές λιτότητας 2.0 που εφαρμόστηκαν μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση. Το δεύτερο είναι μια επιλεκτική απόκλιση από τις επιταγές της λιτότητας σε συγκεκριμένους τομείς, όπως η δημόσια υγεία και οι δημόσιοι θεσμοί, π.χ. μια διαρκής εφαρμογή λίγο πιο προοδευτικών δημόσιων οικονομικών στην Ευρώπη. Και το τρίτο, ένας συνδυασμός προοδευτικών αλλαγών και μιας διαρκούς δυναμικής πρωτοβουλιών για μεγαλύτερη κοινωνική ισότητα και αλληλεγγύη προς τους ανθρώπους και τη φύση εντός και εκτός συνόρων – ένας μεγάλος μετασχηματισμός πιο πέρα ​​από το Πράσινο Ντήλ.

Όσον αφορά στις νεοφιλελεύθερες δυνάμεις, θα είναι μεταξύ των βασικών πρωταγωνιστών που θα επιδιώξουν αποτελέσματα: α), παραδόξως, μπορεί να είναι μεταξύ εκείνων που θα διαμορφώσουν τα αποτελέσματα και, β) σίγουρα θα ανήκουν στους πιο πεισματάρηδες και σταθερούς αντιπάλους των αποτελεσμάτων. γ) Οι πραγματικές εξελίξεις δεν πρόκειται ποτέ να ανταποκρίνονται στα παραπάνω ιδανικά σενάρια, και πάντα θα κυμαίνονται κάπου ανάμεσα. Όμως, οι ιδεότυποι μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα τη χρησιμότητα των εκάστοτε μεταρρυθμίσεων και δυναμικών.

Πώς πρέπει να προσεγγίσουμε τον νεοφιλελευθερισμό, προκειμένου να κατανοήσουμε ποιοι παίκτες συμμετέχουν στα πολιτικά σχέδια και να βγάλουμε συμπεράσματα για τα αποτελέσματα της σύγκρουσης των πολιτικών; Σε αντίθεση με την άποψη που τους θέλει να συνωμοτούν, οι οργανωμένοι νεοφιλελεύθεροι μπορούν να μελετηθούν όπως οι υπόλοιπες κοινωνικές δυνάμεις, ίσως και καλύτερα, με όρους διεθνούς δικτύωσης, λόγω της τάσης τους να συμμετέχουν σε διεθνικά δίκτυα, σε ενώσεις όπως η Mont Pélerin Society (MPS), μεταξύ άλλων, ή σε δίκτυα δεξαμενών σκέψης όπως το: Atlas Economic Research Network (για την πρώτη, βλ. Plehwe και Walpen 2006, Mirowski και Plehwe 2009, για το δεύτερο βλ. Djelic και Mousavi 2020). Αυτά τα δίκτυα διανοουμένων, οργανώσεων -κυρίως, αλλά όχι μόνο, δεξαμενών σκέψης- και ιδεών, επιτρέπουν στους παρατηρητές να παρακολουθούν τη δραστηριότητα και τις συζητήσεις των νεοφιλελεύθερων σε όλες τις χώρες και σε μεγάλο φάσμα της πολιτικής.

Το παρακάτω γράφημα δείχνει την παγκόσμια κατανομή των μελών του Atlas Economic Research Network. Είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι έχουν γίνει σοβαρές προσπάθειες για την ανάπτυξη της παρουσίας του δικτύου στον Παγκόσμιο Νότο, πέρα από τον πυρήνα του που είναι στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ταυτόχρονα, οι αριθμοί δείχνουν ότι η παρουσία νεοφιλελεύθερων δεξαμενών σκέψης είναι σαφώς μεγαλύτερη στη Λατινική Αμερική (για περισσότερες λεπτομέρειες, σύγκρινε με: Djelic και Mousavi 2020). Αλλά το Atlas δεν είναι το μόνο νεοφιλελεύθερο δίκτυο. Όπως και τα μέλη της Mont Pelerin Society (MPS) που ιδρύθηκε από τον Χάγεκ και άλλους το 1947, τα νεοφιλελεύθερα δίκτυα λειτουργούν και ως πράκτορες για τη στρατολόγηση νεοφιλελεύθερων διανοουμένων -τα μέλη των Δ.Σ. και το προσωπικό των ομάδων σκέψης μπορεί να επιλέγονται με γνώμονα τους συμμάχους και τους φίλους τους στον ακαδημαϊκό χώρο, τις επιχειρήσεις, στην πολιτική, την κοινωνία των πολιτών ή τα μέσα ενημέρωσης (βλέπε Plehwe, Walpen και Neunhöffer 2006).

 

Ένας χρήσιμος τρόπος να ενημερωνόμαστε για τις νεοφιλελεύθερες εκτιμήσεις σε σχέση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία παρέχεται από το Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEP) στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας. Η συγκεκριμένη δεξαμενή σκέψης, που ιδρύθηκε το 2005, έχει γίνει σημαντική πηγή για τη χάραξη της νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής πολιτικής. Οι εμπειρογνώμονες του CEP εξετάζουν όλη την ευρωπαϊκή νομοθεσία που αφορά σε πολλούς τομείς άσκησης της πολιτικής, προκειμένου να αξιολογούν τις πολιτικές ατζέντες και τις πολιτικές προτάσεις, από μια κανονιστική νεοφιλελεύθερη οπτική. Από το 2006 έως το 2019 το κέντρο CEP δημοσίευσε 676 κείμενα διαφόρων τύπων και περιεχομένων. Το γράφημα που ακολουθεί δείχνει τους τομείς πολιτικής που απασχολούν το CEP και την ευρεία αξιολόγησή τους από το κέντρο. Η αξιολόγηση αυτή γίνεται με τη χρήση τριών χρωμάτων, με το κόκκινο να σημαίνει απόρριψη, το πράσινο έγκριση και το κίτρινο κανένα από τα παραπάνω.

Ο μάλλον μεγάλος αριθμός κόκκινων σημάνσεων και o μεγάλoς αριθμός κίτρινων υποδηλώνουν ότι οι νεοφιλελεύθεροι στην ΕΕ αισθάνονται έντονα την ανάγκη να αντιπαρατεθούν, ώστε να επηρεάσουν την κατεύθυνση που θα πάρει η χάραξη της πολιτικής στην Ευρώπη. Οι κόκκινες και κίτρινες σημάνσεις σε μεμονωμένες νομοθετικές προτάσεις αναλογούν σε πολιτικές που είναι πολύ πιθανό να είναι δημοφιλείς στην κεντροαριστερή πτέρυγα του πολιτικού φάσματος.

 

Φυσικά, ο μεγάλος αριθμός κόκκινων σημάνσεων στον παραπάνω νεοφιλελεύθερο πίνακα αξιολόγησης δεν σημαίνει ότι η ΕΕ έγινε ξαφνικά ένας προοδευτικός παράδεισος. Οι πολυπληθείς πράσινες σημάνσεις δείχνουν ότι το CEP υποστηρίζει πολλές νομοθετικές διατάξεις. Το πιο σημαντικό είναι ότι οι αριστεροί στόχοι λάμπουν δια της απουσίας τους από την ευρωπαϊκή νομοθετική ατζέντα. Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο πόσα νομοθετικά θέματα της ΕΕ θεωρούνται άξια διαπραγμάτευσης, αν όχι απορριπτέα, από την (κυρίως γερμανική, στη συγκεκριμένη περίπτωση) νεοφιλελεύθερη οπτική.

Εξετάζοντας τα νεοφιλελεύθερα δίκτυα μέσα από τη διάσταση του χρόνου, αποκαλύπτονται στιγμές σύγκρουσης και κρίσης. Τη δεκαετία του 1950, οι νεοφιλελεύθεροι οικουμενιστές (όπως ο Λούντβιχ Έρχαρντ και ο Βίλελμ Ρέπκε) αντιτάχθηκαν στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, ενώ οι νεοφιλελεύθεροι συνταγματικοί (όπως ο Χάγεκ και ο Μεστμέκερ) αποτίμησαν θετικά την ευκαιρία να προσδέσουν τους εθνικούς νομοθέτες σε υπερεθνικούς οικονομικούς κανόνες (Slobodian 2018, κεφάλαιο έξι). Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο Ρέπκε και οι σύμμαχοί του συγκρούστηκαν με τον Χάγεκ και τους φίλους του για το περιεχόμενο και τον σκοπό της νεοφιλελεύθερης οργάνωσης.

 

Πηγή: Από τον ιστότοπο του CEP
από τον Moritz Neujeffski;
Πηγή: Günaydin και Plehwe 2020,
Συγκρίνετε με μια πιο λεπτομερή ανάλυση στο: The Neoliberal Legal Turn

Ο Ρέπκε ήταν σταθερά αφοσιωμένος σε μια εκδοχή του συντηρητικού νεοφιλελευθερισμού και του αντικομμουνιστικού πολιτικού ακτιβισμού, ενώ ο Χάγεκ εξηγούσε γιατί δεν θεωρούσε τον εαυτό του συντηρητικό και ήθελε η αφρόκρεμα των διανοουμένων να επικεντρωθεί στους ακαδημαϊκούς και ιδεολογικούς αγώνες, παίρνοντας αποστάσεις από τις ανοιχτές πολιτικές δηλώσεις (Walpen 2004 ). Τη δεκαετία του 1980, ο μαθητής του Μίζες Μάρεϊ Ρόθμπαρντ διαχωρίστηκε από τα μέλη της Mont Pelerin Society Κοχ και Κρέιν στο Ινστιτούτο CATO, για να ιδρύσει το Ινστιτούτο Mises στο Όμπερν (ΗΠΑ). Ο Ρόμθπαρντ κατηγόρησε το κυρίαρχο ρεύμα του νεοφιλελευθερισμού για ελιτισμό και πρακτικές ενσωμάτωσης και προσπάθησε να φτιάξει μια ριζοσπαστική συμμαχία στην πιο ακραία δεξιά πτέρυγα. Αφού φλέρταρε με την αντι-μιλιταριστική Αριστερά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, ο Ρόθμπαρντ στράφηκε στους λεγόμενους παλαιοσυντηρητικούς που υποστήριζαν τις ιδιωτικές πολιτοφυλακές και την απόσχιση, προκειμένου να συμμαχήσουν με τη δική του ομάδα παλαιοελευθεριακών. Σε αντίθεση με τους νεοσυντηρητικούς, η συμμαχία συνέχισε να αντιτίθεται στον στρατιωτικό επεκτατισμό. Το 1992, ο Ρόθμπαρντ αποκάλεσε αυτήν τη στρατηγική δεξιό λαϊκισμό (Rothbard 1992, σύγκρινε με: Wassermann 2018). Το 2006, ο μαθητής του Ρόθμπαρντ Χανς Χέρμαν Χόπε ίδρυσε την οργάνωση Property and Freedom Society (Εταιρία υπέρ της Ιδιοκτησίας και της Ελευθερίας) με βάση το μοντέλο της Mont Pelerin Society, παρέχοντας την ομπρέλα για την επέκταση των Ινστιτούτων Mises σε όλο τον κόσμο. Τόσο το δίκτυο Atlas, όσοκαι η Property and Freedom Society, μεγάλωσαν πολύ μετά το 2009, φανερώνοντας ότι οι νεοφιλελεύθεροι και οι οικονομικοί τους υποστηρικτές δεν εγκατέλειψαν τον αγώνα στη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Η διάσπαση Μίζες-Ρόθμπαρντ-Χόπε επανέφερε τον όρο «παλαιοελευθεριακός» στο προσκήνιο. Ενώ αρχικά είχε χρησιμοποιηθεί με αρνητικό πρόσημο από τους Ρέπκε και Ρουστόφ, για να επιτεθούν στις ορθόδοξες απόψεις του Μίζες και, σε μικρότερο βαθμό, του Χάγεκ, ο ιδρυτικός συνεργάτης του Ρόθμπαρντ, Λιου Ρόκγουελ, αγκάλιασε τον όρο για να τον ταυτίσει, περήφανος, με την καθαρότητα και την προσχώρηση σε μια ριζοσπαστική αντικρατιστική προοπτική που συμπεριλαμβάνει ακόμη και τον στρατό και την ασφάλεια. Μέσα στο κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο ρεύμα μπορούμε να εντοπίσουμε ένα δεξιό μωσαϊκό θέσεων που αντανακλούν διαφορετικές παραδόσεις και συλλογικότητες σκέψης, μεταξύ άλλων: τον ορντοφιλελευθερισμό, τη σχολή της δημόσιας επιλογής ή της Βιρτζίνια, τον μονεταρισμό του Σικάγου, το ρεύμα δίκαιο και οικονομία, τη νεοφιλελεύθερη οικονομική γεωγραφία που ιδρύθηκε στο Κίελ, ή τον πρόσφατα ανακαλυφθέντα Καθολικό νεοφιλελευθερισμό της σχολής της Ναβάρα. Είναι φορές που συνυπάρχουν ειρηνικά ρεύματα που είναι πολύ ασύμβατα μεταξύ τους, άλλες πάλι όχι. Το 2015, η γερμανική Hayek Society διαλύθηκε. Δύο ομάδες μελών -που ήταν κοντά στα γερμανικά κυρίαρχα κόμματα CDU (συντηρητικοί) και FDP (φιλελεύθεροι)- εγκατέλειψαν την Hayek Society, επειδή δεν κατάφεραν να εκκαθαρίσουν τα πιο συντηρητικά και νεο-εθνικιστικά μέλη της που είχαν στενές σχέσεις με το δεξιό ανταγωνιστικό κόμμα AfD. Οι μετριοπαθείς νεοφιλελεύθεροι συγχωνεύθηκαν στο νέο Δίκτυο για τη Συνταγματική Πολιτική Οικονομία και την Κοινωνική Φιλοσοφία (NOUS). Τα ριζοσπαστικά Ινστιτούτα Mises και οι μετριοπαθείς ομάδες όπως το δίκτυο NOUS, εξακολουθούν να συνυπάρχουν στους κύκλους της εταιρίας MPS και του δικτύου Atlas, αλλά αποκλίνουν σαφώς σε πολλά ζητήματα, όπως για παράδειγμα, συνέβη με τους Ευρωπαίους νεοφιλελεύθερους με αφορμή το Μάαστριχτ και τη νομισματική ένωση (Slobodian and Plehwe 2019).

Η ποικιλομορφία μπορεί να είναι μειονέκτημα, αλλά μπορεί, επίσης, να δίνει δύναμη και να δημιουργεί ευκαιρίες. Υπάρχουν πολλές νεοφιλελεύθερες δεξαμενές σκέψης, καθώς και αυθεντίες, έτοιμες να επιστρέψουν στον καπιταλισμό της λιτότητας μετά τον Covid, πρόθυμες να αποδείξουν τον προσωρινό χαρακτήρα των παραχωρήσεων που έγιναν ενόψει της πανδημίας. Άλλοι νεοφιλελεύθεροι κύκλοι θεωρούν την τρέχουσα συγκυρία παρόμοια με την κρίση που βίωσε ο φιλελευθερισμός τη δεκαετία του 1930. Με σκόπιμη αναφορά στην ιδρυτική εκδήλωση του παγκόσμιου νεοφιλελευθερισμού, το Συνέδριο Walter Lippmann το 1938 στο Παρίσι, το δίκτυο NOUS διοργάνωσε πρόσφατα ένα άλλο συνέδριο Lippmann.

Η μελέτη του Καρλ Μανχάιμ για τη συντηρητική ιδεολογία κατέστησε σαφές ότι ο τρόπος που προσλαμβάνουμε τον κόσμο πρέπει να προσαρμόζεται στις νέες προκλήσεις και να ενσωματώνει στοιχεία από τις επιτυχημένες απόπειρες αμφισβήτησης. Αυτή η γνώση μας βοηθά να ερμηνεύσουμε τις μεταλλάξεις των νεοφιλελεύθερων ιδεών στα σοσιαλδημοκρατικά και τα συντηρητικά περιβάλλοντα σκέψης. Η ίδια γνώση είναι σημαντική για να καταλάβουμε γιατί οι νεοφιλελεύθεροι θα πάρουν μέρος στη συζήτηση, στο προαναφερθέν δεύτερο σενάριο για το μέλλον, που περιγράφει μια μερική απομάκρυνση από τον καπιταλισμό της λιτότητας, στην προσπάθεια αντιμετώπισης των κρίσεων που έπληξαν τη δημόσια υγεία και το κλίμα. Όμως, και οι νεοφιλελεύθερες ορθοδοξίες μπορεί να βρουν συμμάχους και λόγους για να δώσουν μάχες οπισθοφυλακής, προκειμένου να διασφαλίσουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας στον τομέα των ορυκτών καυσίμων, για παράδειγμα. Λόγω των περιστάσεων, οι εντάσεις στα νεοφιλελεύθερα δίκτυα είναι πιθανό να αυξηθούν, δεν πρέπει όμως οι παρατηρητές να σπεύσουν να θεωρήσουν πρόωρα τελειωμένο το παραγωγικό σύμπαν των νεοφιλελεύθερων ιδεών, ούτε τις κοινωνικές δυνάμεις και τους ψηφοφόρους που το συντηρούν.

 

Βιβλιογραφικές αναφορές

Pierre Bourdieu (1998): Acts of Resistance Against the Tyranny of the Market. Νέα Υόρκη: The New Press.
Marie Laure Djelic/Reza Mousavi (2020): How the Neoliberal Think Tank Went Global. The Atlas Network, 1981 to the Present. 257-282. Στο: Dieter Plehwe, Quinn Slobodian και Philip Mirowski (Eπιμ.): Nine Lives of Neoliberalism. Λονδίνο: Verso.
Michael Goldman (2005): Imperial Nature. Nιου Χέιβεν: Yale University Press.
Kardelen Günaydin/Dieter Plehwe (2020): The Neoliberal Legal Turn. Online: thinktanknetworkresearch.net/blog_ttni_en/the-neoliberal-legal-turn/
Andreas Malm (2020): Corona, climate, chronic emergency. War communism in the twenty-first century. Λονδίνο: Verso.
Philip Mirowski / Dieter Plehwe (Eπιμ.) (2009): The Road from Mont Pèlerin. The Making of the Neoliberal Thought Collective. Κέμπριτζ: Harvard University Press.
Rajeev Charles Patel / Jason Moore (2017): A History of the World in Seven Cheap Things. A Guide to Capitalism, Nature, and the Future of the Planet. Όκλαντ: University of California Press.
Dieter Plehwe / Karin Fischer (2019): “Continuity and Variety of Neoliberalism. Reconsidering Latin America’s Pink Tide”. Στο: Revista de estudos e pesquisassobre as Américas, Τόμ. 13, No. 2, σ. 166-202.
Dieter Plehwe, Bernhard Walpen and Gisela Neunhöffer (Eπιμ.) (2006): Neoliberal Hegemony. A Global Critique. Λονδίνο: Routledge.
Ignacio Ramonet (1995): La pensée unique. Le Monde diplomatique. https://www.monde-diplomatique.fr/1995/01/RAMONET/6069 (τελευταία επίσκεψη: 28 Απριλίου 2021).
Murray Rothbard (1992): Right wing populism: A strategy for the paleo-movement. Rothbard Rockwell Report 3 (Ιανουάριος) 5-14.
Quinn Slobodian (2018): Globalists. The end of empire and the birth of neoliberalism. Κέμπριτζ: Harvard University Press.
Quinn Slobodian/Dieter Plehwe (2019): “Neoliberals against Europe”. Στο: William Callison/Zachary Manfredi (Επιμ.): Mutant Neoliberalism. Market Rule and Political Rupture. Nέα Υόρκη, NY: Fordham University Press, S. 89-111.
Bernhard Walpen (2004): Die offenen Feinde und ihre Gesellschaft. Hamburg: VSA Verlag.
Janek Wasserman (2018): The Marginal Revolutionaries. How Austrian Economists Fought the War of Ideas. Νιου Χέιβεν: Yale University Press.