Το τέλος της σουηδικής εξαίρεσης

Έχουν περάσει δύο εβδομάδες, αλλά ακόμα κανένας δεν ξέρει ποιος θα κυβερνήσει τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Οι δύο παραδοσιακοί συνασπισμοί κατέγραψαν σχεδόν το ίδιο αποτέλεσμα. Ο τωρινός κοκκινοπράσινος κυβερνητικός συνασπισμός, οι Σοσιαλδημοκράτες και ο Πράσινοι με την παθητική υποστήριξη του Κόμματος της Αριστεράς, έλαβε το 40,6% των ψήφων, ενώ ο κεντροδεξιός συνασπισμός που αποτελείται από

Έχουν περάσει δύο εβδομάδες, αλλά ακόμα κανένας δεν ξέρει ποιος θα κυβερνήσει τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Οι δύο παραδοσιακοί συνασπισμοί κατέγραψαν σχεδόν το ίδιο αποτέλεσμα. Ο τωρινός κοκκινοπράσινος κυβερνητικός συνασπισμός, οι Σοσιαλδημοκράτες και ο Πράσινοι με την παθητική υποστήριξη του Κόμματος της Αριστεράς, έλαβε το 40,6% των ψήφων, ενώ ο κεντροδεξιός συνασπισμός που αποτελείται από τους Μετριοπαθείς (Συντηρητικοί), τους Φιλελεύθερους, το Κόμμα του Κέντρου και του Χριστιανοδημοκράτες κατέγραψε ένα ποσοστό στο 40,3%. Οι ακροδεξιοί λαϊκιστές Δημοκράτες της Σουηδίας πήραν 17,6% και έγιναν το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα και πιθανότατα ρυθμιστές για το σχηματισμό κυβέρνησης. Μόνο μια βουλευτική έδρα χωρίζει τους δύο μεγάλους συνασπισμούς: 143 έδρες πήρε ο κοκκινοπράσινος και 142 ο κεντροδεξιός. Το πρώτο τεστ θα είναι η ψηφοφορία για την εκλογή πρωθυπουργού. Η θέση αυτή παραδοσιακά πηγαίνει στο πρώτο κόμμα, όμως ο κεντροδεξιός συνασπισμός έχει δημόσια ανακοινωσει ότι προτίθεται να σπάσει αυτή την παράδοση για να ψηφίσει τον υποψήφιο ενός από τα κόμματα που τον απαρτίζουν. Μιας και ο κεντροδεξιός συνασπισμός υπολείπεται μιας έδρας από τον πρώτο, μπορούν να κερδίσουν την ψηφοφορία μόνο με τη στήριξη των Σουηδών Δημοκρατών. Η εκλογή του πρωθυπουργού είναι επομένως μια προοικονομία των επόμενων τεσσάρων χρόνων κι αυτό δεν φαίνεται καλό για τη Σουηδία.

 

Η κατάσταση αυτή προετοιμαζόταν αρκετό καιρό με τον κεντροδεξιό συνασπισμό να προετοιμάζει την κοινή γνώμη, με αρκετούς επικοινωνιολόγους να εξηγούν πώς θα μπορέσει να κυβερνήσει ως κυβέρνηση μειοψηφίας χωρίς να εξαρτάται από τους ακροδεξιούς Σουηδούς Δημοκράτες. Με δεδομένο το αποτέλεσμα δεν είναι εύκολο να προβλέψει κανείς ποιος συνασπισμός θα είναι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων που πραγματοποιούνται —όχι μόνο ποια κόμματα θα αποτελέσουν τη βάση του, αλλά ακόμα και αν θα είναι πλειοψηφικός, πλειοψηφικός κατά περίσταση ή μειοψηφικός με ορισμένα κόμματα να απέχουν για να επιτρέψουν τη δημιουργία μιας τέτοιας κυβέρνησης.

 

ΛΕΖΑΝΤΑ ΕΙΚΟΝΑΣ: Αρχικά εκλογικά αποτελέσματα. Πηγή: Σουηδική Εκλογική Αρχή

Μ: Συντηρητικοί, C: Κόμμα του Κέντρου, L: Φιλελεύθερο Κόμμα, KD: Χριστιανοδημοκράτες, S: Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, V: Κόμμα της Αριστεράς, MP: Πράσινο Κόμμα, SD: Δημοκράτες της Σουηδίας, FI: Φεμινιστική Πρωτοβουλία, ÖVR: Λοιπά.

 

Η κατάρρευση του κέντρου

 

Ωστόσο, μερικά συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν με ασφάλεια ακόμα και πριν αποκρυσταλλωθεί το νέο πολιτικό σκηνικό. Η μεγάλη αφήγηση των εκλογών αυτών είναι η πτώση των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, των Σοσιαλδημοκρατών και των Μετριοπαθών (Συντηρητικοί) και η συνακόλουθη αύξηση των Δημοκρατών της Σουηδίας. Οι σουηδοί Σοσιαλδημοκράτες, κάποτε το λάβαρο μιας ριζοσπαστικά μεταρρυθμιστικής σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη, έχουν παρεκκλίνει σε πιο κεντρώες θέσεις για τόσες πολλές εκλογικές αναμετρήσεις που η τωρινή τους κατάσταση είναι μια αναμενόμενη καταστροφή. Η εξέλιξη αυτή παρατηρείται τα τελευταία δέκα χρόνια καθώς οι Δημοκράτες της Σουηδίας κερδίζουν ψηφοφόρους και των δύο κομμάτων.

Στο τέλος, η τάση ενίσχυσης ήταν μικρότερη από την προβλεπόμενη. Οι Σοσιαλδημοκράτες είναι ακόμα το μεγαλύτερο κόμμα, με τους Μετριοπαθείς δεύτερους. Οι Δημοκράτες της Σουηδίας είχαν ένα αποτέλεσμα κατώτερο του αναμενόμενου όπως και το Κόμμα της Αριστεράς. Στις δημοσκοπήσεις το Κόμμα της Αριστεράς έπαιρνε περίπου 10%, αλλά την τελευταία στιγμή πολλοί αριστεροί ψηφοφόροι αποφάσισαν να ψηφίσουν του Σοσιαλδημοκράτες. Ο κύριος λόγος είναι ότι στο αναμενόμενο κοινοβουλευτικό χάος, είναι πιθανότερο να δημιουργηθεί μια κυβέρνηση γύρω από το κέντρο, γεγονός που θα περιόριζε την επίδραση που θα μπορούσε να έχει το Κόμμα της Αριστεράς.

 

Το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ αστικών κέντρων και περιφέρειας

 

Η Αριστερά ωστόσο, κέρδισε πολύ μεγάλα ποσοστά στις κυριότερες πόλεις. Στη Στοκχόλμη, έλαβε 13% που είναι το υψηλότερο ποσοστό της από το 1946. Σε μερικές εκλογικές περιφέρειες είναι τώρα το μεγαλύτερο κόμμα με ποσοστά ως και 35%. Στο Γκέτεμποργκ η Αριστερά πήρε 12,5% και στο Μάλμε 11%. Από την άλλη πλευρά, τα ποσοστά αυτά αντικατοπτρίζουν την αυξανόμενη διαίρεση μεταξύ αστικών κέντρων και μικρών πόλεων και περιφέρειας, όπου η Αριστερά και το Κόμμα των Πρασίνων συγκεντρώνουν σημαντικά μικρότερα ποσοστά, οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν χάσει την περισσότερη από την υποστήριξή τους ενώ οι Δημοκράτες της Σουηδίας κερδίζουν το περισσότερο έδαφος. Αυτή η διαδικασία φτάνει στο αποκορύφωμά της στο αγροτικό επαρχία Σκόνε, τη νοτιότερη της χώρας, όπου η Δημοκράτες της Σουηδίας είναι το μεγαλύτερο κόμμα στην πλειοψηφία των δήμων.

 

Το μέλλον του κοινωνικού κράτους κρέμεται σε μια κλωστή

 

Οι ερχόμενες εβδομάδες θα βρίθουν πολιτικών ελιγμών, πολλές διαδικαστικές λεπτομέρειες και ελεύθερο πεδίο στα γραφεία τύπου ώστε να χαρακτηρίσουν το συνασπισμό στον οποίο θα καταλήξουν οι διαπραγματεύσεις —όποιο κι αν είναι το κόστος— ως τη μόνη υπεύθυνη και επομένως αναπόφευκτη λύση. Είναι όμως προφανές από το κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό ότι αυτή τη στιγμή η Σουηδία δεν έχει ένα συνεκτικό μακροπρόθεσμο πολιτικό σχέδιο που να μπορεί να πείσει την πλειοψηφία.

Η δύναμη του σουηδικού εργατικού κινήματος βασιζόταν στην καθολικότητά του· η συμπίεση των μισθών ευνοούσε την οικοδόμηση μιας συνεκτικής εργατικής συλλογικότητας που μοιραζόταν παρόμοιες ζωές και επομένως κοινές ανησυχίες τις οποίες μπορούσε αν αφουγκραστεί ο πολιτικός βραχίονας των συνδικάτων, οι Σοσιαλδημοκράτες. Αυτό τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει και αποδιαρθρώνεται. Για αρκετά χρόνια η Σουηδία εμφάνιζε μια από τις γρηγορότερα αναπτυσσόμενες ταξικές αποκλίσεις εντός του ΟΑΣΑ. Η συνδικαλιστική πυκνότητα έπεσε από το 85% το 1993 στο 77% το 2006, και στη συνέχεια εμφάνισε μια ιστορικά μοναδική πτώση κατά 6% σε δύο χρόνια, το 2008. Αυτό συνέβη λόγω των πολιτικών μεταρρυθμίσεων που εφάρμοσε ο κεντροδεξιός συνασπισμός, ο οποίος πονηρά δεν επιτέθηκε κατά μέτωπο στο κοινωνικό κράτος, αλλά στους πυλώνες της συνοχής του.

 

Η πτώση της σοσιαλδημοκρατίας και η άνοδος της ακροδεξιάς

 

Την ίδια περίοδο το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα έφτασε από το 1 εκ. μέλη το 1990 σε λιγότερο από 100.000 σήμερα, και στο 28,4% στις εκλογές αυτές, που είναι το χειρότερο ποσοστό που έλαβε ποτέ. Η αιτία που κρύβεται κάτω από την πτώση αυτή και τη συνεπακόλουθη άνοδο της λαϊκιστικής ακροδεξιάς είναι η διάβρωση του κοινωνικού κράτους. Οι ψηφοφόροι που εγκατέλειψαν τη σοσιαλδημοκρατία τα τελευταία τέσσερα χρόνια είναι κυρίως όσοι υπέστησαν τις περικοπές των κοινωνικών παροχών και τη σχετική φτωχοποίηση. Η επίθεση στο καθολικό κοινωνικό κράτος κατέστη δυνατή από την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων θεσμών γενικά και ειδικότερα από την πτώση της επιρροής των σωματείων, της οργανωμένης εργατικής τάξης. Τους χαμένους ψηφοφόρους κέρδισε η ξενοφοβική και λαϊκιστική ακροδεξιά, χωρίς όμως να έχει επιτελέσει σ’ αυτό η μετανάστευση —κατέστη δυνατό από την αυξανόμενη απόσταση μεταξύ του εργατικού κινήματος και των θεσμών του κοινωνικού κράτους. Οι ψηφοφόροι αυτοί δεν είναι για πάντα χαμένοι, ούτε είναι καλό να τους δαιμονοποιούμε, αλλά δεν θα αλλάξουν στρατόπεδο αν υιοθετήσουμε τις ξενοφοβικές παρορμήσεις τους.

 

Ευκαιρίες για ένα κοινό προοδευτικό μέλλον

 

Αν υπάρχει ένα προοδευτικό μέλλον για τη Σουηδία, αυτό βρίσκεται στην οικοδόμηση ενός σχεδίου που μπορεί να ενσωματώσει τους ανθρώπους αυτούς ξανά σε μια προοδευτική, ταξική, αντιπροσώπευση των συμφερόντων του, που μπορεί να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη τους σε ένα κοινό πολιτικό μέλλον για ευρεία στρώματα της κοινωνίας. Αυτό το σχέδιο θα περιλαμβάνει μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στο δημόσιο τομέα και καθολικό κοινωνικό κράτος, καθώς επίσης και την επανεκπαίδευση όλων των εργαζομένων (μεταναστών και μη) για τον κοινωνικό και οικολογικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Αυτό φαντάζει δύσκολο και είναι, αλλά οτιδήποτε λιγότερο θα σημαίνει πολλά ακόμη χρόνια παρακμής

 

Το άρθρο είναι βασισμένο σε κείμενο που πρωτοδημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο από το γραφείο του Ιδρύματος «Ρόζα Λούξεμπουργκ» στις Βρυξέλλες: http://www.rosalux.eu/topics/crisesandleftsolutions/theendofswedishexceptionalism/