Οι προεδρικές εκλογές της Πολωνίας μαστίζονται από την ομοφοβία της Δεξιάς

Ενώ η απειλή της πανδημίας εξακολουθεί να επικρέμαται πάνω από την Πολωνία, η χώρα θα προσέλθει στις κάλπες στο τέλος του μήνα για να ψηφίσει τον νέο Πρόεδρό της. Επικρατούν οι υποψήφιοι των δύο βασικών δεξιών κομμάτων, με τον απερχόμενο πρόεδρο Αντρέι Ντούντα να χρησιμοποιεί την ομοφοβική προπαγάνδα στον πυρήνα της προεκλογικής του εκστρατείας.

Οι προεδρικές εκλογές της Πολωνίας πραγματοποιούνται με φόντο την τρέχουσα πανδημία. Ενώ είχαν προγραμματιστεί για τις 10 Μαΐου, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να τις αναβάλει λόγω της καραντίνας. Ο πρώτος γύρος των εκλογών έχει προγραμματιστεί για τις 28 Ιουνίου, με πιθανό έναν δεύτερο γύρο στις 12 Ιουλίου. Για πρώτη φορά θα ισχύσει η ταχυδρομική ψήφος σε εθνικές εκλογές στην Πολωνία.

Η Πολωνία έχει, μέχρι στιγμής, αποφύγει τις χειρότερες επιπτώσεις του κορωνοϊού, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με τον επίσημο αριθμό θανάτων στις 17 Ιουνίου να φτάνει τους 1.286, δηλαδή περίπου 3,4 περιπτώσεις ανά 100.000 κατοίκους (Γερμανία: 10,6, Ιταλία : 57). Ο αριθμός των θυμάτων ήταν περιορισμένος λόγω του ότι ο κορωνοϊός έφτασε στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη σχετικά αργά και η Πολωνία (μαζί με τις περισσότερες άλλες χώρες της ΚΑΕ) επέβαλε εγκαίρως αυστηρή καραντίνα. Ωστόσο, η κυβέρνηση έχει πλέον άρει -ουσιαστικά- τα μέτρα, με τα καταστήματα, τα εστιατόρια, τα μπαρ κ.λπ. να ανοίγουν ξανά κανονικά. Αυτό οφείλεται στην οικονομική πίεση των εταιρειών να ανοίξουν εκ νέου τις επιχειρήσεις τους και στην επιθυμία του κυβερνώντος κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) να δώσει τη μάχη για τις εκλογές, με τον ισχυρισμό ότι έχει ήδη καταπολεμήσει τον ιό με επιτυχία.

Όμως, παρά την κυβερνητική προπαγάνδα, ο αριθμός των λοιμώξεων και των θανάτων συνεχίζει να αυξάνεται. Ιδιαίτερα πληγείσα είναι η βιομηχανική περιοχή της Σιλεσίας, όπου ο ιός εξαπλώθηκε ραγδαία μεταξύ των ανθρακωρύχων, των οικογενειών και των κοινοτήτων τους. Όλοι οι υποψήφιοι στις εκλογές έχουν ουσιαστικά παραβλέψει τα μέτρα προφύλαξης, με τον ισχυρό Αντρέι Ντούντα (Νόμος και Δικαιοσύνη) και τον κύριο αντίπαλό του Ραφάλ Τσασκόφσκι, ποιυ κατεβαίνει με την Πλατφόρμα Πολιτών (ΚO), να διοργανώνουν μεγάλες προεκλογικές συγκεντρώσεις χωρίς να ανησυχούν για την προστασία της υγείας των υποστηρικτών τους.

Το Κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη στην εξουσία

Το Κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη έχει κερδίσει όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις που διενεργήθηκαν στην Πολωνία μετά τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2015. Η κυριαρχία του στην πολωνική πολιτική οφείλεται εν μέρει στο ότι καλλιέργησε την εικόνα του φιλοκοινωνικού κόμματος, αφότου εφάρμοσε κάποιες κοινωνικές πολιτικές όπως τα επιδόματα για νέες γεννήσεις. Σε αυτό βοήθησε το γεγονός ότι ο κύριος πολιτικός του αντίπαλος, η Πλατφόρμα Πολιτών, υποστηρίζει ένα νεοφιλελεύθερο οικονομικό πρόγραμμα. Το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη συνδυάζει το οικονομικό του πρόγραμμα με μια έντονα καθολική, συντηρητική και αντικομμουνιστική ιδεολογία.

Η κρίση του κορωνοϊού αποκάλυψε τη ρηχότητα των ισχυρισμών του Κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη ότι εκφράζει τις οικονομικές ανάγκες της κοινωνίας. Εισήγαγαν ένα σύνολο οικονομικών προγραμμάτων (που ονόμασαν οικονομικές ασπίδες), με τα οποία χορήγησαν μεγάλα ποσά δημόσιου χρήματος στις επιχειρήσεις, παραχωρώντας τους ταυτόχρονα νέες εξουσίες, όπως π.χ. να απολύουν εργαζόμενους, να περικόπτουν μισθούς και να μπορούν οι εργοδότες να υποχρεώνουν τους υπαλλήλους τους να παίρνουν την άδεια διακοπών τους όποτε επιθυμούν οι πρώτοι. Αυτή τη στιγμή, προβλέπεται ύφεση που, για φέτος, υπερβαίνει το 7% και μια απότομη αύξηση της ανεργίας, ενώ η απασχόληση, μόνο τον Απρίλιο, μειώθηκε κατά 150.000 θέσεις εργασίας περίπου. Εκτιμάται ότι η φτώχεια θα αυξηθεί φέτος κατά 20% .

Εκλογικές εκστρατείες

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η ομάδα που οργάνωσε την προεκλογική εκστρατεία του Ντούντα προσπάθησε να αποσπάσει την προσοχή του κόσμου, τόσο από την τρέχουσα πανδημία όσο και από την οικονομική κρίση. Επέλεξαν τη στρατηγική που είχαν χρησιμοποιήσει στις περσινές ευρωπαϊκές και εθνικές εκλογές: την επίθεση στα δικαιώματα της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ, προκειμένου να κινητοποιήσουν τον πυρήνα των υποστηρικτών τους. Πρόσφατα, ο Ντούντα είπε ότι «οι ΛΟΑΤΚΙ δεν είναι άνθρωποι, είναι μια ιδεολογία» και τους συνέκρινε με τον «νεομπολσεβικισμό». Επιπλέον, εξέχοντες βουλευτές του επανέλαβαν αυτό το μήνυμα που αποανθρωποποιεί τους ΛΟΑΤΚΙ, με έναν από αυτούς (Πρέμισλαβ Ζάρνεκ) να λέει στην εθνική τηλεόραση ότι οι ΛΟΑΤΚΙ «δεν είναι ίσοι με τους κανονικούς ανθρώπους» και ότι το κόμμα του θα δώσει τέλος σε όλη αυτή τη συζήτηση για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Παρότι τέτοια μηνύματα μπορεί να έχουν απήχηση στους πιστούς υποστηρικτές του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη, από την άλλη είναι πιθανό να απομονώσουν άλλα τμήματα του εκλογικού σώματος.

Ο Τσασκόφσκι παρουσιάζεται από το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη ως φιλελεύθερος που υποστηρίζει τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ. Αν και είναι αναμφίβολα πιο προοδευτικός σε τέτοια ζητήματα, μόλις και μετά βίας αντιδρά σε αυτά ως φιλελεύθερος αριστερός και δεν υποστηρίζει πολιτικές όπως η νομική αναγνώριση των σχέσεων μεταξύ ομοφυλοφίλων. Ο Τσασκόφσκι αυτοπαρουσιάζεται ως μια μετριοπαθής, φιλοευρωπαϊκή εναλλακτική λύση απέναντι στον Ντούντα και προσπαθεί να κερδίσει την υποστήριξη των ψηφοφόρων που βρίσκονται στο κέντρο του πολιτικού φάσματος.

Ο αριστερός υποψήφιος, Ρόμπερτ Μπιεντρόν, δεν κατάφερε να αυξήσει τη δημοτικότητά του κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας και επί του παρόντος βρίσκεται κάτω του 5% στις δημοσκοπήσεις. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην ανιαρή προεκλογική του εκστρατεία και στην αποτυχία του να προκαλέσει το Κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη σε οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα. Ωστόσο, η εκστρατεία του βελτιώθηκε αισθητά τις τελευταίες εβδομάδες (χάρη στην καθοδήγηση της βουλεύτριας Ανιέσκα Ντζιεμιάνοβιτς-Μπακ), είναι όμως αμφίβολο αν αυτό θα είναι αρκετό για να αυξήσει σημαντικά τους οπαδούς του Μπιεντρόν. Μεταξύ των άλλων υποψηφίων σε αυτές τις εκλογές είναι ο ακροδεξιός Κρίστοφ Μπόσακ από το κόμμα Συνομοσπονδία Ελευθερίας και Ανεξαρτησίας. Ο Μπόσακ είναι δηλωμένος ακροδεξιός, που συνδυάζει τον κοινωνικό σοβινισμό, τον ρατσισμό και τον εθνικισμό με τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό. Οι δημοσκοπήσεις του δίνουν περίπου 7%. Ένας από τους ανθρώπους της προεκλογικής του εκστρατείας δήλωσε στο ραδιόφωνο ότι οι οπαδοί του Μπόσακ πρέπει να ψηφίσουν τον Τσασκόφσκι στον δεύτερο γύρο, άποψη που έγινε δεκτή από κάποιους φιλελεύθερους σχολιαστές και πολιτικούς της Πλατφόρμας Πολιτών. Η έντονη δεξιά ρητορική που χρησιμοποίησε ο Ντούντα στην προεκλογική του εκστρατεία ήταν εν μέρει μια προσπάθεια να κερδίσει τις ψήφους των οπαδών του Μπόσακ στον δεύτερο γύρο.

Συμπέρασμα

Είναι πιθανό ο Αντρέι Ντούντα να κερδίσει το μεγαλύτερο ποσοστό ψήφων στον πρώτο γύρο των εκλογών. Στη συνέχεια, πιθανώς να αναμετρηθεί με τον Τσασκόφσκι στον δεύτερο γύρο, με τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι η αναμέτρηση θα είναι σκληρή. Και οι δυο υποψήφιοι είναι δεξιοί και όποιος κερδίσει θα διατηρήσει την ηγεμονία της Δεξιάς που είναι παρούσα στην Πολωνία από τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Ωστόσο, αν ο Ντούντα χάσει, η δύναμη του Κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη θα μειωθεί και θα δημιουργηθεί ένας άλλος πόλος, που ενδέχεται να ασκήσει το προεδρικό βέτο στις πιο αντιδραστικές πολιτικές της κυβέρνησης. Το καθήκον της Αριστεράς παραμένει να δημιουργήσει μια πολιτική δύναμη που θα καταφέρει να καταλύσει την κυριαρχία της Δεξιάς στην Πολωνία.