Ο Βουλγαρικός χειμώνας της διαμαρτυρίας

Ακολούθησε μια βδομάδα τυπικών διαπραγματεύσεων. Αφού έδωσε την εντολή σε όλα τα κόμματα στο κοινοβούλιο, την οποία είχαν βέβαια είχαν εκ των προτέρων αρνηθεί, ο πρόεδρος της χώρας Ρόσεν Πλεφνέλιεφ διέλυσε το κοινοβούλιο και διόρισε υπηρεσιακή κυβέρνηση. Οι εκλογές έχουν προγραμματιστεί για τις 12 Μαϊου, πολύ σύντομα για να προλάβουν να αναδυθούν νέοι πολιτικοί φορείς. Για να διασφαλιστεί άλλωστε ότι δεν θα συμβεί κάτι τέτοιο, η πρώτη απόφαση της νέας κυβέρνησης αφορούσε την αύξηση των ήδη υψηλών παραβόλων για κατάθεση υποψηφιότητας.
 
Οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν με σαφή οικονομικά αιτήματα, καθώς στουςλογαριασμούς προστέθηκε ένα σημαντικό χρηματικό όχι για την καταναλωνόμενη ενέργεια αλλά ως φόρος επί του κόστους της διανομής της. Η εταιρείς διανομής ενέργειας -οι οποίες ιδιωτικοποιήθηκαν το 2005 και ξεπουλήθηκαν σε μεγάλες ξένες επιχειρήσεις που υπέγραψαν συμβόλαιο με το κράτος να τις αποζημιώσει ζημίας- έχουν σχηματίσει καρτέλ, κρατώντας τις τιμές σε υψηλά επίπεδα. Ωστόσο, στη μετακομμουνιστική Βουλγαρία οποιαδήποτε αναφορά εναντίον των περικοπών και της ελεύθερης αγοράς είτε καταδικάζεται ως «κομμουνιστική» (δηλαδή σατανική), είτε χρησιμοποιείται από το νεοφιλελεύθερο σοσιαλιστικό κόμμα απογυμνωμένη από κάθε αληθινό πολιτικό μήνυμα. Έτσι, δεν είναι καθόλου περίεργο ότι οι διαδηλωτές δεν διέθεταν το λεξιλόγιο για να εκφράστουν ζητώντας μια σημαντική δομική αλλαγή και συχνά κατέληγαν σε αντιφατικά οικονομικά αιτήματα (π.χ. εναντίον των μονοπωλίων, αλλά και για υπέρ της εθνικοποίησης των εταιρειών διανομής ενέργειας). Το αίτημα για μια «ολική αλλαγή του συστήματος» δεν συνοδεύτηκε από σαφές πολιτικό πρόγραμμα -είτε από την αριστερά είτε από τη δεξιά- για το τι πρέπει να ακολουθήσει.
 
Η αρχική ορμή των διαδηλώσεων έχει τώρα εξαφανιστεί, και μια σειρά σημαντικών ανησυχητικών ζητημάτων έχει έρθει στο προσκήνιο. Έχουν ήδη προκύψει (ή αυτοανακυρηχθεί) ηγεσίες στο κίνημα, και έχουν συμβεί οι πρώτες διασπάσεις. Οι μισοί συμμετέχουν στην προεκλογική εκστρατεία με όχημα ένα περιθωριακό κόμμα που είναι απίθανο να μπει στο κοινοβούλιο. Τα ίδια αυτά «πρόσωπα του κινήματος» είχαν ισχυριστεί προηγουμένως ότι δεν ενδιαφέρονταν για συμμετοχή σε κόμματα, αλλά επιθυμούσαν μόνο να αλλάξουν το σύστημα: τώρα βέβαια δηλώνουν ότι το σύστημα μπορεί να αλλάξει μόνο «από μέσα». Άλλα αναγνωρίσιμα στοιχεία έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους με το ακροδεξιό αντιτουρκικό και αντι-Ρομ κόμμα VMRO. Παράλληλα με το άλλο ακρο-δεξιό κόμμα που εκπροσωπείται στο εθνικό και ευρωπαϊκό κοινοβούλιο -το ATAKA– το VMRO έχει πρόσφατα διπλασιάσει τους υποστηρικτές του. Οι αντιπρόσωποί τους έχουν τώρα ξεκινήσει εκστρατεία σε όλη τη χώρα με λαϊκιστικά συνθήματα όπως «εθνικοποίηση», «ανακατανομή», και «ασφάλεια». Ακούγεται υπέροχο, αλλά, προσέξτε, οι ηγέτες αυτών των κομμάτων, που υποστηρίζουν ανοιχτά καταδικασμένους νεοναζί χούλιγκαν, εθνοτικά προκατειλημμένες εξώσεις και ρατσιστικές και σωβινιστικές πολιτικές, βλέπουν ως δικαιούχους της ανακατονομής μόνο τους «εθνικά καθαρούς» Βούλγαρους. Η μικροσκοπική νέα αριστερά δεν έχει ούτε ανθρώπινους ούτε οικονομικους πόρουςγια να αμφισβητήσει την αυξανόμενη κυριαρχία των εθνικιστών. Αναδύεται αργά και δύσκολα στο πολιτικό κενό το οποίο δημιουργήθηκε από την ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς και την ένταξη στην ΕΕ, που οι Σοσιαλιστές και όλα τα άλλα κόμματα υποστηρίζουν ανοικτά.
 
Την ίδια στιγμή, η φτώχεια και η στέρηση αυξάνεται σημαντικά για πολλές οικογένειες. 36.000 οικογένειες έχασαν τα σπίτια τους μόνο το 2012, καθώς δε μπορούσαν να πληρώσουν τα δάνειά τους. Έξι άνθρωποι έχουν αυτοπυρποληθεί τον τελευταίο μήνα, ενώ  παράλληλα υπάρχει μια χιονοστοιβάδα λιγότερο βίαιων αυτοκτονιών αλλά και θανάτων που σχετίζονται με την αυξανόμενη ψυχολογική πίεση. Με την σοβαρή οικονομική στασιμότητα από τη μια πλευρά και χωρίς ενεργό κοινοβούλιο από την άλλη, η νέα κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα παραπάνω από αισθητικές βελτιώσεις. Το εφάπαξ επιδομα των 30 ευρώ σε κάθε οικογένεια που έχει ανάγκη -ένα ποσό που δύσκολα καλύπτει την αύξηση των λογαριασμών ηλεκτρικού ενός μέτριου νοικοκυριού- αποτελεί ανεπαρκές μέτρο για τη σωτηρία των ανθρώπων από τη χρόνια φτώχεια. Και ενώ οι Βούλγαροι βασίζονταν κυρίως στα εισοδήματα ενός μέλους της οικογένειας στο εξωτερικό, η κρίση στη Νότια Ευρώπη και οι αρνητικές εκστρατείες εναντίον των Βουλγάρων και των Ρουμάνων στις βασικές ευρωπαϊκές χώρες κάνουν μάλλον ζοφερές τις προοπτικές των υπήκοων των δύο φτωχότερων χωρών της ΕΕ. Τα πρόσφατα “σκληρότερα” μέτρα του Ντέιβιντ Κάμερον αποτελούν μόνο το επόμενο βήμα στη συνεχή εκστρατεία εναντίον των Βουλγάρων και Ρουμάνων, μαζί με τη γερμανική απόφαση για αποκλεισμό της εισόδου τους με βάση τη συνθήκη Σένγκεν, την ολλανδική γραμμή εναντίον εργατών από τις δύο αυτές χώρες και τον εκτοπισμό Ρομά στη Γαλλία. Το μήνυμα είναι σαφές: η ΕΕ δεν είναι πλέον μια λέσχη πλουσίων – ή, όπως μας υπενθύμισε η κρίση της Κύπρου, απευθύνεται μόνο στη διεθνική οικονομική ελίτ. Η Βουλγαρία και η Ρουμανία προχώρησαν σε οικονομικές και πολιτικές προσαρμογές απλώς για να αποκτήσουν υπηκόοτητα δεύτερης κατηγορίας: υψηλό κόστος, χαμηλά οφέλη.
 
Δυο σενάρια για το μέλλον, που δεν αποκλείουν το ένα το άλλο: το «μετέωρο κοινοβούλιο» και ο «κερασμένος καφές». Το επόμενο κοινοβούλιο που θα ψηφίσουν οι Βούλγαροι πιθανότατα θα μείνει μετέωρο, οδηγώντας δύο ή περισσότερους τωρινούς φορείς σε έναν ασταθή συνασπισμό. Αυτό που άλλαξαν οι διαμαρτυρίες είναι ότι για πρώτη φορά εδώ και μια δεκαετία η δύναμη της άρχουσας πολιτικής τάξης έχει κλονιστεί σοβαρά, και εκτόςκι αν αυτοί που είναι στην εξουσία αλλάξουν ριζικά την πολιτική τους, τον επόμενο χειμώνα θα αντιμετωπίσων νέο κύμα διαδηλώσεων. Ο «κερασμένοςκαφές» είναι μια ιδέα του ιταλού συγγραφέα Τονίνο Γκουέρα, και αναφέρεται σε μια πρακτική αλληλεγγύης κατά την οποία οι πιο εύποροι επισκέπτες μιας καφετέριας πληρώνουν έναν επιπλέον καφέ που ο μπαρμαν σερβίρει σε έναν πελάτη που δεν μπορεί να τον πληρώσει. Η ιδέα έχει διαδωθεί πρόσφατα στο βουλγαρικό διαδίκτυο και ένας αυξανόμενος αριθμός καφετεριών και καταστημάτων πρόσφέρουν τώρα αυτή την υπηρεσία προκειμένου να βοηθήσουν τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Η πρακτική αυτή μπορεί να μη λύνει το δομικό πρόβλημα, ή μπορεί να μη ριζώσει ποτέ σε μια χώρα όπου η εξατομίκευση, η αποξένωση και η ανομία έχουν γίνει κυρίαρχη κοινωνική πραγματικότητα, δείχνει όμως την αυξανόμενη κατανόηση της ανάγκης για μια οργάνωση των πολιτών ανεξάρτητη από το κράτος ή τους διεθνείς χορηγούς. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της μετακομουνιστικής Βουλγαρίας όπου ο εγωιστικός ατομικισμός, τον οποίο ασπάστηκε πλήρως και αδιαμφισβήτητα στα χρόνια της μετάβασης η βουλγαρική κοινωνία, αμφισβητείται ως αξία. Οι Βούλγαροι έχουν αρχίσει να δανείζονται τις υπάρχουσες, να αναπτύσσουν νέες και να θυμούνται παλίες και ξεχασμένες πρακτικές και τρόπους αλληλεγγύης και αυτοδιαχείρισης. Ένα καλύτερο σύστημα διακυβέρνησης και η αντιστροφή των απάνθρωπων οικονομικών πολιτικών παραμένουν ζητούμενα. Το ίδιο όμως ισχύει και για ένα ικανοποιητικό επίπεδο αυτονομίας και πολιτικής ωριμότητας. Η  Βουλγαρία, όπως και όλες οι χώρες που έχουν πληγεί από την κρίση, έχει να διαβεί ένα ακανθώδες μονοπάτι…