Ο παλιός-νέος Πρόεδρος της Τσεχίας

Το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιανουαρίου -και με μια προσέλευση ρεκόρ, της τάξης του 66% σε σύνολο 8.363.000 εγγεγραμμένων- οι Τσέχοι επέλεξαν τον Πρόεδρο της Τσεχικής Δημοκρατίας για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Ο Μίλος Ζέμαν έλαβε στο δεύτερο γύρο ποσοστό 51,36% (2.853.400 ψήφους, δηλαδή 136.000 περισσότερες από αυτές που είχε λάβει το 2013), ενώ στον πρώτο είχε λάβει 38,56%. Ο Γίρι Ντράχος έλαβε ποσοστό 48,63% (2.701.200 ψήφους) στο δεύτερο γύρο και 26,60% στον πρώτο, αντίστοιχα. Ο Ζέμαν κέρδισε στις 10 από τις 14 περιφέρειες της χώρας, σημειώνοντας τα καλύτερα εκλογικά ποσοστά του στην περιφέρεια της Μοραβίας-Σιλεσίας (62,32%). Ο Ντράχος κέρδισε σε 4 περιφέρειες και ήταν ο υποψήφιος με το μεγαλύτερο ποσοστό στην Πράγα (68,75%). Επίσης, βρέθηκε στην κορυφή των πέντε από τις έξι πόλεις της Τσεχίας με πληθυσμό μεγαλύτερο από 100.000.

Οι υποψήφιοι για την προεδρία της Τσεχίας ήταν εννέα (μαζί με τον εν ενεργεία Πρόεδρο Ζέμαν). Οι περισσότεροι από αυτούς εκδήλωσαν την αντιπαλότητά τους στον Ζέμαν από την αρχή, ενώ στήριξαν ανοιχτά τον Ντράχος στο δεύτερο γύρο.

Ο Μίλος Ζέμαν, γεννημένος το 1944, είναι οικονομολόγος και οικονομικός αναλυτής που αναμείχθηκε στην πολιτική το 1990, συγκροτώντας από το μηδέν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Τσεχίας(ČSSD), τη δεκαετία του 1990, και αναλαμβάνοντας την πρωθυπουργία της χώρας την περίοδο 1998-2002 (πριν από την επανάσταση του 1989 ανήκε σε κύκλους αντιφρονούντων διανοουμένων και είχε τελέσει μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος την περίοδο της Άνοιξης της Πράγας, το 1968).

Ο Γίρι Νράχος, γεννημένος το 1949, είναι χημικός και επιστήμονας που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην επιστημονική έρευνα. Από το 2009 ως το 2017 υπηρέτησε ως Πρόεδρος της Τσεχικής Ακαδημίας Επιστημών. Δεν συνδέθηκε με κανένα πολιτικό κόμμα και δεν ασχολήθηκε ποτέ με την πολιτική, με εξαίρεση τη συμμετοχή του στο δημόσιο διάλογο για την κρατική επιχορήγηση της επιστημονικής έρευνας.

Η προεκλογική εκστρατεία

Η προεκλογική εκστρατεία ξεκίνησε σταδιακά στο πρώτο μισό του 2017. Εφαρμόστηκαν νέες ρυθμίσεις που είχαν να κάνουν κυρίως με την εκλογική χρηματοδότηση (όρια εκλογικών δαπανών, χρήση διάφανων λογαριασμών και δημοσιοποίηση των χορηγών της προεκλογικής εκστρατείας).

Σύντομα σχηματίστηκε ένα άτυπο ¨αντι-ζεμανικό” μπλοκ από τέσσερις πολύ δραστήριους υποψήφιους. Εστίασαν κυρίως στην άσκηση κριτικής στην πολιτική και τις δραστηριότητες του Προέδρου Ζέμαν και όχι στα μελλοντικά σχέδια της χώρας. Ο Ζέμαν αρνήθηκε να συμμετάσχει σε προεκλογικές εκδηλώσεις, ενώ δεν έκανε κάποια ιδιαίτερη προεκλογική εκστρατεία. Οι βουλευτικές εκλογές πραγματοποιήθηκαν λίγο από πριν την επίσημη έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας για την προεδρική εκλογή. Όμως, κανένα από τα κοινοβουλευτικά κόμματα δεν όρισε υποψηφίους. Οι τρεις υποψήφιοι (μεταξύ αυτών και ο Ζέμαν) έλαβαν μέρος στις εκλογές αφού συγκέντρωσαν τον προβλεπόμενο αριθμό υπογραφών από τους πολίτες (το ελάχιστο όριο ήταν 100.000 πιστοποιημένες υπογραφές), ενώ οι άλλοι έξι υποψήφιοι προέκυψαν από την υποστήριξη του προβλεπόμενου αριθμού βουλευτών ή γερουσιαστών.

Τα κυριότερα θέματα της προεκλογικής εκστρατείας (πέραν της διαρκούςκριτικής στον εν ενεργεία Πρόεδρο) ήταν η εξωτερική πολιτική (κυρίωςκριτική για τη φιλική στάση του Ζέμαν απέναντι στη Ρωσική Ομοσπονδία και την Κίνα) και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπου σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι υιοθέτησαν μια φιλοευρωπαϊκή στάση. Ο Ζέμαν, από την πλευρά του, επαναλάμβανε ότι στη διάρκεια της πρωθυπουργικής του θητείας η Δημοκρατία της Τσεχίας έγινε μέλος του ΝΑΤΟ και ολοκλήρωσε την ένταξή της στην ΕΕ. Αιτιολόγησε την προσέγγισή του προς τη Ρωσία και την Κίνα με την ανάγκη να προωθήσει τα οικονομικά συμφέροντα της Τσεχίας. Για τον ίδιο λόγο ασκεί κριτική και στην πολιτική κυρώσεων της ΕΕ απέναντι στη Ρωσία. Άλλα σημαντικά θέματα της εκστρατείας ήταν η μετανάστευση και οι ποσοστώσεις, καθώς και η ασφάλεια στην Ευρώπη. Εδώ, όλοι οι υποψήφιοι ήταν πολύ προσεκτικοί, εξαιτίας της επικριτικής διάθεσης που επικρατεί στην πλειονότητα του πληθυσμού. Δεν συζητήθηκαν τα εσωτερικά προβλήματα. Και εδώ, η έμφαση δόθηκε στην κριτική της υποτιθέμενης πόλωσης της τσεχικής κοινωνίας εξαιτίας της πολιτικής Ζέμαν και στην κριτική της εχθρότητάς του απέναντι στα κυρίαρχα ΜΜΕ. Ο Ντράχος επιχείρησε να λανσάρει την ιδέα μιας υποτιθέμενης απόπειρας του “Κρεμλίνου” (πολιτικών κύκλων, φιλικά προσκείμενων στη Ρωσία, που ασκούν προπαγάνδα και παραπληροφόρηση) να επηρεάσει τις εκλογές. Κανείς όμως, ούτε οι μυστικές υπηρεσίες, δεν τον πήραν στα σοβαρά και το θέμα έκλεισε.   

Η πραγματική πολιτική ρήξη έγινε μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου γύρου. Τελικά, ο Ζέμαν έκανε προσωπική εκστρατεία, συμμετέχοντας σε τέσσερα τηλεοπτικά ντιμπέιτ, στα δυο από τα οποία με αντίπαλο τον Ντράχος. Και στα δυο ο Ζέμαν νίκησε τον αντίπαλό του. Παρότι στην αρχή των δυο εβδομάδων που μεσολάβησαν μεταξύ των δυο γύρων πολλές έρευνες έδειχναν μια μικρή υπεροχή του Ντράχος, τα τελευταία προγνωστικά έφεραν τους δυο υποψήφιους να ισοβαθμούν.

Τα πρώτα συμπεράσματα

Η ιδέα της σύγκρουσης δεξιάς/αριστεράς ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Ωστόσο, η πλειοψηφία των αριστερών ψήφισε τον Ζέμαν. Σύμφωνα με τις κοινωνιολογικές έρευνες το 80-90% όσων είχαν ψηφίσει το KSČM και το Κίνημα SPD του Τόμιο Οκαμούρα στις βουλευτικές εκλογές, ψήφισαν υπέρ του Ζέμαν. Το αντίστοιχο ποσοστό των Σοσιαλδημοκρατών δεν είναι σαφές. Όσοι είχαν στο παρελθόν υποστηρίξει αριστερά κόμματα και πρόσφατα ψηφίσει το Κίνημα ΑΝΟ, ψήφισαν κυρίως τον Ζέμαν. Οι δεξιοί πολιτικοί στήριξαν δημόσια τον Ντράχος, μαζί με πάρα πολλούς καλλιτέχνες και ανθρώπους του πνεύματος, ενώ τους ακολούθησαν οι παραδοσιακοί δεξιοί ψηφοφόροι. Το Κόμμα των Πειρατών δεν έκανε κάποια επίσημη δήλωση, αλλά οι περισσότεροι ηγέτες του δήλωσαν τη στήριξή τους στον Ντράχος. Οι νεότεροι και σχετικά πιο μορφωμένοι ψηφοφόροι είχαν μεγαλύτερη προτίμηση στον Ντράχος. Από την άλλη, ο Ζέμαν νίκησε αποφασιστικά στους δήμους με υψηλή ανεργία (άνω του 8%), συγκεντρώνοντας περί το 66,8% των ψήφων σε αυτούς. Οι αγροτικές ή ημιαστικές περιοχές έπαιξαν ουσιαστικό ρόλο στον καθορισμό της νίκης: ο Ζέμαν τα πήγε καλά στα χωριά και τις μικρές και μετρίου μεγέθους πόλεις.       

Φαίνεται ότι ένα σημαντικό τμήμα της τσεχικής κοινωνίας αισθάνεται όλο και πιο αδικημένο. Η εκλογική πανωλεθρία των Σοσιαλδημοκρατών και των Κομμουνιστών στις βουλευτικές εκλογές του 2017 ίσως έκανε ένα μέρος αυτών των αριστερών ψηφοφόρων να δουν τον Ζέμαν ως το τελευταίο εναπομείναν ανάχωμα απέναντι στην ηγεμονία της νεοφιλελεύθερης δεξιάς. Και παρά τη γενική πεποίθηση ότι ο Ζέμαν δεν έχει ουσιαστικές αριστερές ιδέες, όπως για παράδειγμα, στον τομέα του κοινωνικού κράτους.

Παρότι διάφορα ΜΜΕ γκρίνιαζαν κατ’ επανάληψη ότι οι εκλογές -ή και ο ίδιος ο Ζέμαν- διχάζουν την τσεχική κοινωνία, η αλήθεια είναι ότι αυτή έχει διχαστεί εδώ και πολύ καιρό. Σήμερα, απλώς, ο διχασμός αυτός έγινε ακόμη πιο έντονος. Δεν πρόκειται για διαχωρισμό ανάμεσα σε δεξιούς και αριστερούς, αλλά σε όσους κερδίζουν, ή προσδοκούν να κερδίσουν από τον παγκόσμιο νεοφιλελευθερισμό και σε όσους επηρεάζονται αρνητικά από αυτόν, ή τουλάχιστον έχουν την αίσθηση ότι δεν αμείβονται δίκαια για τις υπηρεσίες που προσφέρουν στην κοινωνία και ότι δεν απολαμβάνουν το μερίδιο πλούτου που τους αναλογεί. Ο πληθυσμός της Πράγας -μιας από τις δέκα πλουσιότερες περιοχές της ΕΕ σε κατά κεφαλήν ΑΕΠ- αποδέχεται, εν γένει, τις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες ιδέες της Ευρώπης για την οικονομική και πολιτική οργάνωση. Το ίδιο ισχύει μερικώς και στις δυο από τις τρεις άλλες μεγάλες πόλεις της Τσεχίας -Μπρνο και Λίμπερεκ-, αλλά σίγουρα όχι στην Οστράβα, η οποία αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα και την οποία κέρδισε ο Ζέμαν.  

Το εκλογικό αποτέλεσμα θα έχει και άμεσες και έμμεσες συνέπειες στη συγκρότηση της τσεχικής κυβέρνησης, παρόλο που κανείς δεν μπορεί να μαντέψει ποιες ακριβώς θα είναι αυτές. Προς το παρόν, ο Ζέμαν δηλώνει την κατηγορηματική του άρνηση στην επανάληψη των βουλευτικών εκλογών και πιέζει τον υπηρεσιακό πρωθυπουργό, Αντρέι Μπάμπις, ηγέτη του ΑΝΟ, να ξεκινήσει άμεσα εποικοδομητικές διαπραγματεύσεις με τα άλλα κοινοβουλευτικά κόμματα προκειμένου να στηρίξουν τη συγκρότηση μιας σταθερής κυβέρνησης πλειοψηφίας. Χωρίς αμφιβολία, θα συνεχίσει να έχει ενεργό ρόλο στην εξωτερική πολιτική της Τσεχίας. Παρόλο που δηλώνει φιλοευρωπαίος, η πολιτική του απέναντι στις Βρυξέλες θα συνεχίσει να γέρνει έντονα υπέρ των στενών εθνικών συμφερόντων της Τσεχίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα είχε βρει στο πρόσωπο του Ντράχος έναν πιο πρόθυμο συνομιλητή. Ο Ζέμαν είναι γνωστός και για την αφοσίωσή του στο Ισραήλ, αντί για μια πιο ισορροπημένη πολιτική στάση απέναντι στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη, τόσο από την τσεχική κυβέρνηση, όσο και από την ΕΕ.

Η τσεχική ριζοσπαστική και μετριοπαθής αριστερά (KSČM, ČSSD) δεν κατέβασε δικούς της υποψηφίους. Το KSČM δήλωσε ότι ήταν ένας τρόπος να αποφευχθεί ο κίνδυνος διχασμού των αριστερών ψηφοφόρων, που θα οδηγούσε στο δεύτερο γύρο δυο δεξιούς και αντικομμουνιστές υποψηφίους. Υπήρξε και κάποια αμφιβολία ότι η ριζοσπαστική αριστερά θα κατάφερνε να βρει έναν υποψήφιο ικανό να εγγυηθεί ένα αποτέλεσμα της τάξης του 10%. Για πολλούς αριστερούς ψηφοφόρους, ο Ζέμαν με τις αριστερές φιλελεύθερες απόψεις του, ήταν σίγουρα μια πιο αποδεκτή επιλογή από τον αδιαφανή Ντράχος, γνωστό για τις αποστάσεις που κρατά από την αριστερά, ειδικά τη ριζοσπαστική, για την προσωπική στάση του οποίου σε πολλά σημαντικά ζητήματα υπήρχαν μεγάλες αμφιβολίες.  

Οι προεκλογικές εκστρατείες για τις βουλευτικές και τις προεδρικές εκλογές του 2017 ενίσχυσαν τη δυσπιστία του κοινού απέναντι στα ΜΜΕ, ενώ το διαδίκτυο έγινε το κύριο πεδίο μάχης μεταξύ των αντίπαλων θέσεων και κινημάτων. Αλλά, η μεγάλη πλειονότητα των ριζοσπαστών αριστερών παρέμεινε πολύ παθητική σε συτόν το χώρο και δεν κατάφερε να προβάλλει τις ιδέες και τις προτάσεις της αριστεράς. Γενικά, η απώλεια νομιμοποίησης της νεοφιλελεύθερης δημοκρατίας φαίνεται να έχει γίνει ακόμη πιο ισχυρή. Και φαίνεται ότι έκανε ένα σημαντικό αριθμό πολιτών να αναζητήσουν τη σιγουριά στην εκλογή ενός ισχυρού πολιτικού ηγέτη που υπόσχεται ότι θα τους υπερασπιστεί και θα τους προστατεύσει.

Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών δεν σημαίνει κάτι καλό για τη ριζοσπαστική αριστερά που ετοιμάζεται για τις προσεχείς εκλογικές αναμετρήσεις, όπως οι ευρωεκλογές. Ούτε υπόσχεται τίποτα, δεδομένου ότι χρειάζονται ριζοσπαστικές αριστερές πολιτικές, προκειμένου να ξανακερδίσει τουλάχιστον το 15% που έπαιρνε την πρώτη δεκαετία του τρέχοντος αιώνα.

 

Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου