Ημερολόγιο προεκλογικής εκστρατείας: Το βλέμμα στα αριστερά

Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποπροσανατόλισε, πρωτίστως, τον πολιτικό διάλογο και, πάνω απ’ όλα, επέτρεψε στον Μακρόν να επιβεβαιώσει εκ νέου το προεδρικό του ανάστημα. Στην Αριστερά, η πολεμική σύγκρουση επιδείνωσε τις ήδη ισχυρές ιδεολογικές διαιρέσεις και μεγάλωσε τις διαφορές στις δημοσκοπήσεις.

Την εβδομάδα μετά την εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία, ο εν ενεργεία πρόεδρος και υποψήφιος στις προσεχείς εκλογές, κέρδισε οκτώ ποσοστιαίες μονάδες στις δημοσκοπήσεις. Ευρέως αναγνωρισμένος ως επικεφαλής του στρατού και της διπλωματίας, ο Μακρόν επέλεξε να μην αναλάβει πολλές από τις δραστηριότητες ενός κανονικού υποψηφίου και αρνείται να συμμετέχει σε ντιμπέιτ με άλλους υποψηφίους. Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνέβαλε, επίσης, στην απαξίωση του δεξιού υποψηφίου Ερίκ Ζεμούρ, γνωστού για το γεγονός ότι πρόσκειται στον Πούτιν. Οι παραδοσιακές αριστερές παρατάξεις (Σοσιαλιστικό και Κομμουνιστικό Κόμμα) φαίνεται ότι δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν κάποια δυναμική γύρω από τους υποψηφίους τους. Το Κόμμα των Πρασίνων κρατάει τα ποσοστά του, αλλά παραμένει στάσιμο γύρω στο 5% στις δημοσκοπήσεις. Ο υποψήφιος της Ανυπότακτης Γαλλίας, ο οποίος είναι στο 14%, φαίνεται να είναι ο μόνος υποψήφιος της Αριστεράς που μπορεί να περάσει στον δεύτερο γύρο. Ωστόσο, η Αριστερά δεν έχει ακόμη αποφασίσει να ενωθεί για να αποτρέψει έναν δεύτερο γύρο μεταξύ φιλελευθέρων και ακροδεξιών.

Λίγες αμφιβολίες υπάρχουν για την επανεκλογή του Εμανουέλ Μακρόν, αλλά το ερώτημα ποιος θα έρθει στη δεύτερη θέση παραμένει καθοριστικό. Πράγματι, το ενδεχόμενο η πολιτική συζήτηση και δράση μεταξύ των δύο γύρων να στραφούν προς τα αριστερά και όχι προς την ακροδεξιά, είναι συναρπαστικό. Θα επιτρέψει την πολιτική αντιμετώπιση σημαντικών ζητημάτων, όπως οι κοινωνικές ανισότητες, ο δημόσιος τομέας, η οικολογία, οι έμφυλες ανισότητες και ο ρατσισμός, μεταξύ άλλων. Παρόλο που ο υποψήφιος Ζαν Λυκ Μελανσόν δημιουργεί μια θετική δυναμική στο εκλογικό σώμα, η Αριστερά εξακολουθεί να είναι διχασμένη μεταξύ έξι υποψηφίων και παρουσιάζει σημαντικά επίπεδα αντίστασης. Ποιες είναι οι αιτίες αυτού του φαινομένου;

Πολλές από τις διαφωνίες της Αριστεράς στη διάρκεια αυτής της εκστρατείας οφείλονται, στην πραγματικότητα, στην προσπάθεια των υποψηφίων να τοποθετηθούν κάπου και να διακριθούν. Ωστόσο, μεταξύ των υποψηφίων και των υποστηρικτών τους εξακολουθούν να υφίστανται βαθιές διαιρέσεις που επιτρέπουν την κατανόηση της διασποράς του αριστερού μπλοκ.Η αντίθεση μεταξύ των ριζοσπαστικών και των μετριοπαθών ομάδων συνεχίζει να δομεί την Αριστερά. Πρόσφατα, οι θέσεις που εκφράστηκαν για τον πόλεμο στην Ουκρανία επιδείνωσαν αυτές τις βαθιές ιδεολογικές διαιρέσεις.

Οι θέσεις του περιβαλλοντολόγου υποψηφίου Γιανίκ Ζαντό τον καθιστούν τον μεγαλύτερο πολεμοκάπηλο της Αριστεράς. Από την πρώτη ημέρα της ρωσικής εισβολής, ο Ζαντό (με περίπου 5% στις δημοσκοπήσεις), ζητούσε ήδη την αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Έκτοτε, συνέχισε με αύξοντα ρυθμό τις μαξιμαλιστικές του δηλώσεις περί κυρώσεων που πρέπει να ληφθούν κατά του ρωσικού καθεστώτος. Ο Ζαντό πιστεύει ότι οι στρατιωτικές δυνατότητες της ΕΕ είναι ανεπαρκείς και δεν αποκλείει το ενδεχόμενο άμεσης αποστολής στρατευμάτων στον πόλεμο. Αυτό έρχεται σε σύγκρουση με την ειρηνιστική γραμμή του κόμματός του. Πολλοί ηγέτες και εκλεγμένα στελέχη του Κόμματος των Πρασίνων έχουν εκφράσει τη διαφωνία τους μαζί του, προτιμώντας να μιλάνε για κατάπαυση του πυρός, αποκλιμάκωση και άσκηση διπλωματικής, πολιτικής και οικονομικής πίεσης στη Ρωσία. Ωστόσο, ακολουθώντας αυτή τη γραμμή, ο Ζαντό θέλει να φανεί και πιο «θαρραλέος» υποψήφιος από τον Mακρόν, αλλά και ο κύριος αντίπαλος του Mελανσόν. Όταν γίνεται λόγος για τον αριστερό πολιτικό του αντίπαλο, ο Ζαντό σπεύδει να σχολιάσει ότι ο Mελανσόν είναι πολιτικός φίλος του Πούτιν.

Η υποψήφια των Σοσιαλιστών, Αν Ινταλγκό, η οποία εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις με ποσοστό περίπου 2,5%, μάλλον ακολουθεί στενά τα βήματα του Ζαντό. Δεν εξετάζει το ενδεχόμενο μιας εξόδου από το ΝΑΤΟ, αλλά είναι έτοιμη να ταχθεί υπέρ του εξοπλισμού της Ουκρανίας και ενός αυστηρού εμπάργκο στο ρωσικό φυσικό αέριο.

Στο στρατόπεδο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ο Ζαν Λυκ Μελανσόν (Ανυπότακτη Γαλλία: περίπου 13% στις δημοσκοπήσεις) και ο Φαμπιέν Ρουσέλ (Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, περίπου 3% στις δημοσκοπήσεις) τάσσονται υπέρ της αποκλιμάκωσης και της μη συμμόρφωσης. Ο Mελανσόν πηγαίνει πιο μακριά, υποστηρίζοντας την έξοδο της ίδιας της Γαλλίας από το ΝΑΤΟ, σε αντίθεση με τον κομμουνιστή ομόλογό του. Το ΚΚΓ, η ιστορία του οποίου είναι βαθιά ριζωμένη στους αγώνες για την ειρήνη και κατά του ιμπεριαλισμού, δεν γυρνά την πλάτη στην παράδοσή του. Ωστόσο, ο υποψήφιός του, Φαμπιέν Ρουσέλ πιστεύει ότι η σοβαρότητα της κατάστασης απαιτεί τη μη διεξαγωγή συζήτησης περί εξόδου από το ΝΑΤΟ όσο κρατά η κρίση.

Η κάλυψη της προεκλογικής εκστρατείας από τα μέσα ενημέρωσης τείνει γενικά να επικεντρώνεται μόνο στους υποψηφίους που διαθέτουν ισχυρή εκλογική βάση. Για τον λόγο αυτό, ο Φιλίπ Πουτού (Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα) και η Nαταλί Αρτό (Εργατικός Αγώνας) σπάνια ερωτώνται για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Και οι δύο τροτσκιστές υποψήφιοι εκπροσωπούν αντιϊμπεριαλιστικές και φιλοειρηνικές θέσεις (αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, υποδοχή όλων των προσφύγων). Τόσο ο Πουτού όσο και η Aρτό λαμβάνουν γύρω στο 0,5% στις δημοσκοπήσεις, γεγονός που καθιστά δύσκολη τη μελέτη των χαρακτηριστικών των ψηφοφόρων τους. Παρόλα αυτά, αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι οι ψηφοφόροι των Πουτού και της Aρτό είναι ιδιαίτερα πολιτικοποιημένοι και αποφασισμένοι να προσέλθουν στις κάλπες.

Ιδεολογικά, και άλλα θέματα διχάζουν τους αριστερούς υποψηφίους και τους ψηφοφόρους τους, μεταξύ των οποίων και το ζήτημα των πυρηνικών. Εδώ, η διάκριση μεταξύ ριζοσπαστικών και ρεφορμιστικών κομμάτων δεν έχει σημασία. Για τον Mελανσόν, είναι απαραίτητη μια ενεργειακή παράκαμψη: πλήρης έξοδος από την πυρηνική ενέργεια μέχρι το 2045 και μετάβαση σε 100% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η υποψήφια των Σοσιαλιστών Ινταλγκό και ο περιβαλλοντολόγος Ζαντό τάσσονται επίσης υπέρ της σταδιακής εγκατάλειψης της πυρηνικής ενέργειας, αλλά με πιο αργό ρυθμό. Ο Ρουσέλ, από την πλευρά του, εκπροσωπεί έναν χώρο στην Αριστερά που τάσσεται υπέρ της πυρηνικής ενέργειας, για την «καταπολέμηση της ακριβής ενέργειας και την εξασφάλιση μιας βιομηχανίας χωρίς άνθρακα». Παρότι ορισμένοι περιβαλλοντολόγοι υποστηρίζουν αυτή τη θέση και βλέπουν την πυρηνική ενέργεια ως ευκαιρία για την απαλλαγή της οικονομίας από τον άνθρακα, ο κίνδυνος της πυρηνικής ενέργειας και η παντελής απουσία λύσεων για την ανακύκλωση των πυρηνικών αποβλήτων, καθιστούν κυρίαρχη στην Αριστερά την πάγια αντίθεση στην πυρηνική ενέργεια. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι το ενεργειακό μείγμα της Γαλλίας αποτελείται από περίπου 40% πυρηνική ενέργεια, 28% πετρέλαιο, 16% φυσικό αέριο και μόνο 14% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.Όμως, η απροθυμία των ψηφοφόρων να συσπειρωθούν γύρω από έναν μόνο υποψήφιο μπορεί να εξηγηθεί και από την ποικιλομορφία της κοινωνικής τους προέλευσης. Οι έρευνες για την πρόθεση ψήφου μάς επιτρέπουν να εντοπίσουμε ορισμένες ανισότητες.
 
Οι Ζαντό και Ινταλγκό, παρά τα μικρά διαθέσιμα δείγματα, φαίνεται να απευθύνονται σε αρκετά όμοιες εκλογικές βάσεις και η προσπάθειά τους για κοινή κάθοδο τον χειμώνα του 2021 ίσως αποδειχθεί επιτυχής. Ο Ζαντό απολαμβάνει τη στήριξη των νέων και των άνω των 65 ετών. Είναι πιο δημοφιλής μεταξύ των στελεχών, των συνταξιούχων και των ανέργων στις αστικές περιοχές. Από άποψη εισοδήματος, η κύρια εκλογική του βάση προέρχεται από τα μεσαία στρώματα (ψηφοφόρους με μηνιαίο εισόδημα μεταξύ 2050 και 2650 ευρώ).

Η Ινταλγκό έχει λιγότερους οπαδούς στη νεολαία, αλλά η εκλογική της βάση έχει άλλα κοινά σημεία με εκείνην του Ζαντό. Ωστόσο, εμφανίζει την εξής ιδιαιτερότητα: ως δήμαρχος του Παρισιού, αντλεί την υποστήριξή της κυρίως από την πρωτεύουσα της χώρας. Εμφανίζεται πιο αδύναμη σε άλλες αστικές περιοχές της Γαλλίας και είναι σχεδόν απούσα στις αγροτικές.

Ο Ρουσέλ, με ποσοστό 3,5% στις δημοσκοπήσεις, προσελκύει κυρίως την ανδρική ψήφο (εξασφαλίζει 5% των ψήφων στους άνδρες και 2% στις γυναίκες), ειδικά μεταξύ των ατόμων ηλικίας 50-64 ετών που εξακολουθούν να είναι επαγγελματικά ενεργοί. Οι ψηφοφόροι του ανήκουν κυρίως στις μετριοπαθείς κατηγορίες των χαμηλόβαθμων δημοσίων υπαλλήλων. Από άποψη κομματικής εγγύτητας, 9% των ατόμων που αισθάνονται κοντά στο Σοσιαλιστικό Κόμμα προτίθεται να ψηφίσει τον κομμουνιστή υποψήφιο.

Ο Ζαν Λυκ Μελανσόν καταφέρνει να εξασφαλίσει την ψήφο μιας νεότερης εκλογικής βάσης (είναι ο δημοφιλέστερος υποψήφιος μεταξύ των ψηφοφόρων ηλικίας 18-24 ετών). Από κοινωνική άποψη, σημειώνει υψηλά ποσοστά τόσο μεταξύ των στελεχών (18%), όσο και μεταξύ των εργαζομένων (20%). Επίσης, οι υποστηρικτές του είναι μορφωμένοι αλλά με χαμηλά εισοδήματα. Αυτά τα πρώτα δεδομένα σχετικά με την πρόθεση ψήφου μας επιτρέπουν να σκιαγραφήσουμε κατά προσέγγιση το πορτρέτο των αριστερών ψηφοφόρων που, όμως, στερείται ακρίβειας. Προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τη δυναμική και την αντίσταση που έχουν καλλιεργήσει στους ψηφοφόρους οι υποψήφιοι της Αριστεράς, υπάρχουν στοχευμένες έρευνες οι οποίες μας παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες. Η βιβλιογραφία της εκλογικής κοινωνιολογίας δείχνει ένα ανανεωμένο προφίλ του αριστερού εκλογικού σώματος. Αποστασιοποιημένες από τον λευκό άνδρα προλετάριο, οι μελέτες αυτές δείχνουν ότι οι νέες κοινωνικές βάσεις εντοπίζονται στα εργατικά κινήματα, αλλά αυτό δεν αποτελεί αποκλειστικό κριτήριο: οι μετανάστες, όσοι ζουν σε συνθήκες επισφάλειας, οι σεξουαλικές και έμφυλες μειονότητες και οι νέοι αποτελούν μια δυναμική βάση υποστήριξης της Αριστεράς.

Έτσι, δύο έρευνες μας επιτρέπουν να προχωρήσουμε αυτή την ανάλυση: μια που έγινε για λογαριασμό της εφημερίδας Jeune Afrique τον Μάρτιο του 2022, και αναλύει την πρόθεση ψήφου των Γάλλων αφρικανικής καταγωγής, και μια δεύτερη η οποία αναλύει την ψήφο προτεραιότητας στις (π.χ. μειονεκτικές) γειτονιές των προαστίων τον Ιανουάριο του 2022.

Οι έρευνες δείχνουν ότι και οι δυο αυτές ομάδες πληθυσμού είναι έντονα στραμένες προς την Αριστερά -και μάλιστα προς τη ριζοσπαστική Αριστερά- αλλά παρουσιάζουν περισσότερες πιθανότητες να απέχουν από τις εκλογές σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό (70% του εκλογικού σώματος δηλώνει ότι προτίθεται να ψηφίσει τον Απρίλιο του 2022, αλλά στις ομάδες αφρικανικής καταγωγής το ποσοστό μειώνεται στο 55%). Στις γειτονιές προτεραιότητας των προαστείων, το 46% σκοπεύει να ψηφίσει υπέρ μιας ριζοσπαστικής αριστερής επιλογής και το 10% την κυβερνητική Αριστερά. Η μετριοπαθής Αριστερά φαίνεται να δυσκολεύεται να αντιπροσωπευθεί σε αυτές τις ομάδες: ο Ζαντό συγκεντρώνει 3% στην ίδια πληθυσμιακή ομάδα, ενώ ο Mελανσόν εξασφαλίζει το 37% της πρόθεσης ψήφου.

Η τάση αυτή επιβεβαιώνεται και στις ομάδες των αφρικανών μεταναστών, όπου ο Mελανσόν λαμβάνει 36%, ο Ζαντό 5%, η Ινταλγκό 3% και ο Ρουσέλ 3% αντίστοιχα. Από την Αριστερά, μόνο ο Mελανσόν φαίνεται να έχει απήχηση στις λαϊκές τάξεις και τους μετανάστες. Η υπεροχή του υποψηφίου της Ανυπότακτης Γαλλίας ήταν ήδη ορατή από το 2017, αλλά η εδραίωση της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε αυτές τις κοινωνικές ομάδες φαίνεται να έχει ενισχυθεί. Ωστόσο, ενώ η ακροδεξιά είναι σχεδόν απούσα, ο Μακρόν διατηρεί ένα αρκετά υψηλό ποσοστό της πρόθεσης ψήφου μεταξύ των ατόμων αφρικανικής καταγωγής, δηλαδή περίπου 27%. Εδώ, παρατηρείται το εξής ταξικό φαινόμενο: όσο περισσότεροι είναι οι ψηφοφόροι που κατέχουν διευθυντικές θέσεις, τόσο αυξάνονται τα ποσοσστά του Μακρόν. Ο Mελανσόν κινείται στον αντίποδα, εξασφαλίζοντας το υψηλότερο ποσοστό του μεταξύ των εργαζομένων (40%). Αλλά, σε έναν ενδεχόμενο δεύτερο γύρο μεταξύ Mακρόν και Μελανσόν, στην ίδια εκλογική βάση, ο Mελανσόν θα κέρδιζε με 51% των ψήφων.

Παρότι πολλοί επιθυμούν έναν ενιαίο υποψήφιο, είναι σαφές ότι οι ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των αριστερών υποψηφίων εξακολουθούν να είναι πολλές και ότι τα διάφορα τμήματα του εκλογικού σώματος έχουν εν μέρει ανταγωνιστικές κοινωνικές θέσεις. Ωστόσο, η διεύρυνση της κοινωνικής βάσης του Ζαν Λυκ Μελανσόν του δίνει μια μικρή πιθανότητα να φτάσει στον δεύτερο γύρο και επιβεβαιώνει ότι η Αριστερά κερδίζει ψήφους όταν απευθύνει έναν ισχυρό λόγο με κοινωνικές προτάσεις, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη της τους αγώνες ενάντια σε κάθε μορφή φυλετικής και έμφυλης διάκρισης.