Η Συμφωνία Διατλαντικού Εμπορίου και Επενδύσεων (ΤΤΙΡ) και ο Αγώνας για Κυριαρχία και Αξιοπρέπεια

Η Συμφωνία Διατλαντικού Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP) είναι στο στάδιο της διαπραγμάτευσης. Η διαπραγμάτευση αυτή γίνεται με τη συνήθη μυστικότητα, όπως έγινε και με τις λοιπές συμφωνίες εμπορίου μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είναι το εκτελεστικό και νομοθετικό όργανο). Συνιστά μια μετωπική επίθεση στη δημοκρατία, την εθνική κυριαρχία, τα κοινωνικά και τα εργασιακά δικαιώματα, τα συνδικάτα, το περιβάλλον και πολλά άλλα.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα και εμπειρίες από το παρελθόν. Πολλές ανεξάρτητες μελέτες επιπτώσεων συμφωνούν μεταξύ τους ότι η Συμφωνία NAFTA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού) που ισχύει εδώ και είκοσι χρόνια, είχε καταστροφικές συνέπειες  για τον μεξικανικό πληθυσμό: μείωση του κατώτερου μισθού κατά 17,9%, αύξηση των ανισοτήτων και της φτώχειας, περιβαλλοντική υποβάθμιση, αστυφιλία (2,7 εκ. Μεξικανών αγροτών εγκατέλειψαν τη γη τους), μεταξύ πολλών άλλων. Στην άλλη πλευρά των συνόρων, οι αρνητικές συνέπειες της συμφωνίας έγιναν επίσης αισθητές: μείωση των μισθών εξαιτίας της μετεγκατάστασης πολλών επιχειρήσεων στο Μεξικό γιατί έχει φθηνότερη εργασία και το κλείσιμο περισσότερων από 60.000 βιοτεχνίες. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η εμπορική συμφωνία μεταξύ της Κολομβίας και της ΕΕ η οποία προώθησε την υφαρπαγή της γης. Οι πολυεθνικές ιδιοποιούνται τη γη των αγροτών, καταπατώντας τα ανθρώπινα δικαιώματα και υπονομεύοντας τις ήδη δύσκολες διαδικασίες για την προστασία της αξιοπρέπειας των αυτοχθόνων.
Η TTIP δεν είναι μια κοινή συμφωνία ελεύθερου εμπορίου και έχει ήδη αποδειχθεί ότι δεν είναι επωφελής για τον κόσμο. Είναι μια  συμφωνία γεωστρατηγικού χαρακτήρα που έχει στόχο τη δημιουργία ενός μακροοικονομικού μπλοκ. Από τη μια, θα επιβραδύνει την εξάπλωση, τη μεγέθυνση και την άσκηση ηγεμονικού ελέγχου από τις χώρες των BRICS (Βραζιλία, Ινδία, Ρωσία, Κίνα και Νότια Αφρική) και, από την άλλη, θα επιβάλλει τις εμπορικές ρυθμίσεις τρίτων χωρών, γεγονός ιδιαίτερα επιβλαβές για τις αναπτυσσόμενες χώρες.  Οι δυο όχθες του Ατλαντικού αντιπροσωπεύουν το 12% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 50% του παγκόσμιου εμπορίου. Τότε, γιατί να υπογραφεί μια συμφωνία εμπορίου μεταξύ των δυο μεγαλύτερων εμπορικών μπλοκ; Οι δυο πλευρές του Ατλαντικού αντιπροσωπεύουν το 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ, το οποίο κατανέμεται πολύ άνισα. Το 70% του πληθυσμού κατέχει το 2,7% του πλούτου, έναντι του 8,7% που κατέχει το 87% του πλούτου. Η TTIP θα ανοίξει ένα δρόμο χωρίς επιστροφή που θα βαθύνει ακόμα περισσότερο τη φτώχια και τις ανισότητες.

 

Οι συνέπειες της TTIP

Έχουν γίνει πολλές μελέτες σχετικά με τις συνέπειες της TTIP για τις κοινωνίες μας στο προσεχές μέλλον. Σύμφωνα με τις πιο αισιόδοξες που έχουν διενεργηθεί κατά παραγγελία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, προβλέπεται αύξηση του ατομικού εισοδήματος κατά 50 ευρώ τον χρόνο. Αυτές είναι και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις!
Ο Jeronim Capaldo, καθηγητής οικονομικών στο Tuffs University και ερευνητικό μέλος του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας, εκπόνησε μια πρωτοποριακή ανεξάρτητη μελέτη επιπτώσεων (τη μοναδική που χρησιμοποιεί σαν πρότυπο το μοντέλο των Ηνωμένων Εθνών) η οποία λαμβάνει υπόψη της μεταβλητές όπως: η ανισότητα, οι μισθοί, οι προσαρμογές των μακροοικονομικών μεγεθών και τα πολιτικά ρεύματα. Σύμφωνα με τη μελέτη του, η Διατλαντική Συμφωνία ΤΤΙΡ θα επιφέρει απώλειες στα εισόδημα των εργαζομένων που θα κυμαίνονται μεταξύ 5.500 και 3.400 ευρώ το χρόνο και απώλειες στις καθαρές εξαγωγές ή στο ΑΕΠ (-0,50% στη Β. Ευρώπη και -0,29% στη Γερμανία). Εκτιμάται ότι 600.000 θέσεις εργασίας σε όλη την Ευρώπη θα χαθούν λόγω της μετεγκατάστασης επιχειρήσεων. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με μια σημαντική μείωση των δημόσιων εσόδων η οποία θα οδηγήσει σε αύξηση των δημόσιων ελλειμμάτων.  
Επιπλέον, η εφαρμογή της ρήτρας προστασίας των επενδυτών (ISDS) θα καταστήσει αδύνατη την ανάκτηση των ιδιωτικοποιημένων υπηρεσιών από τους δήμους. Οι κοινωνικοί αγώνες, όπως εκείνοι των Ιρλανδών ενάντια στις τιμές του νερού, θα πέφτουν στο κενό, αφού αντιδημοκρατικοί υπερεθνικοί οργανισμοί θα δρουν νομοθετικά ενάντια στις νόμιμες και δημοκρατικές κυβερνήσεις. Η ΤΤΙΡ και η εφαρμογή της ρήτρας ISDS θα προκαλέσουν κύμα ιδιωτικοποιήσεων, από τη στιγμή που θα επιτραπεί η συνεργασία των επιχειρήσεων με τις δημόσιες υπηρεσίες.  
Θα επηρεάσουν αρνητικά και τις κρατικές προμήθειες που αντιπροσωπεύουν το 15% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, μετατρέποντας τις εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές κυβερνήσεις σε σημαντικούς καταναλωτές και εργοδότες. Όσες κρατικές προμήθειες γίνονται με υπευθυνότητα, επιβραβεύοντας τις εταιρείες που σέβονται το περιβάλλον και έχουν αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, θα επηρεαστούν αρνητικά. Οι όροι αυτοί, παρότι δεν είναι υποχρεωτικοί, ευνοούν την τοπική βιομηχανία, ειδικά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και προωθούν μια άλλη μορφή οικονομίας και κοινωνικής αλληλεγγύης. Γιατί μια μικρή τοπική βιοτεχνία επίπλων, για παράδειγμα, δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τις τιμές μιας μεγάλης πολυεθνικής η οποία έχει το περιθώριο προσωρινών απωλειών στην κερδοφορία της, προκειμένου να «κερδίσει την αγορά».

 

Η αμφιλεγόμενη ρήτρα ISDS (σύστημα διευθέτησης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών)

Η ρήτρα ISDS είναι ένα ιδιωτικό σύστημα διαιτησίας που θα λύνει τις διαφορές των επενδυτών με τα κράτη, όταν οι πρώτοι θεωρούν ότι οι νομοθεσία των κρατών με τα οποία συναλλάσσονται θίγει τα αναμενόμενα ή πραγματικά κέρδη τους. Αυτό συνιστά θεσμική εκτροπή, γιατί αντιμετωπίζει τις εταιρείες σα να ήταν κράτη. Οι εταιρείες δεν είναι δυνατό να έχουν τους ίδιους στόχους, τα ίδια συμφέροντα ή τη νομιμοποίηση που έχουν τα κράτη. 
Η ρήτρα αυτή δεν είναι καινούρια. Περιλαμβάνεται σε πολλές εμπορικές συμφωνίες. Η CETA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου μεταξύ ΕΕ και Καναδά), που θεωρείται αδελφάκι της TTIP και το πιλοτικό της σχέδιο και δεν έχει ακόμα εγκριθεί από το Κοινοβούλιο, περιλαμβάνει αυτή την καταχρηστική και αντιδημοκρατική ρήτρα.
Έχουμε πολλά παραδείγματα σχετικά με τη λειτουργία της ρήτρας ISDS. Η περίπτωση της Αιγύπτου είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική: μια γαλλική εταιρεία, η Veolia, απείλησε με αγωγή το αιγυπτιακό κράτος όταν η κυβέρνησή του επρόκειτο να νομοθετήσει την αύξηση του κατώτερου μισθού κατά 50 ευρώ ετησίως. Η πολυεθνική, που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα, θεώρησε ότι ο νόμος αυτός θα μείωνε τα κέρδη της. Υπήρχαν, λοιπόν, τρεις επιλογές: α) το αιγυπτιακό κράτος να αποζημιώσει την εταιρεία καταβάλλοντάς της τα διαφυγόντα κέρδη, β) να προσφύγουν και οι δύο σε μια ιδιωτική διαιτησία προκειμένου η διαφορά να εκδικαστεί με πολύ υψηλό κόστος που θα πληρωνόταν με δημόσιο χρήμα της Αιγύπτου και,  γ) το αιγυπτιακό κράτος να υποχωρήσει καταψηφίζοντας την πρόταση αύξησης των μισθών. 
Η Αίγυπτος επέλεξε την τρίτη λύση. Και στις τρεις περιπτώσεις, αυτοί που θα ζημιώνονταν ήταν οι πολίτες: είτε μέσω της καταστρατήγησης των δικαιωμάτων τους, είτε μέσω της αποζημίωσης των εταιρειών με δημόσιο χρήμα, ή, τέλος, μέσω της πληρωμής του υψηλού κόστους του ιδιωτικού διαιτητικού δικαστηρίου, το οποίο στελεχώνεται από δικηγόρους μεγάλων πολυεθνικών. 
Η Αίγυπτος επέλεξε τo «πάγωμα ρυθμίσεων» που σημαίνει ότι τα κράτη σταματούν να νομοθετούν ή να ρυθμίζουν ορισμένα εργασιακά, περιβαλλοντικά ή κοινωνικά ζητήματα από φόβο να μην μηνυθούν από τις εταιρείες οι οποίες πιστεύουν ότι θα έχουν απώλειες στα κέρδη τους. Είναι μια απόδειξη της διαστροφής και της απάνθρωπης απληστίας των μεγάλων πολυεθνικών που δεν αναγνωρίζουν ούτε σύνορα, ούτε χώρες ούτε τι σημαίνει αξιοπρέπεια.

Η Διατλαντική Συμφωνία ΤΤΙΡ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Πρόσφατα, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, γίναμε μάρτυρες ενός επαίσχυντου και ελεεινού θεάματος κατάχρησης της δημοκρατίας και εργαλειοποίησης των θεσμών προς όφελος των ολίγων. Στην Ολομέλεια του Ιουνίου θα γινόταν συζήτηση και ψηφοφορία για μια έκθεση αναφορικά με τη Διατλαντική Συμφωνία. Την είχε συντάξει το ίδιο το Κέντρο Διεθνούς Εμπορίου (ITC) που συντονίζει τις διαπραγματεύσεις. Η έκθεση αυτή περιέχει μόνο συστάσεις και τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πάνω στο θέμα. Η τελική απόφαση ανήκει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή που έχει και την ευθύνη των διαπραγματεύσεων. Η ήδη αποδυναμωμένη εξουσία του Κοινοβουλίου δέχθηκε άλλο ένα πλήγμα όταν η ψήφιση, αλλά και η ίδια η συζήτηση, ακυρώθηκαν την τελευταία στιγμή. Η αιτιολογία ήταν τεχνική και διαδικαστική, μιλούσε για μεγάλο αριθμό τροποποιήσεων και δεν έγινε πιστευτή. Στην πραγματικότητα, ο λόγος της ακύρωσης ήταν η ρήτρα ISDS. Ο Μεγάλος Συνασπισμός στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μεταξύ του Λαϊκού Κόμματος, των Φιλελευθέρων και των Σοσιαλδημοκρατών δεν κατέληξε σε συμφωνία για την αμφιλεγόμενη ρήτρα. Οι πιέσεις που ασκήθηκαν από την κοινωνία των πολιτών και η ευρεία κινητοποίηση σε όλη την Ευρώπη ώθησαν πολλούς Ευρωπαίους σοσιαλιστές να ταχθούν με τη θέση της Ενωμένης Αριστεράς και των Πράσινων: κατηγορηματική απόρριψη της ρήτρας ISDS. Δηλαδή, η πλειοψηφία των βουλευτών του Ευρωκοινοβουλίου θα καταψήφιζε το σύστημα ιδιωτικής διαιτησίας. Έτσι, δημιουργήθηκε ρήγμα στους κόλπους του Μεγάλου Συνασπισμού το οποίο δεν μπορούσαν να αποδεχτούν οι υπέρμαχοι της Διατλαντικής Συμφωνίας. Γι’ αυτό ανέβαλαν την ψηφοφορία και τη συζήτηση μέχρι νεωτέρας. Φαίνεται ότι αποδέχονται τη δημοκρατία μόνο όταν νικούν, ενώ όταν χάνουν στρέφονται σε πολιτικές και σε συμφωνίες που γίνονται πίσω από τις πλάτες των πολιτών.
Είναι, επομένως, σαφές ότι η ρήτρα ISDS δεν είναι ένα απλό τμήμα της Διατλαντικής Συνθήκης, αλλά ο θεμέλιος λίθος της. Η Συνθήκη δεν έχει καμιά αξία χωρίς αυτήν.

 

Οι πολίτες εναντίον της ολιγαρχίας: ο αγώνας συνεχίζεται

Η Διατλαντική Συμφωνία δεν είναι μια μάχη μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ. Είναι ένας αγώνας ανάμεσα στους πολίτες και την οικονομική εξουσία. Οι αμερικανικές κοινωνικές πλατφόρμες έχουν επίσης κινητοποιηθεί προκειμένου να δηλώσουν την άρνησή τους σε αυτήν τη συμφωνία εμπορίου. Επιπλέον, περισσότερα από τριάντα μέλη του αμερικανικού Κονγκρέσου έστειλαν επιστολή στον Ομπάμα με την οποία ζητούσαν την αναστολή των διαπραγματεύσεων για την TPP (Trans-Pacific Partnership), δίδυμο αδελφάκι της Διατλαντικής Συμφωνίας ΤΤΙΡ, αλλά με χώρες του Ειρηνικού. Αυτά συμβαίνουν στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού και δείχνουν ότι ο αγώνας είναι κοινός, ενάντια στις εξουσίες και τις ολιγαρχίες.
Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται ακόμη και είναι πολύ πιθανό να συνεχιστούν ως το τέλος του 2016. Επομένως, έχουμε ακόμη χρονικό περιθώριο να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε στους δρόμους και να ζητάμε από τους αντιπροσώπους μας σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης να απαιτήσουν ένα δεσμευτικό δημοψήφισμα, ώστε αυτοί που θα αποφασίσουν να είναι οι πολίτες. Είναι θέμα δημοκρατίας και πολιτικής ευθύνης, γιατί αυτή η συμφωνία θα αλλάξει ριζικά τη ζωή μας, τo κράτος δικαίου και τις δημοκρατίες μας (που είναι ήδη εξασθενημένες, με ένα αντιπροσωπευτικό σύστημα που ξεφτίζει όλο και πιο πολύ).
Ευρωπαϊκή καμπάνια για τη συλλογή υπογραφών: https://stop-ttip.org