Η Πολωνία και η Αριστερά μετά τις τοπικές εκλογές

Οι πρόσφατες τοπικές εκλογές στην Πολωνία κυριαρχήθηκαν για άλλη μια φορά από τα δυο μεγάλα δεξιά κόμματα της χώρας: το Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης (PiS) και την Πλατφόρμα Πολιτών (PO). Επιπλέον, ανέδειξαν την αδυναμία της πολωνικής Αριστεράς, που περιθωριοποιήθηκε κι άλλο σε αυτές τις εκλογές.

Όμως, οι τοπικές εκλογές στην Πολωνία αποκάλυψαν και τα εκλογικά όρια του PiS και της PO, και ανέδειξαν την πιθανότητα ίδρυσης μιας νέας ενωτικής αριστερής δύναμης στην πολιτική σκηνή της Πολωνίας.

Η κυριαρχία της Δεξιάς

Η πολιτική στην Πολωνία μονοπωλείται από το PiS και την PO τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Μετά από δυο θητείες διακυβέρνησης από την PO, το PiS σχημάτισε την πρώτη κυβέρνηση πλειοψηφίας στη σύγχρονη ιστορία της Πολωνίας το 2015. Το κόμμα συνδυάζει τον συντηρητισμό και τον αυταρχισμό, με λίγες δαπάνες κοινωνικής προστασίας που το καθιέρωσαν ως ηγετικό κόμμα στη χώρα. Η μείζων αντιπολίτευση στο PiS απέτυχε να προτείνει μια θετική συνεκτική εναλλακτική πρόταση και, αντ΄ αυτής, αυτοπροσδιορίστηκε σχεδόν αποκλειστικά ως «αντι-PiS». Την περίοδο που προηγήθηκε των τοπικών εκλογών, η PO σχημάτισε μια νέα εκλογική συμμαχία, τη Συμμαχία Πολιτών (ΚΟ). Πρόκειται για μια συνεργασία με το άλλο μεγάλο φιλελεύθερο κόμμα Novoczesna (Σύγχρονο), καθώς και με ένα τμήμα ψηφοφόρων της Αριστεράς που υποστηρίζουν την επιφανή πολιτικό Μπάρμπαρα Νοβάτσκα και την οργάνωσή της Inicjatywa Polska (Πολωνική Πρωτοβουλία).

Η πλήρης αντίθεση μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης είναι αυτή που ώθησε τους ψηφοφόρους στις κάλπες. Η Πολωνία ιστορικά, έχει πολύ χαμηλά ποσοστά προσέλευσης, φέτος όμως τα ποσοστά ήταν αισθητά υψηλότερα σε σχέση με τις προηγούμενες τοπικές εκλογές: 55% στον πρώτο γύρο και 49% στον δεύτερο.

Νίκη του PiS;

Παρά τις κραυγές νίκης των εκπροσώπων της ΚΟ, το PiS αναδείχθηκε και από αυτές τις εκλογές ως το μεγαλύτερο πολιτικό κόμμα.

Στον ακόλουθο πίνακα παρατίθενται τα αποτελέσματα των μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων και των αριστερών κομμάτων που συμμετείχαν στις τοπικές εκλογές του 2018, σε σύγκριση με τις προηγούμενες τοπικές εκλογές, του 2014, και τις βουλευτικές του 2015. Όπως βλέπουμε, το PiS αύξησε σημαντικά τις ψήφους του σε σύγκριση με το 2014, με το συνολικό ποσοστό του να αυξάνεται κατά περίπου 8%, γεγονός που του εξασφάλισε 80 συμβούλους παραπάνω. Αντιθέτως, η ΚΟ δεν επαύξησε τις ψήφους που η ΡΟ είχε λάβει το 2014, με το συνολικό εκλογικό ποσοστό της να παραμένει σταθερό, παρότι κατάφερε να κερδίσει άλλους 15 συμβούλους. Το ποσοστό του Πολωνικού Κόμματος Αγροτών (PSL) μειώθηκε στο μισό σε σχέση με το 2014 και ο αριθμός των συμβούλων του μειώθηκε κατά 87.

Το PiS είναι το μόνο κόμμα που αύξησε τις ψήφους του σε εθνικό επίπεδο, σε σύγκριση με το 2014, κατακτώντας τα μεγαλύτερα ποσοστά που έλαβε ποτέ σε τοπικές εκλογές. Κατάφερε να κερδίσει τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών στα 9 από τα 16 επαρχιακά συμβούλια και την πλειοψηφία σε 7 από αυτά (σε σχέση με ένα, το 2014). Το PiS έθεσε υπό τον έλεγχό του την πλειοψηφία των τοπικών συμβουλίων και, ενώ πριν είχε τον έλεγχο σε μια μόνο επαρχία, τώρα ελέγχει το 1/3 των επαρχιών.

Αποτελέσματα των τοπικών εκλογών του 2018 και του 2014 και αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών του 2015

PiS

KO (PO)

PSL

SLD

Kukiz

Razem

Πράσινοι

Ποσοστά 2018

34.13

26.97

12.07

6.62

5.63

1.57

1.15

Αριθμός εδρών 2018

254

194

70

11

Ποσοστά 2014

26.89

26.29

23.88

8.79

Αριθμός εδρών 2014

171

179

157

28

Ποσοστά βουλευτικών εκλογών 2015

37.58

24.09[1]

5.13

7.55

8.81

3.62

Οι πόλεις και η ύπαιθρος

Παρά την προφανή νίκη του, πολλοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι τα εκλογικά αποτελέσματα του PiS ήταν σχετικά φτωχά. Αυτό οφείλεται μερικώς στο ότι τα ποσοστά του ήταν χαμηλότερα από τις βουλευτικές εκλογές του 2015 και κάτω από εκείνα που προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. Όμως, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών με εκείνα των βουλευτικών. Για παράδειγμα, στις τοπικές εκλογές οι πιο πολλοί ψηφίζουν με κριτήριο τα τοπικά ζητήματα και τους τοπικούς υποψηφίους. Υπήρξαν πολλοί υποψήφιοι που δεν ανήκαν σε κόμματα και, επιπρόσθετα, το PSL παραδοσιακά αποσπά πολύ μεγαλύτερα ποσοστά στις τοπικές εκλογές από ότι στις βουλευτικές.  

Ωστόσο, η ΚΟ, παρά τη σχετικά κακή εικόνα της σε εθνικό επίπεδο, κατάφερε να αποσπάσει σημαντικές νίκες σε πολλές μεγάλες πόλεις. Η ΚΟ κέρδισε το 46% των ψήφων σε πόλεις με πληθυσμό άνω των 500.000 κατοίκων, ενώ απέσπασε μόνο 23,9% σε πόλεις με λιγότερους από 50.000 κατοίκους και 13,5% στην ύπαιθρο. Οι υποψήφιοί της (ή όσοι υποστηρίζονταν από αυτήν) κέρδισαν τις δημοτικές εκλογές σε πολλές μεγάλες πόλεις της χώρας, όπως η Βαρσοβία, το Βρόστλαφ, η Κρακοβία, το Πόζναν και το Λοτζ. Στη Βαρσοβία, για παράδειγμα, ο υποψήφιος της ΚΟ απέσπασε 56,67% των ψήφων, σε σχέση με το 28,53% του υποψηφίου του PiS.

Δεν είναι όμως αλήθεια ότι το PiS τα πήγε άσχημα μόνο στις μεγάλες πόλεις. Το PiS κέρδισε μόνο 4 από τους 107 δήμους σε όλες τις πόλεις της χώρας, ενώ το 2014 είχε κερδίσει 11. Το PiS, επομένως, υπέστη ήττες όχι μόνο στις μεγάλες, αλλά και στις μικρές και μετρίου μεγέθους πόλεις. Αυτό σημαίνει ότι έχασε δήμους ακόμη και σε περιφέρειες στις οποίες απέσπασε την πλειοψηφία των επαρχιακών συμβουλίων. Η μεγαλύτερη πόλη στην οποία το PiS κατάφερε να κερδίσει την εκλογική αναμέτρηση για τον Δήμο ήταν το Ζάμοστς, με πληθυσμό μόλις 65 χιλιάδες κατοίκους.

Τα παραπάνω αποτελέσματα καταρρίπτουν την απλοϊκή σκέψη ότι το PiS κερδίζει τις εκλογές στο «συντηρητικό» ανατολικό τμήμα της χώρας και η ΡΟ στο πιο «φιλελεύθερο» δυτικό. Αυτές οι εκλογές απέδειξαν κυρίως ότι υπάρχει μια βαθιά διαίρεση ανάμεσα στους ψηφοφόρους που ζουν σε αστικές και εκείνους που μένουν σε αγροτικές περιοχές. Επομένως, ενώ το PiS κατάφερε να αυξήσει το εκλογικό του ποσοστό σε εθνικό επίπεδο, δεν μπόρεσε να βρει απήχηση στους ψηφοφόρους των πόλεων. Αυτό αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για την πολιτική του ηγεμονία, γιατί η πολιτική του βάση είναι συγκεντρωμένη σχεδόν αποκλειστικά στα χωριά και την ύπαιθρο. 

Ωστόσο, οι ήττες του PiS στις δημοτικές εκλογές δεν μεταφράστηκαν πάντα σε νίκες για την ΚΟ. Εξήντα πέντε δήμοι κερδήθηκαν από ανεξάρτητους υποψήφιους, έναντι είκοσι πέντε που κέρδισε η ΚΟ (ακόμη και το SLD απέσπασε 6 δήμους). Επομένως, υπάρχει ένα μεγάλο τμήμα του εκλογικού σώματος σε μικρές και μετρίου μεγέθους πόλεις που είναι δυσαρεστημένο από την κυβέρνηση του PiS αλλά δεν στηρίζει υποχρεωτικά την ΚΟ ή την ΡΟ.   

Οι κοινωνικές διαιρέσεις

Αυτές οι εκλογές ανέδειξαν τις έντονες κοινωνικές διαιρέσεις που διατρέχουν σήμερα την κοινωνία της Πολωνίας. Για παράδειγμα, 33,4% των ψηφοφόρων με ανώτερη εκπαίδευση ψήφισαν την ΡΟ, σε σύγκριση με 23,1% που προτίμησαν το PiS. Αντιθέτως, 44,9% των αποφοίτων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στήριξαν το PiS, έναντι 13,5% που ψήφισαν την ΚΟ. Αυτή η διαίρεση μπορεί να γίνει πιο κατανοητή αν κοιτάξουμε πώς ψήφισαν άνθρωποι από διαφορετικές επαγγελματικές κατηγορίες (στον ακόλουθο πίνακα). Εδώ μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι το PiS κέρδισε αισθητά μεγαλύτερα ποσοστά στις κατηγορίες των αγροτών, των εργατών και των συνταξιούχων, ενώ η ΡΟ υπερίσχυσε στους επιχειρηματίες, τους διευθυντές επιχειρήσεων, τους μάνατζερ και τους εξειδικευμένους εργαζόμενους.  

Οι ψήφοι του PiS και της KO ανά επαγγελματική κατηγορία

PiS

PO

Αγρότες

42.8

8.5

Εργάτες

38.8

15.8

Συνταξιούχοι

41.9

13.6

Επιχειρηματίες

22.7

36.7

Διευθυντές, Μάνατζερ, Εξειδικευμένοι Εργαζόμενοι

20.8

35.8

Τα όρια της εκλογικής επιρροής του PiS και της ΡΟ

Οι τοπικές εκλογές απέδειξαν ότι το PiS και η PO εξακολουθούν να κυριαρχούν στην πολιτική της Πολωνίας, υπάρχει ωστόσο ένα σαφές όριο στην εκλογική τους επιρροή. Τα ποσοστά του PiS στις πόλεις, στις κατηγορίες των εξειδικευμένων εργαζόμενων και εκείνων με ανώτερη εκπαίδευση παραμένουν χαμηλά. Παρότι υπερέχει αριθμητικά στις βουλευτικές εκλογές χάρη στην ψήφο των κατοίκων στα χωριά και τις μικρές πόλεις, η διακυβέρνηση θα είναι δύσκολη για το PiS με τόσο χαμηλά ποσοστά στις πόλεις. Η στρατηγική του ήταν να οργανώσει την προεκλογική του εμφάνιση με στόχο την υπερίσχυσή του έναντι του PSL στα χωριά και τις μικρές πόλεις, μέσω μιας επιθετικής εκστρατείας. Στην πραγματικότητα, η στρατηγική αυτή επέτρεψε την άνοδο της ΚΟ στις μεγάλες πόλεις. Επιπλέον, δεν προσπάθησε να προσελκύσει τους πιο φιλελεύθερους ψηφοφόρους.

Προς το τέλος της προεκλογικής εκστρατείας, το PiS έκανε κάποιες προεκλογικές εκπομπές με σκληρό αντιμεταναστευτικό περιεχόμενο, όπου λεγόταν ότι οι τοπικές διοικήσεις που ελέγχονται από την ΚΟ θα θέσουν σε κίνδυνο τους τοπικούς πληθυσμούς, γιατί θα επιτρέψουν την εγκατάσταση προσφύγων. Μια τόσο απροκάλυπτα αντιδραστική εκστρατεία δεν κατάφερε να λειτουργήσει υπέρ του PiS, ενώ θα είναι δύσκολο γι’ αυτό να αυξήσει τις ψήφους του στις βουλευτικές εκλογές του επόμενου χρόνου, εξαιτίας της χαμηλής δημοφιλίας της κυβέρνησης σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Εντωμεταξύ, οι τοπικές εκλογές επιβεβαίωσαν ότι η ΡΟ δεν μπορεί να αναμετρηθεί με το PiS πέρα από τις μεγάλες πόλεις και τα πιο προνομιούχα τμήματα του εκλογικού σώματος. Παρά τη δημιουργία μιας νέας συμμαχίας με άλλες αριστερές φιλελεύθερες δυνάμεις, τα συνολικά ποσοστά όλων αυτών των κομμάτων συρρικνώθηκαν σε σχέση με το 2015 και οι ψήφοι τους αντλούνται πλέον σχεδόν αποκλειστικά από τις μεγαλύτερες πόλεις και τους πλούσιους ή με υψηλή μόρφωση ψηφοφόρους.

Και η Αριστερά;

Οι τοπικές εκλογές ήταν μια ήττα για την Αριστερά. Η οποία διασπάστηκε σε διάφορες εθνικές και τοπικές πρωτοβουλίες, ενώ ένα τμήμα της συμμάχησε με την ΚΟ. Οι δυο κύριες αριστερές επιτροπές που πήραν μέρος στις εκλογές ήταν: η Επιτροπή Συνασπισμού της Αριστερής Δημοκρατικής Συμμαχίας και του Αριστερά Μαζί (SLDLewica Razem) και η Επιτροπή του Κόμματος Razem[2]. Στη γενική ήττα της Αριστεράς συνέβαλε το γεγονός ότι οι εκλογές είχαν την αξία δημοψηφίσματος για τα τοπικά συμβούλια και τις τοπικές αρχές των μεγαλύτερων πόλεων. Ο κόσμος έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα στο κοινωνικό και εθνικο-συντηρητικό PiS, και τη φιλελεύθερη και φιλοδημοκρατική αντιπολίτευση της ΚΟ. Η απουσία μιας σαφούς και βιώσιμης εναλλακτικής πρότασης απέναντι σε αυτές τις δεξιές συμμαχίες σημαίνει ότι η Αριστερά παρέμεινε απομονωμένη. Το εθνικό ποσοστό του Συνασπισμού SLDLewica Razem υποχώρησε πάνω από δυο ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2014. Κέρδισαν νέες έδρες μόνο σε έξι επαρχίες, χάνοντας 17 έδρες στα τοπικά συμβούλια σε σχέση με το 2014. Στο μεταξύ, οι Πράσινοι και το Κόμμα Razem (που συμμετείχαν για πρώτη φορά σε τοπικές εκλογές, δεν κέρδισαν καμιά έδρα δημοτικού συμβούλου σε εθνικό επίπεδο, ενώ και τα δυο μαζί απέσπασαν μόνο 2,5% των ψήφων.    

Τι σημαίνει αυτή η κατάσταση για την Αριστερά συνολικά;

Οι τοπικές εκλογές του 2018 δεν απέφεραν -όπως ανέμεναν ορισμένοι- κάποια μείζονα αλλαγή στην πολιτική ζωή της Πολωνίας ούτε ιδιαίτερα οφέλη για την Αριστερά. Ούτε, όμως, μπόρεσαν να την εξαλείψουν από την πολιτική σκηνή.

Η Αριστερά πλήρωσε, για άλλη μια φορά, ακριβά την απουσία ενότητας στο εσωτερικό της. Οι ψηφοφόροι που συνδέονται με τις παραδόσεις και τις αξίες της Αριστεράς επέλεξαν διαφορετικές εκλογικές λίστες: αριστερές, τοπικές ή φιλελεύθερες. Στη Βαρσοβία, ο Πιοτρ Γκούζιαλ (πρώην μέλος του SLD και τοπικός κοινωνικός ακτιβιστής) μέχρι που στήριξε τον υποψήφιο δήμαρχο του PiS. Αυτό επέφερε σύγχυση στην Αριστερά και αποθάρρυνε τους πιθανούς ψηφοφόρους της.

Η ιδέα της δημιουργίας αριστερών συμμαχιών από τις οποίες αποκλείστηκε το SLD και ο συνασπισμός του δεν ήταν επιτυχής. Ο συνασπισμός του SLD για άλλη μια φορά -παρά τα σχετικά φτωχά εκλογικά του αποτελέσματα- απέδειξε ότι είναι η πιο αναγνωρίσιμη δύναμη της Αριστεράς.

Τα φτωχά αποτελέσματα των μικρότερων αριστερών κομμάτων (Razem και Πράσινοι) τους έκαναν να ανακοινώσουν ότι είναι πρόθυμοι να εξετάσουν τη συνεργασία τους με άλλα αριστερά κόμματα, μεταξύ αυτών και με το SLD, ενόψει των εκλογών για το Ευρωκοινοβούλιο και των βουλευτικών εκλογών της Πολωνίας το 2019.

Κάποιοι στην Αριστερά εξακολουθούν να υποστηρίζουν τη συνεργασία με την ΡΟ κατά του PiS και της ακροδεξιάς. Εμπνέονται από το παράδειγμα της Inicjatywa Polska στις τοπικές εκλογές, μια στρατηγική που προώθησαν ορισμένα μέλη του SLD.

Η μεγάλη πορεία την Ημέρα της Ανεξαρτησίας, 11 Νοεμβρίου (που οργάνωσε η ακροδεξιά μέσω των οργανώσεών της και υποστήριξε η κυβέρνηση), δείχνει ότι η απειλή του αυταρχισμού, ακόμη και του φασισμού, είναι πολύ πραγματική για την Πολωνία. Όμως, τίθεται ένα σοβαρό ερώτημα: πόσο σωστό είναι η Αριστερά να έχει στενές σχέσεις με τους φιλελεύθερους πολιτικούς που είναι υπεύθυνοι για την εξέλιξη αυτή; Δεν αμφιβάλλει κανείς ότι υπάρχει ανάγκη για συνεργασίες, αλλά σημαίνει αυτό ότι θα πρέπει να εγκαταλείψουμε το πρόγραμμά μας και να βρεθούμε στις γραμμές ενός φιλελεύθερου κινήματος της αντιπολίτευσης; 

Ένας νέος πολιτικός πρωταγωνιστής εμφανίστηκε στα αριστερά του εκλογικού φάσματος, που μπορεί να αποτελέσει ελπίδα ή απειλή για την Αριστερά: ο Ρόμπερτ Μπιέντρον. Ο Μπιέντρον ήταν Δήμαρχος της πόλης Σλουπσκ: πρώην βουλευτής του φιλελεύθερου αντικληρικαλιστικού κόμματος Nasz Ruch (Το Κίνημά μας), πρώην ακτιβιστής του SLD και ιδρυτικό μέλος της Εκστρατείας κατά της Ομοφοβίας. Ανακοίνωσε ότι θα ιδρύσει ένα νέο πολιτικό κίνημα που θα συσπειρώσει τους ψηφοφόρους που είναι απογοητευμένοι από τα μεγάλα πολιτικά κόμματα και αναζητούν μια νέα εναλλακτική λύση απέναντι στην ΡΟ και το PiS. Πρόσφατα, ταξίδεψε σε όλη τη χώρα, οργανώνοντας συναντήσεις με ψηφοφόρους και προσπαθώντας να δημιουργήσει τοπικές πολιτικές δομές. Όμως, το πολιτικό του πρόγραμμα παραμένει ασαφές. Πέρα από διακηρύξεις για τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον σεβασμό και τον φιλοευρωπαϊσμό, τίποτα δεν είναι ακόμη γνωστό για το νέο του πρόγραμμα.

Ανάμεσα σε αυτούς που τον στηρίζουν και ηγούνται της νέας πολιτικής του πρωτοβουλίας υπάρχουν και σοσιαλδημοκράτες και φιλελεύθεροι, πράγμα που σημαίνει ότι προσπαθεί να δημιουργήσει μια νέα κεντροαριστερή δύναμη στην Πολωνία. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είχε συναντήσεις με εκπροσώπους και των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατικών αλλά και ανθρώπων του κύκλου του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν. Μένει να φανεί αν αυτό θα αποτελέσει ένα νέο άνοιγμα για την Αριστερά ή μια ακόμη προσπάθεια δημιουργίας ενός φιλελεύθερου κεντρώου κόμματος στην Πολωνία.

Υπάρχει ακόμα η δυνατότητα δημιουργίας σημαντικών πολιτικών δυνάμεων στα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας. Τα νέα προγράμματα που εμφανίζονται στο χώρο της Αριστεράς δεν παρουσιάζουν καινοτομίες. Η πολωνική Αριστερά δεν διατυπώνει νέες ιδέες, δεν αντλεί μαθήματα από το παρελθόν και δεν κάνει την τομή στην προηγούμενη σχέση της με τον νεοφιλελευθερισμό και τον μπλερικό Τρίτο Δρόμο.

Οι πρόσφατες εκλογικές ήττες δημιούργησαν μια νέα δυναμική συνεργασίας ανάμεσα στις δυνάμεις της Αριστεράς, στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός νέου ενωτικού κινήματος κατά της Δεξιάς. Η απειλή, ωστόσο, μεγαλύτερης αποδυνάμωσης και διάσπασης της Αριστεράς είναι σοβαρή. Η Αριστερά πρέπει να δημιουργήσει ένα πλαίσιο συνεργασίας προκειμένου να ανακτήσει τους οπαδούς της στις επερχόμενες Ευρωπαϊκές και βουλευτικές εκλογές του 2019, αλλά και στις Προεδρικές που ακολουθούν, το 2020.


[1] Σε αυτές τις εκλογές το κόμμα Σύγχρονο κατέβηκε αυτόνομα, αποσπώντας 7,6% των ψήφων.

[2] Ας σημειωθεί ότι ο Συνασπισμός SLDLewica Razem δεν έχει καμιά σχέση με το Κόμμα Razem. Ήταν μια συμμαχία του SLD με κάποιες μικρότερες αριστερές δυνάμεις.

Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου