Η Γερμανία στον δρόμο προς ένα συνασπισμό Σοσιαλημοκρατών-Πράσινων-Φιλελεύθερων

Η επιτυχία του σχηματισμού μιας κυβέρνησης «φωτεινού σηματοδότη» εξαρτάται, πέρα από τα προαναφερθέντα κόμματα, και από μια ευρεία κοινωνική συναίνεση. Το κείμενο της διαβούλευσης είναι πιο πράσινο και πιο κοινωνικό από την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, χωρίς όμως να ξεφεύγει από τη λογική του νεοφιλελευθερισμού.

Μια ευδιάκριτη πλειονότητα στη Γερμανία επιθυμεί και αλλαγές και σταθερότητα σε ίσες αναλογίες. Ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης απαιτεί αλλαγές και, κυρίως, επενδύσεις για την απαραίτητη ανασυγκρότηση και, βεβαίως, θεωρεί απαραίτητο να ενισχυθεί ξανά η κοινωνική συνοχή. Όλα αυτά όμως, με κριτήριο την αναλογία και τη διακριτικότητα. Αυτά ακριβώς πρεσβεύει ο Όλαφ Σολτς ως πρόσωπο, ως νέος καγκελάριος και ως εγγυητής μιας στιβαρής πολιτικής τύπου Μέρκελ. Κατά συνέπεια, σχεδόν 60% των Γερμανών τάσσονται υπέρ ενός «συνασπισμού φωτεινού σηματοδότη» [τον αποκαλούν έτσι λόγω του κόκκινου, του πράσινου και του κίτρινου, που είναι τα χρώματα των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων (FDP) αντίστοιχα], δίνοντας στον νέο Καγκελάριο, Όλαφ Σολτς, ποσοστό 76%.

Τα βασικά

Το πρόγραμμα που περιέχει το 12σέλιδο κείμενο διαβούλευσης δείχνει πιο πράσινο και πιο κοινωνικό από την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, χωρίς όμως να ξεφεύγει από τη λογική του νεοφιλελευθερισμού. Η ουσιαστική γραμμή σύγκρουσης, το σημείο καμπής απέναντι στο οποίο η κυβέρνηση θα πρέπει να επιλέξει, συμπυκνώνεται στην ανεπίλυτη αντίφαση που χαρακτηρίζει τις μεγάλες επενδυτικές πρωτοβουλίες: ενίσχυση της δημόσιας φροντίδας, επέκταση του τομέα έρευνας και ανάπτυξης, μεγαλόπνοο πρόγραμμα κατασκευής κατοικιών, αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου και διατήρηση του συνταξιοδοτικού πλαισίου από τη μια, απόρριψη των φορολογικών αυξήσεων και της φορολόγησης του πλούτου, μαζί με διατήρηση της απαίτησης για ισοσκελισμένο προϋπολογισμό από την άλλη. Πρέπει επίσης να δούμε, αν το αντίκρισμα για τις αυξήσεις των μισθών και τη διατήρηση του επιπέδου των συντάξεων θα είναι τα ευέλικτα ωράρια, όπως εικάζεται, κατά παράβαση των όρων των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ή η υιοθέτηση του κεφαλαιοποιητικού συνταξιοδοτικού συστήματος. Το κατά πόσον, πέραν αυτού, προκύψει σύγκρουση και στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, παραμένει ανοιχτό, σε σχέση με την αναφορά του κειμένου στο μερίδιο ευθύνης της Γερμανίας, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, για την –σε στενή συνεργασία με τη Γαλλία– αναβάθμιση του εξοπλισμού του γερμανικού στρατού, σε σχέση με την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ εθνικών και ευρωπαϊκών στρατών, τη στρατηγική ασφάλειας της Γερμανίας και την ανακοινωθείσα πρωτοβουλία υπέρ των αφοπλισμών.

Ως προς όλα τα παραπάνω, το κείμενο της διαβούλευσης είναι ασαφές. Επομένως, τα κοινωνικά κινήματα και, βέβαια, και το Die LINKE, πρέπει επειγόντως να διατυπώσουν την κριτική τους. Αλλά το να κατηγορούμε τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους ότι δεν αντιμετωπίζουν με συνέπεια τα κοινωνικά προβλήματα, δεν προτείνουν βιώσιμες και αποτελεσματικές λύσεις για την προστασία του κλίματος, δεν αρκεί για να οδηγήσει σε πραγματική αλλαγή του προσανατολισμού της πολιτικής. Αντίθετα, οι αναφορές του κειμένου διαβούλευσης σε κοινωνικές βελτιώσεις όπως: η αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου στα 12 ευρώ ή η υπεράσπιση των συντάξεων, η κατασκευή πολυκατοικιών που θα δημιουργήσει 400.000 νέα διαμερίσματα, τα 100.000 εκ των οποίων επιδοτούμενα, θα επιτρέψουν στους Σοσιαλδημοκράτες να καθιερωθούν ως το κόμμα που καταφέρνει να εφαρμόσει πολιτική υπέρ της κοινωνικής δικαιοσύνης κάτω από δύσκολες συνθήκες. Επιπλέον, οι Πράσινοι –που είναι ευαίσθητοι σε κοινωνικά ζητήματα– θα εμφανιστούν ως το πιο κατάλληλο κόμμα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της καταστροφής του περιβάλλοντος, που συγχρόνως ενδιαφέρεται και για τη βελτίωση της καθημερινότητας. Όλα αυτά το Die LINKE, ως κόμμα που τάσσεται υπέρ της κοινωνικής δικαιοσύνης και του κοινωνικο-οικολογικού μετασχηματισμού, πρέπει να τα λάβει σοβαρά υπόψιν του.

Τι σημαίνει αυτό συγκεκριμένα;

Η ιεράρχηση των 10 κεντρικών θεμάτων, η συγκεκριμενοποίηση και στάθμισή τους είναι σημαίνουσα. Το κείμενο διαβούλευσης ξεκινά με: 1) τον εκσυγχρονισμό του κράτους, 2) την προστασία του κλίματος, 3) την εργασία, και συνεχίζει με: 4) την κοινωνική ασφάλιση, 5) τα παιδιά, την οικογένεια και την εκπαίδευση, 6) την οικονομική πολιτική, 7) την οικοδομή, 8) την ελευθερία και τη δημοκρατία, 9) τον προϋπολογισμό, ενώ τελειώνει με: 10) τον ρόλο της Γερμανίας στην Ευρώπη και τον κόσμο. Προφανώς, τα επίμαχα θέματα τοποθετήθηκαν στο τέλος και διατυπώθηκαν έτσι ώστε, αν χρειαστεί, να επιδέχονται πολλές ερμηνείες ή, οι όποιες διαφωνίες να μην οδηγήσουν σε εντάσεις πριν ακόμη από την έναρξη των διαπραγματεύσεων για τη συγκρότηση του συνασπισμού.

Το κείμενο της διαβούλευσης αναλυτικά

  1. Εκσυγχρονισμός του κράτους και της διοίκησης: Περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές. Στόχος είναι η επίτευξη ποιοτικής ζωής, με δουλειά, διαδίκτυο, καλές συγκοινωνίες και καταστήματα ανεφοδιασμού.
  2. Προστασία του κλίματος: Η προστασία του κλίματος νοείται ως μια «κοινωνική-οικολογική οικονομία της αγοράς» και περιλαμβάνει την οικολογική κατασκευή ή ανακατασκευή κατοικιών, τη χρήση εναλλακτικής και ανανεώσιμης ενέργειας, την κατάργηση της χρήσης άνθρακα έως το 2030, την υποχρέωση της τοποθέτησης ηλιακής στέγης στις νέες οικοδομές, τη χρήση του 2% των εδαφών για την εγκατάσταση αιολικών και τη δημιουργία ενός ταμείου ή ινστιτούτου αρμόδιου για τα μέτρα προσαρμογής και αντιστάθμισης. Επιπλέον, αλλάζει η νομοθεσία για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, καθώς και το πρόγραμμα της ΕΕ Fitfor55. Το πώς θα γίνει αυτό παραμένει ανοιχτό.
  3. Η ενότητα «σεβασμός και αλλαγή στην εργασία» περιλαμβάνεται στην αρχή του κειμένου. Οι λέξεις-κλειδιά εδώ είναι: «ασφάλεια» και «μάθηση» (για συνεχή αλλαγή). Η παραδοσιακή σχέση των κοινωνικών εταίρων πρέπει να διατηρηθεί. Θα εφαρμοστεί κατώτατο ωρομίσθιο 12 ευρώ. Ταυτόχρονα, το κείμενο περιλαμβάνει την εφαρμογή ευέλικτων μοντέλων στην αγορά εργασίας, με περιορισμένες δυνατότητες απόκλισης από το νομοθετικό πλάισιο όσον αφορά στις ώρες εργασίας, υπό τον όρο ότι τα εργατικά συνδικάτα ή τα εργοστασιακά συμβούλια είναι σύμφωνα. Το τελευταίο, με δεδομένη τη μείωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στα ομόσπονδα κρατίδια της Ανατολικής Γερμανίας, θα οδηγήσει σε διαφωνίες σε επίπεδο εταιρειών. Οι χαμηλόμισθες (κάτω από 450 ευρώ το μήνα) και μεσαίες (άνω των 450 και κάτω των 1.300 ευρώ το μήνα) θέσεις εργασίας θα επαναρρυθμιστούν. Όσον αφορά τις χαμηλά αμειβόμενες θέσεις, το κατώτατο όριο απασχόλησης θα είναι 10 ώρες την εβδομάδα, έναντι του κατώτατου μισθού. Αυτό ισοδυναμεί με παγίωση των επισφαλών συνθηκών απασχόλησης, πολλώ δε μάλλον που το «εισόδημα του πολίτη» (η περίφημη μεταβλητή Hartz IV: δες το επόμενο σημείο για την κοινωνική ασφάλιση) είναι ενδεικτικό του συγκεκριμένου προσανατολισμού.
  4. Σχεδιασμός της κοινωνικής ασφάλισης με τρόπο φιλικό προς τον πολίτη, αλλά χωρίς να εγκαταλείπεται η λογική που την διείπε μέχρι σήμερα: Το κοινωνικό κράτος πρέπει να συνεχίσει να παρέχει κίνητρα και να επιβάλει κυρώσεις, όταν είναι απαραίτητο. Οι πραγματικές διαφορές μεταξύ του Hartz IV που ίσχυε μέχρι σήμερα και του μελλοντικού «εισοδήματος του πολίτη», θα προκύψουν από τις διαπραγματεύσεις. Μέχρι στιγμής, το «εισόδημα του πολίτη» δείχνει να μεταφράζεται σε ένα (σε κάθε περίπτωση ήδη) αυξημένο «Schonvermögen» (το ποσό που δικαιούται ο αιτών του Hartz IV) το οποίο δεν υπολογίζεται, και στη διεύρυνση της γκάμας αποδεκτών, χάρη στην αξιοποίηση της εμπειρίας των επιδομάτων λόγω κορωνοϊού και της αύξησης του επιπέδου των επικουρικών εισοδημάτων. Ωστόσο, διατηρείται η λογική που επικρατούσε μέχρι τώρα.
    Όμως, η σύνταξη θα αναλογεί στο 48% του πρότερου εισοδήματος. Επιπλέον, δεν θα γίνει αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης. Η νόμιμη και η ιδιωτική συνταξιοδοτική κάλυψη θα παραμείνουν. Το νέο είναι η καθιέρωση του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στις κρατικές συντάξεις. Κομβικό σημείο παραμένει η προώθηση από το κράτος της παροχής συντάξεων από ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία, παρόλο που η προηγούμενη εμπειρία («συντάξεις Riester») απέτυχε.
    Στην παροχή περίθαλψης, δεν διαφαίνονται πραγματικές αλλαγές. Το πρόβλημα της έλλειψης νοσηλευτικού προσωπικού θα επιλυθεί με προσλήψεις αλλοδαπών. Παρά ταύτα, τα πρότυπα κατανομής του προσωπικού σε ομόσπονδο επίπεδο πρέπει να είναι ενιαία. Το ερώτημα εδώ είναι σε ποιο επίπεδο θα επιτευχθεί συμφωνία, δεδομένου ότι, εξαιτίας του κορωνοϊού, τα νοσοκομεία έχουν συσσωρεύσει εξωφρενικά χρέη και διατρέχουν τον κίνδυνο –όπως έχει προτείνει ήδη από το 2019 το νεοφιλελεύθερο ίδρυμα Bertelmanns Stiftung– να κλείσουν ή να πουληθούν σε ιδιώτες.
    Δεν προβλέπεται καμιά αλλαγή στην ιδιωτική και τη δημόσια ασφάλιση υγείας.
  5. Οι «ευκαιρίες για τα παιδιά, οι δυνατές οικογένειες και η καλύτερη εκπαίδευση» απαιτούν τη δια βίου μάθηση, ένα θέμα που είχε ήδη ενταχθεί στη θεματική της διαβούλευσης. Το νέο είναι η συγκέντρωση πόρων για την καθιέρωση μιας βασικής παιδικής ασφάλισης και, μετά την κατάρρευση του 2021, η προσθήκη των δικαιωμάτων του παιδιού στο Σύνταγμα. Επιπλέον, οι όροι του BAFÖG (Ομοσπονδιακός Νόμος για τα Επιδόματα Κατάρτισης) θα αλλάξουν και θα γίνουν πιο ανεξάρτητοι από το εισόδημα των γονέων.
  6. Οικονομική πολιτική: Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της γερμανικής οικονομίας θα διατηρηθεί και γι’ αυτό το κονδύλιο για έρευνα και ανάπτυξη θα αυξηθεί στο 3,5% του ΑΕΠ.
    Το ελεύθερο εμπόριο πρέπει να διέπεται από κανόνες και να ασκείται στη βάση δίκαιων κοινωνικών και οικολογικών κριτηρίων, με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Ταυτόχρονα, η Γερμανία τάσσεται υπέρ μιας ενιαίας γερμανικής και ευρωπαϊκής πολιτικής για το εμπόριο, η οποία στρέφεται κατά του προστατευτισμού και των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό μένει να φανεί. Ανακοινώνεται επίσης στο κείμενο, ότι η ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά και το ευρωπαϊκό δίκαιο περί ανταγωνισμού θα ενισχυθούν ενόψει των αθέμιτων ανταγωνιστικών πρακτικών αυταρχικών καθεστώτων.
  7. Οικοδομή και διαβίωση: αυτός ο νέος στόχος της κυβέρνησης «φωτεινός σηματοδότης» οφείλεται στην πίεση που ασκούν τα κινήματα κατά των αυξήσεων των ενοικίων και κατά των αλλαγών χρήσης (gentrification). Πιέσεις που ξεκίνησαν με το επιτυχημένο δημοψήφισμα του Βερολίνου για την απαλλοτρίωση των πολυεθνικών επιχειρήσεων που κατασκευάζουν διαμερίσματα (όπως η Deutsche Wohnen). Θα μπορούσε κανείς να πει ότι με τη συμπερίληψη της στέγασης στο κείμενο διαβούλευσης, το Die LINKE «απαλλοτριώθηκε» de facto. Εάν, όπως έχει προβλεφθεί, κατασκευάζονται 400.000 νέα διαμερίσματα ετησίως, εκ των οποίων τα 100.00 θα είναι επιδοτούμενα, αυτό θα είναι ένα «success story» για τους Σοσιαλδημοκράτες. Ωστόσο, έχει δοθεί λιγότερη βαρύτητα στην προστασία των ενοικίων. Είναι, προφανώς, προς διερεύνηση, αλλά δεν προβλέπεται η εφαρμογή πλαφόν στα ενοίκια.
  8. Ελευθερία και ασφάλεια – ισότητα και διαφορετικότητα στη δημοκρατία: Αυτές οι λέξεις-κλειδιά αντικατοπτρίζουν τις ελευθεριακές ιδέες που χαρακτηρίζουν σε μεγάλο βαθμό το αριστερό-πράσινο εκλογικό σώμα. Μέρος των ιδεών αυτών είναι ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο περί ιθαγένειας, ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο για τη μετανάστευση, με τη συμπληρωματική εφαρμογή ενός συστήματος μοριοδότησης για την πρόσληψη ξένων ειδικευμένων εργαζομένων. Η ενότητα αυτή, περιλαμβάνει και την αποτίμηση των δυνατοτήτων που έχει το κράτος να παρεμβαίνει. Πρόκειται για μια σαφή τοποθέτηση κατά του αντισημιτισμού, του ρατσισμού, του δεξιού εξτρεμισμού, του αντι-ισλαμισμού, των πολιτικών κατά των ΛΟΑΤΚΙ, η οποία όμως, βάζει και ένα όριο προς τα αριστερά, κατά του αριστερού εξτρεμισμού.
    Χρειάζεται να προαχθεί το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, καθώς και η οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών. Αυτό θα διασφαλίσει τη διαφορετικότητα και την ελεύθερη άσκηση της κουλτούρας, καθώς και το δικαίωμα ψήφου από την ηλικία των 16 ετών.
  9. Οι διατυπώσεις για τον προϋπολογισμό ήταν μέχρι σήμερα πολύ ασαφείς, ώστε ενόψει της σχεδιαζόμενης επενδυτικής επίθεσης, της ανέγερσης νέων κατοικιών, της θέσπισης κατώτατου ωρομισθίου, της διατήρησης του επιπέδου των συντάξεων αλλά και της απαίτησης για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, τίθεται το ερώτημα πώς, για παράδειγμα, οι επενδύσεις είναι εφικτές στο πλαίσιο των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και χωρίς αύξηση των φόρων –για να μην πούμε ότι δεν προβλέπεται φορολόγηση του πλούτου-. Το κείμενο συμφωνίας που θα προκύψει μετά τις διαβουλεύσεις, πρέπει να απαντά σε αυτό.
  10. «Ο ρόλος της Γερμανίας στην Ευρώπη και τον κόσμο»: είναι το τελευταίο σύνολο θεμάτων στο κείμενο της διαβούλευσης και παραμένει πολύ ασαφές.
    Αυτό που ορίζεται αρχικά είναι ότι η Γερμανία φέρει παγκόσμια ευθύνη και αυτή η ευθύνη συνίσταται στην ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στην ευθύνη που φέρει. Η Γερμανία θα εντείνει λοιπόν τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό. Ως εκ τούτου, το κείμενο αναφέρει ότι η εξωτερική πολιτική, η πολιτική ασφάλειας και ανάπτυξης πρέπει να χαραχθούν με αξιακό και πιο ευρωπαϊκό τρόπο και ότι η στρατηγική κυριαρχία της Ευρώπης πρέπει να εισχυθεί. Πιο συγκεκριμένα: «Θα καθορίσουμε τα γερμανικά συμφέροντα υπό το πρίσμα των ευρωπαϊκών συμφερόντων. Θέλουμε να ασκήσουμε μια ενεργή ευρωπαϊκή πολιτική, στην κατεύθυνση μιας ισχυρότερης γαλλο-γερμανικής εταιρικής σχέσης και σε στενή συνεργασία με το Τρίγωνο της Βαϊμάρης». Με την παραπάνω διατύπωση, το κείμενο τονίζει –παρόλες τις τρέχουσες αντιπαραθέσεις– την προνομιακή σχέση των Γερμανών με τη Γαλλία και την Πολωνία.
    Η αναφορά του κειμένου στη στενότερη συνεργασία μεταξύ των εθνικών ευρωπαϊκών στρατών, απηχεί την πρόταση του Μακρόν, στην οποία ο ρόλος της Γερμανίας ως της ισχυρότερης πολιτικής δύναμης στην Ευρώπη, θα πρέπει να συμβαδίζει με τον ρόλο της ως της ισχυρότερης στρατιωτικής δύναμης.
    Η ανάπτυξη των γερμανικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν θα αξιολογηθεί από εξεταστική επιτροπή. Ωστόσο, η παρουσία των γερμανικών δυνάμεων και αλλού, ουσιαστικά διατηρείται, ενώ ταυτόχρονα αναβαθμίζεται ο εξοπλισμός τους.
    Την ίδια στιγμή, τα κόμματα του συνασπισμού θέλουν να παρουσιάσουν μια εθνική στρατηγική για την ασφάλεια της Γερμανίας και να προωθήσουν μια πρωτοβουλία για τον αφοπλισμό, όπου η Γερμανία θα διαδραματίζει ηγετικό ρόλο στην ενίσχυση των διεθνών πρωτοβουλιών αφοπλισμού και των συμφωνιών μη επέκτασής τους.
    Λέγεται ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης έχει αποδείξει την ευελιξία του. Ως εκ τούτου, θα πρέπει: η ανάπτυξη να διασφαλιστεί σε αυτή τη βάση, η βιωσιμότητα του χρέους να διατηρηθεί και να ληφθούν μέτρα για βιώσιμες και φιλικές προς το κλίμα επενδύσεις. Το Πράσινο Ντηλ πρέπει να τηρηθεί, και οι συνομιλίες για τη συγκρότηση του συνασπισμού να επεξεργαστούν την εφαρμογή του.

Τι σημαίνει αυτό για το Die LINKE;

Ό,τι προκύψει στο τέλος των διαπραγματεύσεων, θα απεικονίζει τον συσχετισμό δυνάμεων στη Γερμανία σήμερα. Ταυτόχρονα, θα είναι συνέπεια της πίεσης που ασκείται από τα κινήματα ή τις πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών. Σε όλο αυτό, δεν πρέπει να υποτιμάται η επιρροή των οικονομικών, των χρηματοπιστωτικών και των ασφαλιστικών λόμπι καθώς και των εργοδοτικών ενώσεων. Αλλά ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο ήδη: οι Σοσιαλδημοκράτες, οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι επιθυμούν αυτόν το φωτεινό σηματοδότη. Αυτό που διακυβεύεται αυτή τη στιγμή είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει το κάθε κόμμα.

Το παραπάνω κυβερνητικό πρόγραμμα δείχνει πιο πράσινο και πιο κοινωνικό, χωρίς όμως να έρχεται σε ρήξη με τις πρακτικές ή τη λογική που επικρατούσε μέχρι τώρα. Η νεοτερικότητα, η ψηφιοποίηση και η τεχνολογική πρόοδος γενικότερα, παρουσιάζονται ως η κινητήρια δύναμη για την αντιμετώπιση των κοινωνικών προκλήσεων.

Η κριτική που ασκεί η Αριστερά στο κείμενο και η καταγγελία ότι έπρεπε να είναι πιο συνεπές στον στόχο της βιωσιμότητας, πιο φιλικό προς το κλίμα και πιο κοινωνικό, δεν αρκούν. Αντιθέτως, το γεγονός ότι το κείμενο επικεντρώνεται σε ορισμένες κοινωνικές βελτιώσεις, όπως τα ωρομίσθια, η διατήρηση του επιπέδου των συντάξεων και το πρόγραμμα κατασκευής κατοικιών, θα επιτρέψει -ειδικά- στους Σοσιαλδημοκράτες να χτίσουν ξανά το προφίλ ενός κόμματος που εργάζεται για την κοινωνική δικαιοσύνη κάτω από δύσκολες συνθήκες. Το Die LINKE πρέπει να το λάβει σοβαρά υπόψιν του. Πρέπει να προσαρμοστεί σε μια κατάσταση όπου οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι επιχειρούν την κοινωνικο-οικολογική ευθυγράμμιση των πολιτικών τους, όποια μορφή κι αν της δώσουν, επηρεάζοντας τον πολιτικό χώρο που θα απομείνει στη ριζοσπαστική Αριστερά της Γερμανίας.

Το Die LINKE πρέπει να καταφέρει να διατυπώσει και να παρουσιάσει το δικό του εναλλακτικό αφήγημα, το κοινωνικό του όραμα, με αξιοπιστία, μαζί με ανθρώπους που δρουν και σε τοπικό επίπεδο, και στα κοινωνικά κινήματα και τις πρωτοβουλίες. Γι’ αυτό, δεν αρκεί να είμαστε ισχυροί και ενεργοί μόνο στις πόλεις και να διαμορφώνουμε πολιτικά προγράμματα από τη σκοπιά της πόλης. Το Die LINKE πρέπει να εδραιωθεί και να γίνει ξανά πιο ορατό και πιο αποτελεσματικό, τόσο στην πόλη όσο και στην ύπαιθρο, στις γειτονιές, στην καθημερινή ζωή.