Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία: αντίπαλοι ή πιθανοί εταίροι;

Το εργαστήριο που έγινε στη Μαδρίτη τον Μάρτιο είχε στόχο να ερευνήσει την παρούσα κατάσταση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, με την συγκεκριμένη ανάλυση των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ολλανδίας, της Αυστρίας και του Βελγίου.

Πρόκειται για το δεύτερο εργαστήριο με θέμα τη σοσιαλδημοκρατία. Το πρώτο είχε γίνει στο Ελσίνκι, πριν από μερικούς μήνες, με τίτλο «Αναλύοντας την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία : η στάση της αριστεράς» ,  στο οποίο εξετάσαμε τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ιταλίας, Σουηδίας, της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, της Ελλάδας και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Το εργαστήριο ήταν επίσης μια προσπάθεια αναζήτησης των σχέσεων μεταξύ της σοσιαλδημοκρατίας και της ριζοσπαστικής αριστεράς σήμερα, καθώς και της στρατηγική των δύο πολιτικών οικογενειών στην Ευρώπη.

Μετά τη λήξη του εργαστηρίου, στο οποίο συμμετείχαν περίπου 20 άτομα, έγινε δημόσια εκδήλωση με τίτλο «Αριστερή πολιτική για την Ευρώπη:  ένας δρόμος γεμάτος αγκάθια», το οποίο συνδιοργάνωσαν το transform!, το Γραφείο Βρυξελλών του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ και το Ίδρυμα για μια Ευρώπη των Πολιτών (FEC).

Η Μάργκα Φερέ, πρόεδρος του FEC και μέλος του Δ.Σ. του transform!, ήταν η συντονίστρια της συζήτησης μεταξύ του Αλμπέρτο Γκαρθόν, ομοσπονδιακού συντονιστή της Ενωμένης Αριστεράς και βουλευτή του Ουνίδος Ποδέμος (Unidos Podemos), του Χουάν Κάρλος Μονεδέρο, καθηγητή και ιδρυτικού μέλος του Ποδέμος (Podemos), η Μαριάνα Μορτάγουα, βουλευτής και αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του Μπλόκο της Αριστεράς, ο Μπέπε Κάτσια, Δρ. ευρωαμερικανικών πολιτικών σπουδών και μέλος της συλλογικότητας ΓιουροΝομάντ (EuroNomade) και η Κατρίν Σαμαρί, οικονομολόγος και μέλος του Attac Γαλλίας. Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν 200 άτομα, ενώ το παρακολούθησαν σε απευθείας μετάδοση από τον ίντερνετ περίπου 2000 άτομα.

Μετά την εναρκτήρια συνεδρία από τους οργανωτές που έθεσαν τους βασικούς άξονες της συζήτησης, στο πρώτο πάνελ εξετάστηκε η σοσιαλδημοκρατία στην Ισπανία και την Πορτογαλια. Ο Ζοζέ Γκουσμάου, οικονομολόγος και σύμβουλος του Μπλόκο της Αριστεράς στο ευρωκοινοβούλιο περιέγραψε το οικονομικό και πολιτικό τοπίο στην Πορτογαλία πριν από το πρόγραμμα διάσωσης. Η χώρα ουδέποτε είχε ρυθμό ανάπτυξης μεγαλύτερο του 2% από τότε που μπήκε στην ΕΕ και μέχρι το 2013 ήταν σε συνεχή βαθιά ύφεση. Το 2013 οι τεράστιες, αν και πολύ διαφορετικές μεταξύ τους διαδηλώσεις, είχαν ως αποτέλεσμα την δημιουργία μιας νέας πολιτικής πλειοψηφίας η οποία μετά τις εκλογές του 2015, με κύριο πυλώνα την πολιτική κατά της λιτότητας, οδήγησε σε μια κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος με τη στήριξη του Μπλόκο της Αριστεράς, του Κομμουνιστικού Κόμματος και των Πράσινων.         Η συντηρητική αντιπολίτευση αποκαλεί αυτή την κυβερνητική συμμαχία «μαραφέτι», με στόχο να την γελοιοποιήσει, ισχυριζόμενη ότι οι δυνάμεις που την αποτελούν «ποτέ δεν θα καταφέρουν να συμφωνήσουν σε έναν προϋπολογισμό» ή «αν τα καταφέρουν, η οικονομία θα καταρρεύσει». Όμως, η κυβέρνηση κατάφερε μέχρι σήμερα να κάνει σημαντικά βήματα για την επίτευξη του στόχου της βελτίωσης των συνθηκών ζωής των πολιτών της Πορτογαλίας, ενώ επιπλέον άλλαξε τον συσχετισμό δυνάμεων.Το πορτογαλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα ποτέ δεν είχε μεγάλη επιρροή στα συνδικάτα και στο εργατικό κίνημα, δεδομένου ότι στην Ισπανία δεν υπάρχει κάποια ισχυρή σοσιαλδημοκρατική παράδοση, όπως σε άλλες χώρες. Σήμερα, στο κόμμα υπάρχει μια παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατική μειοψηφία που εκπροσωπείται κυρίως από νέους ανθρώπους της κομματικής βάσης και στηρίζεται από την εκλογική βάση. Ταυτόχρονα, η στάση των πολιτών στο ζήτημα της «χρήσιμης ψήφου» έχει αλλάξει. Σήμερα, οι πολίτες γνωρίζουν ότι η ψήφος σε ένα ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα είναι μια χρήσιμη ψήφος γιατί συμβάλλει στη δημιουργία προοδευτικών συνασπισμών και κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών. Επιπλέον, με δεδομένη την πίεση της κυβέρνησης από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, το Μπλόκο της Αριστεράς έχει τη δυνατότητα να λέει «όχι» και να είναι έτοιμο να αποσύρει τη στήριξή του στην κυβέρνηση αν το κόμμα καταλήξει ότι δεν μπορούν να ψηφίσουν κάποιο αντιλαϊκό μέτρο.

Ο Αρμάντο Φερνάντεζ Στάϊνκο, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κομπουτένσε (Computense) της Μαδρίτης, παρουσίασε το Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (PSOE) σε μια ιστορικο-κοινωνιολογική ανάλυση.Το PSOE ήταν πάντα μια μετριοπαθής πολιτική δύναμη, ο πιο συνεπής σύμμαχος του ισπανικού θρόνου και της θεσμικής συνέχειας. Με την πάροδο του χρόνου, τα αριστερά ρεύματα στο εσωτερικό του περιθωριοποιήθηκαν και απομονώθηκαν. To PSOE ποτέ δεν ανέπτυξε μια στρατηγική στα αυτονομιστικά θέματα που αφορούν την Καταλωνία και τη Χώρα των Βάσκων. Αυτό έκανε μόνο ήταν να συνάπτει χαλαρούς συνασπισμούς με τους Καταλανούς και Βάσκους εθνικιστές. Το 2008-2010, με το ξέσπασμα της κρίσης και το τέλος του χρηματιστικοποιημένου κοινωνικού κράτους, η νομιμοποίηση του σοσιαλφιλελεύθερου σχεδίου υποσκάπτεται. Την ίδια στιγμή, τα εθνικιστικά κινήματα στην Καταλωνία ριζοσπαστικοποιούνται και το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Καταλωνίας διασπάται. Οι σοσιαλιστές στην Καταλωνία είναι σήμερα ακόμα πιο αδύναμοι σε σχέση με το παρελθόν. Σ’ αυτό το πλαίσιο, το Ποδέμος έγινε η κύρια εναλλακτική δύναμη στα αριστερά του PSOE.Το σοσιαλιστικό ρεύμα μέσα στο PSOE, μετά την απογοήτευσή του από την στήριξη του κόμματος στην κυβέρνηση μειοψηφίας του Ραχόϊ, είδε τους Ουνίδος Ποδέμος ως έναν τρόπο να εκπροσωπηθεί. Ο Αρμάντο Στάϊνκο τέλειωσε την παρέμβασή του με το συμπέρασμα ότι η Ισπανία χρειάζεται ένα αριστερό «μωσαϊκό» που μπορεί να αποκτήσει μεγαλύτερη λαϊκή στήριξη η οποία θα ξεπερνά το 20-22%.

Η γαλλική περίπτωση παρουσιάστηκε από τον Ροζέ Μαρτελί, ιστορικό και συνεργάτη του Εσπάς Μαρξ (Espaces Marx) και του Ιδρύματος Γκαμπριέλ Περί (Fondation Gabriel Péri). Σημείο εκκίνησης της παρέμβασής του ήταν το συμπέρασμα ότι η συμμετοχή στο παρελθόν της ριζοσπαστικής αριστεράς στις σοσιαλιστικές κυβερνήσεις της Γαλλίας ήταν μια μεγάλη αποτυχία. Στις προεδρικές εκλογές του 2012, ο Φρανσουά Ολάντ αποφάσισε να θέσει τέλος στην κατάσταση που υπήρχε στον πυρήνα του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος που ήταν πιστή στην επικρατούσα σοφία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, ακολουθώντας την παράδοση του Τόνι Μπλερ, του Γκέρχαρντ Σρέντερ και, τελευταία, του Ματέο Ρέντσι. Το 2014, μετά από τις καταστροφικές για το κόμμα περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, ο Ολάντ αποφάσισε να επιβάλει την αλλαγή αυτής της κατάστασης: αντικατέστησε, στη θέση του πρωθυπουργού, τον Ζαν Μαρκ Ερό με τον Μανουέλ Βάλς-μια αλλαγή που στηρίχτηκε και από ένα μέρος της αριστεράς του κόμματος, συμπεριλαμβανομένων του Αμό Μοντεμπούργκ και του Φρανσουά Αμόν. Οι πολιτικές που ακολούθησαν οδήγησε στην απογοήτευση της κοινής γνώμης για την αριστερά, ριζοσπαστικοποίησαν τη δεξιά και φυσικά συνέβαλαν σε μια μαζική άνοδο του Εθνικού Μετώπου. Η υποψηφιότητα του Αμόν για την προεδρία της Γαλλίας δεν έλυσε το δομικό πρόβλημα που στοίχειωνε το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ο Αμόν έχει να αντιμετωπίσει, στα δεξιά του, τους υποστηρικτές του Εμανουέλ Μακρόν και, στα αριστερά του, τους υποστηρικτές του Ζαν-Λικ Μελανσόν, ο οποίος έχει μια αρκετά ευρεία πλατφόρμα στην προεκλογική του εκστρατεία υποστηριζόμενος από πολύ διαφορετικές ομάδες πολιτών.

Για τις πολιτικές εξελίξεις στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (SPD) μίλησε η Κορνήλια Χίλντερμπραντ του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ και μέλος του Δ.Σ. του transform !, η οποία επικεντρώθηκες στον κρίσιμο ρόλο αυτού του κόμματος στην ευρωπαϊκή πολιτική. Αν και το SPD ήταν ένας σημαντικός παίκτης και στο ευρωκοινοβούλιο, το κόμμα εμφανίστηκε με μια εκπληκτική έλλειψη στρατηγικής απέναντι στην κρίση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το SPD είχε για πολλά χρόνια πρόβλημα ταυτότητας. Ειδικά μετά την «Αντζέντας 2010» του Σρέντερ, το κόμμα όχι μόνο έχασε τους παραδοσιακούς δεσμούς του με το λαό, αλλά άρχισε να υφίσταται μια συνεχή μείωση της εκλογικής του βάσης. Το ποσοστό του κόμματος, μέχρι πρόσφατα, ήταν μεταξύ 20% και 25%, μια κατάσταση που τώρα φαίνεται να αλλάζει. Από τότε που ο Μάρτιν Σουλτς έγινε ο υποψήφιος των σοσιαλδημοκρατών στις επερχόμενες ομοσπονδιακές εκλογές της Γερμανίας, η δημοσκοπική επίδοση του κόμματος έφτασε ακόμα και το 33%. Η υποψηφιότητα του Σουλτς προσπαθεί να χτίσει ένα νέο προφίλ του κόμματος, πιο κοντά στα κοινωνικά ζητήματα και συνεπώς τις κοινωνικές τάξεις που εκπροσωπούσε κυρίως η σοσιαλδημοκρατία. Το SPD μπορεί να έχει επιτυχία στις επερχόμενες εκλογές μόνο αν θέσει εμπράκτως στο τραπέζι το κοινωνικό ζήτημα. Όμως, αν αυτό συμβεί, ποιος θα είναι ο ρόλος της ριζοσπαστικής αριστεράς; Το SPD σίγουρα θα είναι εταίρος σε έναν κυβερνητικό συνασπισμό. Μπορεί Η Αριστερά (Die Linke) να στηρίξει έναν τέτοιο συνασπισμό και αν ναι, γνωρίζουμε αν αυτό θα βλάψει γενικώς την ριζοσπαστική αριστερή πολιτική;

Η πρώτη ημέρα του εργαστηρίου έληξε με την κεντρική ομιλία του Αντρές Γκιλ, αρχισυντάκτη του τομέα πολιτικής στο ηλεκτρονικό έντυπο Eldiario.es, ο οποίος παρουσίασε συνοπτικά την πολιτική κατάσταση στην Ισπανία, εστιάζοντας στις πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό των αριστερών κομμάτων, δηλαδή της Ενωμένης Αριστεράς και του Ποδέμος καθώς και της συμμαχίας τους Ουνίδος Ποδέμος. Ένα από τα βασικά σημεία της ομιλίας του ήταν ότι η ισπανική αριστερά δεν δείχνει να έχει, μέχρι σήμερα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ευρωπαϊκή πολιτική και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η άποψη του ήταν ότι αυτά τα ζητήματα δεν ενδιαφέρουν ούτε την ισπανική κοινωνία.

Η εναρκτήρια ομιλία της δεύτερης ημέρας έγινε από τον Βάλτερ Μπάϊερ, πολιτικό συντονιστή του transform! ήταν και αφορούσε την κατάσταση των πραγμάτων στην Ευρώπη και την ανάλυσή του για την Λευκή Βίβλο του Γιούνκερ που παρουσιάστηκε πρόσφατα. Ο Βάλτερ Μπάϊερ αναφέρθηκε στην τρέχουσα ευρωπαϊκή στρατηγική που μπορεί να περιγραφεί ως ένας αυταρχικός φεντεραλισμός, που έχει στόχο την διεύρυνση της στρατιωτικής συνεργασίας η οποία φτάνει μέχρι τη δημιουργία ευρωπαϊκής στρατιωτικής ένωσης. Η Λευκή Βίβλος αποκαλύπτει την προτίμηση των σεναρίων της Ευρώπης πολλών ταχυτήτων και της Ευρώπης «μια από τα ίδια». Χρησιμοποιείται ως ιδεολογική άσκηση με στόχο την ενίσχυση του πολιτικού μπλοκ που κυβερνά την Ευρώπη για δεκαετίες. Δεδομένου ότι στην Λευκή Βίβλο απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στη δημοκρατία, η αριστερά χρειάζεται να διαμορφώσει μια στρατηγική με συγκεκριμένα βήματα που θα μπορεί να προωθήσει το όραμά μας για μια Ευρώπη για τους λαούς από τους λαούς. Πρέπει να σκεφτούμε την έννοια της περιφερειακής συνεργασίας, για παράδειγμα των χωρών του Νότου. Αυτή η συνεργασία δεν είναι κάτι νέο αν αναλογιστούμε την ύπαρξη της Ομάδας Βίζεγκραντ. Ο ομιλητής τόνισε τη σημασία της ανάλυσης των πολιτικών κομμάτων μας, κυρίως όταν στοχαζόμαστε τους μεγάλους μετασχηματισμούς που έγιναν στη ριζοσπαστική αριστερά μετά την κατάρρευση του κρατικού σοσιαλισμού. Τα πολιτικά κόμματα δεν είναι μόνο μηχανές, είναι σχηματισμοί που συνδέουν τα πολιτικά προγράμματα με την κοινωνία των πολιτών. Ο Βάλτερ Μπάϊερ υπογράμμισε επίσης το ζήτημα της λαϊκής κυριαρχίας και της σημασίας της για ένα ριζοσπαστικό αριστερό πρόγραμμα που πρέπει να είναι ταυτόχρονα διεθνιστικό και αλληλέγγυο. Τα συμπεράσματά του περιλάμβαναν κάποιες σκέψεις για την ελευθερία και τη σχέση της με το κοινωνικό ζήτημα.

Το Εργατικό Κόμμα (PvdA) της Ολλανδίας παρουσιάστηκε από την Αμιέκε Μπούμα, λέκτορα στο Τμήμα Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παναεπιστημίου του Άμστερνταμ. Οι εξελίξεις στο PvdA πρέπει να αναλύονται από την σκοπιά ενός πολυκομματικού συστήματος με ένα μεγάλο αριθμό πολιτικών κομμάτων, στο οποίο κανένα δεν έχει τη δυνατότητα να κατακτήσει μόνο του την εξουσία και συνεπώς συνήθως σχηματίζονται συμμαχικές κυβερνήσεις. Επιπλέον, η στρατηγική του PvdA πρέπει να εξετάζεται λαμβάνοντας υπόψη την πορεία του Σοσιαλιστικού Κόμματος (SP-SocialistischePartij), το οποίο στις τελευταίες εκλογές έλαβε το 9,1% των ψήφων, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του PvdA ήταν 5,7%. Όταν, το 2012, το ΣΚ αντιμετώπισε μια τεράστια πτώση της εκλογικής του δύναμης (από το 16,6% στο 9,7%), το PvdA εμφανίστηκε ως το κυβερνόν κόμμα της αριστεράς. Η απόφαση του κόμματος να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού με το Συντηρητκό Λαϊκό Κόμμα για τη Δημοκρατία και την Ελευθερία (People’s Party for Freedom and Democracy-VVD) έγινε κυρίως με αντικειμενικό στόχο να υπάρξει κάποια αντιμετώπιση της ευρωκρίσης. Αυτή η κυβέρνηση μείωσε το κοινωνικό κράτος, γεγονός που προκάλεσε  μεγάλη απογοήτευση στο εκλογικό σώμα του κόμματος. Ταυτόχρονα το PvdA, ένα κόμμα που παραδοσιακά προσέλκυε ανθρώπους με μεταναστευτικές ρίζες, ευθυγραμμίστηκε με το δόγμα της λιτότητας και πρότεινε μια αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία.  Ο Γερούν Ντάϊσελμπλουμ, υπουργός οικονομικών της Ολλανδίας, ήταν ο πρωταγωνιστής της «νεοφιλελευθεροποίησης» του κόμματος. Η μετακίνηση των ψηφοφόρων προς τα δεξιά είναι εμφανής από το γεγονός ότι ακόμα κι αν όλα τα αριστερά κόμματα συγκέντρωναν τις δυνάμεις τους δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν ποσοστό μεγαλύτερο από 30%.

Ο Μαρκ Γιόχαν Μποτένγκα, υπεύθυνος ευρωπαϊκών υποθέσεων του Κόμματος Εργατών του Βελγίου (PtB-PvdA) παρουσίασε τα βελγικά σοσιαλιστικά κόμματα (το φλαμανδικό SP.a και το γαλλόφωνο PS) που κυβέρνησαν τη χώρα 25 χρόνια χωρίς διακοπή. Ενώ υπάρχει ένα ισχυρό σοσιαλιστικό συνδικάτο, το μεγαλύτερο συνδικάτο είναι το χριστιανοδημοκρατικό, που εκπροσωπεί μια ισχυρή τάση στο εργατικό κίνημα. Ένα πολύ κρίσιμο σημείο στην παρέμβαση του Μποτένγκα ήταν ότι ο σχηματισμός μιας δεξιάς ομοσπονδιακής κυβέρνησης, μετά τις εκλογές του 2014, έπρεπε να διευκόλυνε την αναγέννηση των σοσιαλιστικών κομμάτων. Παρά τη μεγάλη επιρροή που έχει μέσω των ερεισμάτων του στον κρατικό μηχανισμό, τις δημοτικές αρχές, τα σοσιαλδημοκρατικά συνδικάτα κλπ, το ΣΚ αντιμετωπίζει δυσκολίες να αποτελέσει μια πειστική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση Μίχελ, δεδομένου ότι όταν αυτό ήταν στην κυβέρνηση έκανε τα ίδια πράγματα. Το Βέλγιο είναι μια ειδική περίπτωση ομοσπονδιακού κράτους με δύο γλωσσικές μειονότητες και δεν υπάρχει μια ενιαία εθνική εκλογική περιφέρεια. Σ’ αυτό το πλαίσιο, το Σοσιαλιστικό Κόμμα κατάφερε να δημιουργήσει έναν εντυπωσιακό μηχανισμό. Σήμερα, εκτός από τα διάφορα σημάδια μείωσης της εκλογικής του δύναμης, το κόμμα αντιμετωπίζει μια μεγάλη κρίση λόγων των σκανδάλων στα οποία έχουν αναμειχθεί πολλά από τα μέλη του. Το ζήτημα της συνεργασίας μεταξύ του αριστερού Κόμματος των Εργατών (PtB) και του Σοσιαλιστικού Κόμματος είναι σοβαρό και περιλαμβάνει σίγουρα την ευρωπαϊκή διάσταση και την πολιτική σ’ αυτό το επίπεδο. Κάθε συνεργασία της αριστεράς με άλλες δυνάμεις πρέπει να έχει στόχο την ενίσχυση των δυνάμεων της κοινωνικής αλλαγής και λαϊκών κινητοποιήσεων. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα φαίνεται να επιλέγει την υπονόμευση των κοινωνικών αγώνων υπέρ της εκλογικής λογικής.

Η τελευταία μελέτη περιπτώσεως παρουσιάστηκε από την Ταμάρα Ες, λέκτορα πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Η Ταμάρα Ες παρουσίασε το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Αυστρίας (SPÖ) και ένα μέρος της παρέμβασής της επικεντρώθηκε στη σχέση μεταξύ του SPÖ και του ακροδεξιού Κόμματος της Ελευθερίας (FPÖ) το οποίο σήμερα έχει το μονοπώλιο της αντιπολίτευσης, αφού δεν υπάρχει ένα ισχυρό αριστερό κόμμα στην Αυστρία. Το πρόγραμμα του SPÖ μπορεί να χαρακτηριστεί ως «νεοφιλελευθερισμός με σοσιαλδημοκρατικό πρόσωπο», όπως αυτό παρουσιάζεται στο Σχέδιο Α του καγκελάριου Κρίστιαν Κέρν. Ακόμα και με την ιστορική ευκαιρία της κρίσης που άρχισε το 2008, το SPÖ δεν παρουσίασε νέες λύσεις που να έχουν απήχηση στο μετασχηματισμένο εκλογικό σώμα. Το κόμμα έχει σαφώς χάσει τους δεσμούς της με την εργατική τάξη, τους επισφαλείς εργαζόμενους κλπ. Έφτασε στο ιστορικό χαμηλό του, κερδίζοντας μόνο το 26, 8% των ψήφων στις εθνικές εκλογές του 2013. Η εσωκομματική δημοκρατία έχει μεγάλη σημασία στην στρατηγική και τις πολιτικές συμμαχίες του κόμματος. Το κόμμα λειτουργεί με έναν αυταρχικό τρόπο και τα μέλη δεν ελέγχουν τίποτα. Για το κόμμα, η παρουσία στο κοινοβούλιο και την κυβέρνηση είναι ο μόνος τρόπος εφαρμογής μια μεταρρυθμιστικής πολιτικής. Έτσι, τα συμφέροντα του λαού βρίσκονται σε δεύτερη θέση πίσω από την προθυμία συμμετοχής στην κυβέρνηση, χωρίς καμιά προϋπόθεση. Ένα βασικό σημείο της συγκεκριμένης παρουσίασης ήταν ότι με το κοινωνικό ζήτημα ασχολείται μόνο η ακροδεξιά. Το SPÖ έχει εγκαταλείψει αυτά τα θέματα και, συνεπώς, το κόμμα είναι απρόθυμο να κάνει κριτική στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και στην παγκοσμιοποίηση. Ακόμα και αν η αριστερά στην Αυστρία μπορεί να ξαναχτιστεί, δεν υπάρχει χώρος για κάποιου είδους συνεργασίας μεταξύ των αριστερών και των σοσιαλδημοκρατών.

Τα συμπεράσματα των συζητήσεων που έγιναν κατά την διάρκεια των δύο ημερών έκανε ο Χάρης Γολέμης, επιστημονικός και στρατηγικός συνεργάτης του transform! και διευθυντής του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς στην Αθήνα. Ακολούθησαν ερωτήσεις και ένας νέος γύρος συζήτησης. Οι οργανωτές τόνισαν την πρόθεσή τους να κάνουν σύντομα μια έκδοση που θα περιλαμβάνει τις γραπτές συνεισφορές αυτών που συμμετείχαν στα εργαστήρια του Ελσίνκι και της Μαδρίτης.