«Η Ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική: εργαλείο για ένα πράσινο New Deal»

Τι είδους οικονομική και βιομηχανική πολιτική χρειαζόμαστε, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να επιτύχουμε την κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050; Πώς πρέπει να μοιάζει ένα προοδευτικό Πράσινο «New Deal»;

Ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωνε το Πράσινο Ευρωπαϊκό New Deal στις 11 Δεκεμβρίου 2019, εμείς κάναμε μια δημόσια συζήτηση, με αφορμή τα παραπάνω ερωτήματα, μαζί με εκπροσώπους προοδευτικών κομμάτων και συνδικάτων, κλιματικούς ακτιβιστές και έναν εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 

Την Ημερίδα συνδιοργάνωσαν η αριστερή ομάδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (GUE/NGL) και το Ίδρυμα Rosa Luxemburg Βρυξελλών, σε συνεργασία με το transform!europe, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Γιατί απαιτείται ένα πράσινο New Deal και μια νέα βιομηχανική στρατηγική

Στο πρώτο πάνελ απαντήθηκε το ερώτημα: γιατί απαιτείται ένα πράσινο New Deal και μια νέα βιομηχανική στρατηγική, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Τέα Ριοφράνκος, από τις Ηνωμένες Πολιτείες, επεσήμανε ότι o μετριασμός της κλιματικής αλλαγής συνδέεται άμεσα με τον αγώνα για κοινωνική ισότητα. Δηλαδή, η αξιοπρεπής εργασία, η πρόσβαση στη στέγαση, οι δημόσιες συγκοινωνίες και η φθηνή ενέργεια μπορούν να επιτευχθούν μέσα από ένα πραγματικά πράσινο New Deal. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε την τριπλή κρίση που βιώνουμε: της πολιτικής νομιμότητας, των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων και της κλιματικής αλλαγής, με ένα πράσινο New Deal, το οποίο θα δημιουργήσει εκατοντάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Ωστόσο, λόγω της ανάγκης για ταχεία μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, δεν μπορούμε πλέον να βασιζόμαστε στις μεταρρυθμίσεις της αγοράς, επομένως, ένα πράσινο New Deal θα πρέπει να μεριμνήσει για την καθιέρωση μιας κοινωνικής πραγματικότητας που θα διέπεται από αλληλεγγύη, δημοκρατία και ισότητα, και όχι από την ιδιωτική απληστία και κυριαρχία. Ένα παγκόσμιο Πράσινο New Deal, ως παγκόσμιο όραμα, μπορεί να υπερκεράσει τα μοντέλα της αποικιοκρατίας και της εκμετάλλευσης. Και μπορούμε να κερδίσουμε την πολιτική πλειοψηφία για την εφαρμογή του, αν ενώσουμε τους αγώνες όλων των κοινωνικών κινημάτων (Occupy Wall StreetBlack Lives MatterStanding Rock).

 Ο Μαρκ Νίκλας, μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διαφώνησε με την προσέγγιση της Τέα Ριοφράνκος, τονίζοντας ότι τα κίνητρα που προσφέρει η αγορά είναι απαραίτητα για την επίτευξη μιας βιώσιμης κατανάλωσης και μιας οικονομίας που θα στηρίζεται στην κλιματική ουδετερότητα μέχρι από το 2050. Προς τούτο, θα προταθεί μια ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική (στις 10 Μαρτίου 2020) η οποία θα ενδιαφέρεται για ολόκληρη την αλυσίδα αξίας της παραγωγής: π.χ. στην περίπτωση της ηλεκτροκίνησης, θα λαμβάνεται υπόψη και η παραγωγή και η ανακύκλωση των ηλεκτρικών στηλών και η εκμετάλλευση των πρώτων υλών. Απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση: π.χ. η ψηφιοποίηση μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας. Τέλος, η εφαρμογή του Πράσινου New Deal εναπόκειται στα ίδια τα κράτη μέλη, αφού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα καθορίζει μόνο το πλαίσιο. Υπάρχουν παραδείγματα καλής συνεργασίας μεταξύ εθνικών κυβερνήσεων, βιομηχανίας και συνδικάτων, όπως στην περίπτωση της συμμαχίας για τα πλαστικά και της συμμαχίας για τις μπαταρίες.

Η Τζιάνα Φρακάσι, από τη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ιταλίας (CGIL) συμφώνησε με την Τέα Ριοφράνκος ότι ένα Πράσινο New Deal πρέπει να συνδέεται με τους αγώνες για κοινωνική δικαιοσύνη. Τα ιταλικά συνδικάτα ζητούν εδώ και καιρό μια νέα βιομηχανική πολιτική που να είναι ευρωπαϊκή, γιατί η βιομηχανική κρίση στην Ιταλία και τη Νότια Ευρώπη γενικότερα, έφερε την κοινωνική κρίση. Αν εμείς δεν κατορθώσουμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση αυτή, η απάντηση θα δοθεί από άλλα πολιτικά κόμματα: τα νεοφασιστικά και τα δεξιά. Μια ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική οφείλει να αντιμετωπίσει τις ανισότητες που υπάρχουν μεταξύ των αστικών και των αγροτικών περιφερειών, μεταξύ της Βόρειας και της Νότιας Ευρώπης, και μεταξύ των καλά και των κακά αμειβόμενων θέσεων εργασίας. Ένα πράσινο New Deal πρέπει να διαθέτει εργαλεία βιομηχανικής πολιτικής, να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις, να επενδύσει στην έρευνα και την εκπαίδευση, στην επανεκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση, να εφαρμόσει μια διαφορετική ευρωπαϊκή φορολογική πολιτική η οποία θα καταπολεμήσει το φορολογικό ντάμπινγκ, που αποτελεί μια ζημιογόνα κούρσα προς τον πυθμένα. Θα πρέπει, αντιθέτως, να διατεθούν τεράστιοι οικονομικοί πόροι για την εφαρμογή ενός πράσινου New Deal, πόροι οι οποίοι θα προέλθουν από την κατάργηση των μέτρων λιτότητας και την περικοπή των επιδοτήσεων για τη χρήση ορυκτών καυσίμων (17 δισεκατομμύρια ευρώ δαπανώνται σε επιδοτήσεις για ορυκτά καύσιμα κάθε χρόνο μόνο στην Ιταλία).

Η κοινωνικοοικολογική μετάβαση για κάθε τομέα οικονομικής δραστηριότητας

Στο δεύτερο πάνελ συζητήθηκε η κοινωνικοοικολογική μετάβαση που είναι απαραίτητη σε οικονομικούς τομείς όπως η ενέργεια, οι κατασκευές και οι μεταφορές. Όσον αφορά τον ενεργειακό τομέα, ο Ραφ Βαν Γκεστελ επεσήμανε ότι το υδρογόνο μπορεί να αποτελέσει βιώσιμη εναλλακτική λύση για έργα μικρής κλίμακας, δεδομένου ότι παράγεται με ηλεκτρόλυση η οποία μπορεί να γίνει και με ηλεκτρική ενέργεια προερχόμενη από ανανεώσιμες πηγές. Στο λιμάνι της Αμβέρσας οι μεγάλες πολυεθνικές χρησιμοποιούν υδρογόνο του οποίου, όμως, δεν είναι σαφής η πηγή προέλευσης, και πιθανώς είναι τα ορυκτά καύσιμα. Όπως και στην περίπτωση του λιθίου για τις μπαταρίες, που εξορύσσεται σε αμφίβολες περιβαλλοντικές και εργασιακές συνθήκες, η πηγή της πρώτης ύλης είναι ζωτικής σημασίας. Σημείωσε επίσης, ότι το πλεόνασμα θερμότητας που παράγεται στο λιμάνι της Αμβέρσας μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη θέρμανση ή ψύξη της παρακείμενης συνοικίας.

 Η Άλμπα Ντελκάμπο αναφέρθηκε στην έλλειψη πολύτιμων πρώτων υλών, στις χρήσεις τους και τους λόγους που τις χρειαζόμαστε. Έφερε το παράδειγμα της ηλεκτρονικής κινητικότητας και της ψηφιοποίησης, η εξέλιξη των οποίων δημιουργεί έναν επιπλέον, διαρκώς αναπτυσσόμενο, μεταφορικό τομέα, χάρη στον οποίο κυκλοφορούν στην αγορά προϊόντα που δεν χρειαζόμαστε πραγματικά. 

Ο Υβ Μαρινιάκ υπογράμμισε ότι το Πράσινο Ευρωπαϊκό Deal δεν καλύπτει εξ’ολοκλήρου το ζήτημα της επάρκειας και της αποτελεσματικότητας. Ένα μακροπρόθεσμο όραμα για το ενεργειακό μας σύστημα και την κοινωνία στην οποία θέλουμε να ζούμε, πρέπει να επιδρά σε όλους τους κοινωνικούς τομείς. Η οικοδομή (ενεργειακή αναβάθμιση για εξοικονόμηση ενέργειας), οι μεταφορές (ενεργειακή απόδοση οχημάτων, πολεοδομία, χωροταξία) και η ενέργεια (αποθήκευση της ενέργειας, ο ρόλος του φυσικού αερίου στην αποθήκευση) είναι τομείς πολύ αλληλένδετοι.

Η Βέρα Βέγκμαν επέκρινε τον τρόπο με τον οποίο το Πράσινο Ευρωπαϊκό Deal αντιμετωπίζει την αγορά και επεσήμανε ότι πρέπει να αντιπαραβάλουμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτάσεις που θέτουν υπό αμφισβήτηση τις συνέπειες της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, όπως η αύξηση των τιμών της ενέργειας (επιδείνωση της ενεργειακής φτώχειας στην ΕΕ) και η συγκέντρωσή της στα χέρια πέντε μεγάλων εταιρειών. Αντέκρουσε ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν πρέπει να επιδοτούνται από τον δημόσιο τομέα διότι παραβιάζεται η αρχή της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, με το επιχείρημα ότι και οι πληρωμές της παραγωγικής ικανότητας του άνθρακα και της πυρηνικής ενέργειας αντιβαίνουν στην ίδια αρχή. Είναι χάρη στις κρατικές επιδοτήσεις σε ανανεώσιμες πηγές που ένα σημαντικό ποσοστό του ενεργειακού μας μείγματος είναι ανανεώσιμη ενέργεια, η δε κατάργηση των επιδοτήσεων σε πολλά κράτη μέλη επιβράδυνε την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών. Τέλος, υποστήριξε ότι μόνο η δημόσια ιδιοκτησία της ενέργειας μπορεί να καταστήσει προσιτές τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να λύσει το πρόβλημα της αποθήκευσης της ενέργειας.

Η Mαγκνταλένα Σικορόφσκα τόνισε πόσο σημαντικό είναι η μετάβαση στον κατασκευαστικό τομέα να είναι δίκαιη, δεδομένου ότι ο συγκεκριμένος τομέας ευθύνεται για το 40% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ. Δεκατέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι εργάζονται στην οικοδομή, σε επίπεδο ΕΕ, προκειμένου δε να εφαρμοστούν τα απαραίτητα μέτρα ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων και να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι του Παρισιού, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της έλλειψης εξειδικευμένων χεριών. Υπογράμμισε ότι τα κράτη μέλη πρέπει να υιοθετήσουν εθνικά προγράμματα για την προώθηση της επαγγελματικής κατάρτισης στον τομέα των κατασκευών. Κι αυτό, γιατί το 89% των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτόν είναι μικρομεσαίες και θα δυσκολευτούν να χρηματοδοτήσουν την επαγγελματική κατάρτιση από ίδιους πόρους. 

Όσον αφορά τις μεταφορές, ο Στέφαν Κρουλ τόνισε πόσο σημαντικό είναι η μετάβαση να αφορά και την κοινωνία και το περιβάλλον, λόγω των αυξανόμενων εκπομπών ρύπων και των 2,5 εκατομμυρίων εργαζομένων του συγκεκριμένου τομέα (σε επίπεδο ΕΕ). Είπε ότι χρειαζόμαστε μια αριστερή βιομηχανική πολιτική η οποία θα στηρίζει τις σιδηροδρομικές μετακινήσεις και μεταφορές εμπορευμάτων, θα παρέχει κοινωνικές εγγυήσεις και θα επιτρέπει τη συμμετοχή των εργαζομένων. Ούτε τα SUV ούτε τα ηλεκτρικά οχήματα καλύπτουν τις ανάγκες μετακίνησης των πολιτών. Χρειαζόμαστε λιγότερα και μικρότερα αυτοκίνητα, και αξιόπιστες, φθηνές δημόσιες συγκοινωνίες. Το μέγεθος και το βάρος των ιδιωτικών οχημάτων πρέπει να ρυθμίζονται από τη νομοθεσία. Η μετάβαση, στον τομέα των μεταφορών, συνεπάγεται νέες παραγωγικές δυνατότητες και χιλιάδες θέσεις εργασίας στα οχήματα που θα χρησιμοποιούνται από τις δημόσιες συγκοινωνίες. Η μετάβαση αυτή θα πρέπει να συνδυαστεί με μια γενικευμένη μείωση του χρόνου εργασίας, ώστε οι εργαζόμενοι να έχουν περισσότερο χρόνο για εκπαίδευση, αναψυχή και δημοκρατική συμμετοχή.

Αριστερές προσεγγίσεις για μια βιομηχανική πολιτική

Στο τρίτο πάνελ συζητήθηκαν πιθανές αριστερές προσεγγίσεις για μια βιομηχανική πολιτική. Ο Τόμ Χιλ παρουσίασε πώς η Βρετανία μετατράπηκε από μεταποιητική οικονομία σε οικονομία υπηρεσιών, προσθέτοντας ότι μια βιομηχανική στρατηγική θα μπορούσε να αποκαταστήσει αυτήν την ανισορροπία, να τονώσει την ανάπτυξη και να δημιουργήσει πράσινες θέσεις εργασίας. Οι επενδύσεις μπορούν να επιτευχθούν μέσω μιας εθνικής επενδυτικής τράπεζας και ενός πράσινου ταμείου για την καινοτομία το οποίο θα ειδικεύεται στην παροχή της βασικής υποδομής. Κάποια τμήματα της Αριστεράς πρέπει να επανεξετάσουν την αντίθεσή τους στους μηχανισμούς παρέμβασης της αγοράς, όπως π.χ., την παγκόσμια τιμολόγηση του άνθρακα. 

Ο Mατέο Γκάντι υπογράμμισε ότι η οριζόντια προσέγγιση της βιομηχανικής πολιτικής που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι τυπικά νεοφιλελεύθερη και επικεντρώνεται μόνο στην εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Ωστόσο, αυτό που χρειάζεται είναι ένα πραγματικό βιομηχανικό σχέδιο, δηλαδή δημόσιος σχεδιασμός και δημόσια ιδιοκτησία. Εξήγησε ότι το πεδίο εφαρμογής μιας αριστερής βιομηχανικής πολιτικής σήμερα είναι η Συνθήκη λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), η οποία έχει ουδέτερη στάση απέναντι στο θέμα της κυριότητας -βλ. Το άρθρο 345 που επιτρέπει την εθνικοποίηση και τη δημόσια ιδιοκτησία-. Επιπλέον, το «εσωτερικό μοντέλο» παροχής υπηρεσιών γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος επιτρέπει στις δημόσιες αρχές να παρεκκλίνουν από το ευρωπαϊκό δίκαιο ανταγωνισμού. Τρίτον, η ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία επιτρέπει οι δαπάνες των εθνικών αναπτυξιακών τραπεζών (όπως, π.χ, η γερμανική KfW) να μην υπάγονται στα κριτήρια του Μάαστριχτ και τα κριτήρια για το δημόσιο χρέος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες αυτές μπορούν να αντιμετωπίζουν εύκολα τις ανεπάρκειες της αγοράς και να διαδραματίζουν ενεργό αντικυκλικό ρόλο στην οικονομική πολιτική. Επιπλέον, οι ευρωπαϊκοί κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει να περιλάβουν και κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια, όταν επανεξεταστούν το 2021. Τελευταίο αλλά όχι έλλασσον, μια τροποποίηση των Ευρωπαϊκών Συνθηκών, πρέπει να αποσκοπεί σε αλλαγή της ρύθμισης της ελευθερίας  κυκλοφορίας αγαθών και κεφαλαίων, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της μετεγκατάστασης και της εξωτερικής ανάθεσης. Μια ισορροπημένη βιομηχανική πολιτική είναι δυνατή μόνο εάν υπάρξει ένα κοινό πλαίσιο για τα κοινωνικά και τα εργασιακά δικαιώματα.

Συμπέρασμα

Στην τελική συζήτηση, της εξαγωγής συμπερασμάτων, οι συμμετέχοντες επεσήμαναν ότι ένα Πράσινο New Deal θα πρέπει να είναι σε συνάρτηση με την ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική που θα παρουσιαστεί τον Μάρτιο του 2020. Τομείς όπως η ενέργεια, οι μεταφορές και οι κατασκευές πρέπει να υποβληθούν σε ουσιαστική μετάβαση, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την κοινωνική προστασία και τη συμμετοχή των εργαζομένων. Ο δημόσιος προγραμματισμός, η δημόσια χρηματοδότηση και η δημόσια ιδιοκτησία είναι υψίστης σημασίας για την επίτευξη ενός κοινωνικά δίκαιου πράσινου New Deal, τόσο στην ΕΕ όσο και παγκοσμίως.

Το πρόγραμμα της ημερίδας

1ο Πάνελ: Παρουσίαση του πλαισίου  η βιομηχανική πολιτική και το Πράσινο New Deal

Τέα Ριοφράνκος, Επίκουρη Καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών (Providence College, ΗΠΑ), Democratic Socialists of America,  Διευθύνουσα Επιτροπή της Οικοσοσιαλιστικής Ομάδας Εργασίας

Mαρκ Νίκλας , επικεφαλής του τμήματος Καινοτομίας και Επενδύσεων για την Ανάπτυξη, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Εσωτερικής Αγοράς, Βιομηχανίας και Επιχειρηματικότητας

Τζιάνα Φρακάσι, Γενική Γραμματέας CGIL, Ιταλία

2ο Πάνελ: Ένα Πράσινο New Deal για την ενέργεια, τις μεταφορές και τις κατασκευές

Ραφ Βαν Γκεστέλ, βιοχημικός, Air Liquide , Πανεπιστήμιο του Ρότερνταμ

Άλμπα Ντελκάμπο, ακτιβίστρια για την ενεργειακή μετάβαση, Ισπανία

Υβ Μαρινιάκ, εκπρόσωπος της οργάνωσης négaWatt, Γαλλία

Βέρα ΒέγκμανΔιεθνές Τμήμα Ερευνών για τις Δημόσιες Υπηρεσίες (PSIRU) στο Πανεπιστήμιο του Γκρίνουιτς

Mαγκνταλένα Σικορόφσκα, the European Federation of Buildings and Woodworkers (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Κατασκευαστών και Ξυλουργών: EFBWW)

Στέφαν Κρουλ, ομάδα εργασίας για την πολιτική στις μεταφορές, στο Ίδρυμα RosaLuxemburgStiftung, Γερμανία

3ο Πάνελ: Μια αριστερή ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική

Tομ Χιλ, Institute of Public Policy Research, Ηνωμένο Βασίλειο

Mατέο Γκάντι, Πολιτιστική Οργάνωση Punto Rosso, Ίδρυμα Claudio Sabattini, Ιταλία

Επικοινωνία

Cornelia Ernst – cornelia.ernst@ep.europa.eu – +32 2 2845660

Manuela Kropp – manuela.kropp@ep.europa.eu – +32 2 2847660