Εξουσία στο λαό

Η διαδικασία επανίδρυσης της αριστεράς στην Ιταλία ανέδειξε ένα νέο σημείο καμπής. Αλλά, για να καταλάβουμε καλύτερα τις εξελίξεις, πρέπει να ξεκινήσουμε από τις τελευταίες ευρωπαϊκές εκλογές το 2014.

Εκείνη την εποχή, η επιλογή του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ) να υποβάλει την υποψηφιότητα του Αλέξη Τσίπρα για την προεδρεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δημιούργησε ελπίδες ότι  θα μπορούσε και στην Ιταλία να δημιουργηθεί μια αριστερή πολιτική δύναμη γύρω από την ευρωπαϊκή αριστερά. Με άλλα λόγια, γύρω από την ιδέα της ριζικής αντίθεσης στις πολιτικές της λιτότητας, όπως είχε ήδη συμβεί σε πολλές χώρες, κυρίως της Μεσογειακής Ευρώπης, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία. Η δημιουργία της λίστας “LAltra Europa con Tsipras” συνένωσε τις πολιτικές δυνάμεις της αριστεράς και, μετά από μια μακρά απουσία, έστειλε τρεις βουλευτές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. 

Ένας ενωτικός δρόμος μετ’ εμποδίων

Από εκείνη τη στιγμή, ο ενωτικός δρόμος ήταν και δύσκολος και μετ’ εμποδίων. Ένα μέρος αυτού του συνασπισμού, τα μέλη της Αριστεράς, Οικολογίας και Ελευθερίας (Sinistra Ecologia e Libertà: SEL) και του πρώην Δημοκρατικού Κόμματος (PD), με πιο γνωστό τον Στέφανο Φασίνα, πρώην υπεύθυνο για την εργατική πολιτική του PD, αποφάσιαν να εγκαταλείψουν τον ενωτικό δρόμο και να ιδρύσουν νέο κόμμα, την Ιταλική Αριστερά (Sinistra Italiana: SI).

Το δημοψήφισμα για την τροποποίηση του Συντάγματος, τον Δεκέμβριο του 2016, που εμπνεύστηκε ο τότε αρχηγός της κυβέρνησης και γραμματέας του PD, Ματέο Ρέντσι, επανένωσε την αντιπολίτευση πάνω στο πρόγραμμα του σχηματισμού επιτροπών με στόχο την υπεράσπιση του συντάγματος σε όλη τη χώρα.

Μια κυβέρνηση αντίγραφο

Η επιτυχία του “Όχι” στο δημοψήφισμα οδήγησε στην παραίτηση του Ρέντσι και στην πτώση της κυβέρνησης της οποίας ηγούνταν. Η νέα κυβέρνηση, όμως, ήταν αντίγραφο της προηγούμενης, εφόσον έπρεπε να επιβεβαιώσει τις πολιτικές επιλογές που είχαν ήδη γίνει. Πολλοί ανέμεναν μια άμεση προκήρυξη εκλογών και, ως εκ τούτου, θεώρησαν ότι έπρεπε να συνεχίσουν την εκστρατεία κατά του PD του Ρέντσι. Εκείνη την εποχή, ο Ρέντσι είχε ήδη προβλέψει την αποχώρηση και άλλων μελών του κόμματός του, με τον πρώην γραμματέα Μπερσάνι και τον ιδρυτή και πρώην πρόεδρο Νταλέμα να προσπαθούν να δημιουργήσουν μια πολιτική στέγη για τους πολλούς δημοκράτες και αριστερούς που είχαν προβάλλει σθεναρή αντίσταση στην εκστρατεία υπέρ του ‘Ναι”.

Αυτός είναι ο λόγος που δυο επιφανή μέλη της επιτροπής του “Όχι”, η Άννα Φαλκόνε και ο Τομάζο Μοντανάρι, κατέθεσαν πρόταση για τη συγκρότηση εκλογικής λίστας για τις αναμενόμενες εκλογές. Η απήχηση που είχε η ιδέα μιας ενωτικής λίστας χωρίς το PD και το ριζοσπαστικό πρόγραμμα που προτάθηκε στη συνέλευση του Μπρανκάτσιο, από το όνομα του θεάτρου όπου το παρουσίασαν, καταδεικνύει για άλλη μια φορά την ανάγκη για ενότητα και ριζοσπαστισμό, στοιχεία που είχαν χαθεί τους προηγούμενους μήνες.

Τα δυο αριστερά ρεύματα σχηματίζονται ξανά

Αλλά, για άλλη μια φορά, η ενωτική διαδικασία απέτυχε και, μαζί με αυτήν και η πιθανότητα να συνυπάρξουν δυο πράγματα που ίσως να μη μπορούν να είναι μαζί: από τη μια η ανάγκη για ριζοσπαστική κριτική των πολιτικών που είχε υιοθετήσει και η κεντροαριστερά στο πρόσφατο παρελθόν και από την άλλη, η πιθανότητα να αξιοποιηθεί η διάλυση του δημοκρατικού κόμματος. 

Με τη διάλυση της θετικής προοπτικής του Μπρανκάτσιο, είχαμε ξανά το σχηματισμό δυο αριστερών ρευμάτων. Στη μια πλευρά, το ρεύμα που κοιτά προς την επανίδρυση της κεντροαριστεράς, η οποία επιθυμεί να συγκροτήσει κυβέρνηση που θα περιορίσει και θα μετριάσει τις φιλελεύθερες πολιτικές. Στην άλλη, η δημιουργία μιας αριστεράς που “τα σπάει”, που αντιστέκεται και συμμετέχει στις πολλαπλές μάχες κατά του νεοφιλελευθερισμού που διεξάγονται σε όλη τη χώρα, και εμπνέει τους πολλούς που παραμένουν σιωπηλοί και αδύναμοι.

Οι βουλευτές της Ιταλικής Αριστεράς και του πρώην Δημοκρατικού Κόμματος, επιθυμώντας να προβληθεί η κοινοβουλευτική τους παρουσία από τα ΜΜΕ, σχημάτισαν ένα εκλογικό καρτέλ με το όνομα “Liberi e Eguali”, με την πρόθεση να το καταστήσουν πραγματική πολιτική δύναμη. Πολιτικές οργανώσεις, όπως η Κομμουνιστική Επανίδρυση και Η  Άλλη Ευρώπη με τον Τσίπρα, αλλά και πολλοί μεμονωμένοι πολίτες που είχαν πιστέψει στην πρόταση μιας λίστας με ριζοσπαστικό προφίλ και στη ρήξη με το παρελθόν, συμμετείχαν σε μια συνέλευση την οποία οργάνωσε ένα κοινωνικό κέντρο στη Νάπολη, επιλέγοντας να μην εγκαταλείψουν έναν τόσο δυναμικό και    δραστήριο πολιτικό χώρο.  

“Εξουσία στο Λαό”

          Ένα νέο στοιχείο, ασφαλώς θετικό και ενδιαφέρον, είναι η κάθοδος στην πολιτική της νέας γενιάς, της γενιάς της επισφαλούς και της υποαμοιβόμενης απασχόλησης, που στο παρελθόν δεν είχε αναμιχθεί ιδιαίτερα στην πολιτική, παρότι ο κίνδυνος η κάθοδος αυτή να μη σηματοδοτήσει μεγάλες αλλαγές παραμένει.

Ωστόσο, αυτά τα δυο αριστερά ρεύματα δεν έχουν μόνο διαφορετικά πολιτικά προφίλ. Σε ένα βαθμό και με δεδομένες τις διαφοροποιήσεις τους, εκπροσωπούν δύο διαφορετικές κοινωνικές δυναμικές που μπορούν να περιγραφούν στο πλαίσιο του μετασχηματισμού του νεοφιλελεύθερου παραγωγικού μοντέλου. 

Από τη μια, έχουμε τον κόσμο της εγγυημένης και σταθερής εργασίας, με τους αγώνες του για την υπεράσπιση των κατακτήσεών του και των θέσεων εργασίας. Ο κόσμος αυτός αντιστέκεται στις επιθέσεις που επιδιώκουν την απορρύθμιση της εργασίας και τη μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων. Το κοινωνικό μπλοκ της ιστορικής αριστεράς και οι αγώνες του στη μια πλευρά, ο κόσμος της επισφάλειας και της άγριας εκμετάλλευσης στην άλλη. Το κοινωνικό στρώμα των ανασφάλιστων, συχνά ανένταχτων και ανύπαρκτων για το κυβερνητικό αφήγημα ανθρώπων, συνιστά ένα άλλο κοινωνικό μπλοκ το οποίο περιλαμβάνει και τους έγχρωμους εργαζόμενους, που δεν έχουν δικαιώματα. Το μπλοκ αυτό έχει μεγαλώσει, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, φτωχοποιηθεί και συνθλιβεί από τις εθνικές και τις ευρωπαϊκές πολιτικές.

Η ίδια διαφοροποίηση είναι εμφανής και στον συνδικαλιστικό κόσμο, ενώ ήταν ξεκάθαρη στις δυο μεγάλες διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν σε όλη τη χώρα μέσα σε λίγες μόνο μέρες. Η πρώτη, που οργανώθηκε από το μεγαλύτερο εργατικό συνδικάτο, τη CGIL (Confederazione Generale Italiana del Lavoro), διαδήλωνε ενάντια στην αυτόματη αύξηση του ορίου συντάξιοδότησης, που το 2019 θα ανέλθει στο 67ο έτος. Η συμμετοχή στη διαδήλωση ήταν μεγάλη, γεγονός που αποδεικνύει και πάλι την ανάγκη ανατροπής των πολιτικών λιτότητας που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. H ίδια η κυβέρνηση είχε ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να της παραχωρήσει τη δυνατότητα τροποποίησης αυτών των πολιτικών.

Το ίδιο συνδικάτο, οφείλουμε να πούμε, δεν είχε προβάλλει καμιά αντίρρηση όταν η κυβέρνηση Μόντι είχε ψηφίσει το ίδιο μέτρο, το 2011. Ενδιαφέρεται περισσότερο να διατηρεί σχέσεις με μετριοπαθή συνδικάτα και όχι με τα συνδικάτα βάσης, ενώ απορρίπτει τις μορφές ριζικής σύγκρουσης. Αυτή η έλλειψη ριζοσπαστισμού στην CGIL και, σε πολλές περιπτώσεις, η συναίνεσή της στις κυβερνητικές επιλογές, οδήγησε τους εργαζόμενους είτε στην απογοήτευση είτε στα συνδικάτα βάσης τα οποία, τη 16η Δεκεμβρίου, συμμετείχαν σε -και σε μεγάλο βαθμό στήριξαν- μια πανιταλική διαδήλωση για τα “δικαιώματα χωρίς σύνορα”. Εδώ, και για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, η τεράστια πλειοψηφία των συμμετεχόντων ήταν μετανάστες που ζουν και εργάζονται στη χώρα μας. Μαζί με αυτούς, κοινωνικά κέντρα, οργανώσεις κοινωνικής αλληλεγγύης και ο κόσμος της επισφαλούς εργασίας, γέμισαν τους δρόμους σε μια μικρότερη διαδήλωση, σηματοδοτώντας την επανέναρξη των κοινωνικών συγκρούσεων εκτός πλαισίου.

Την επομένη, πολλοί από αυτούς προσήλθαν σε μια συνέλευση για τη συγκρότηση εκλογικής λίστας με το όνομα “Potere al Popolo” (Εξουσία στο Λαό).

 

Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου