Άρθρο γνώμης Η αναμενόμενη έξοδος της Ελλάδας από το 3ο πρόγραμμα προσαρμογής: σε ποιόν θα ανήκει αυτή η νίκη;

Πριν από δύο μήνες, στις 25 Ιουλίου, η ελληνική κυβέρνηση δανείστηκε 3 δισεκατομμύρια ευρώ από την αγορά ομολόγων με το πολύ υψηλό επιτόκιο 4,625%. Υπήρξε μια μεγάλη συζήτηση στα μίντια, το κοινοβούλιο και γενικώς στον ελληνικό δημόσιο χώρο, σχετικά με το αν αυτή η «πειραματική» έξοδος στις αγορές ήταν μια επιτυχία της κυβέρνησης Τσίπρα.

Δεν σκοπεύω να συμμετάσχω σ’ αυτόν τον διάλογο, ο οποίος έτσι κι αλλιώς έγινε ήδη τον Απρίλιο του 2014, όταν οι επενδυτές δάνεισαν στην κυβέρνηση Σαμαρά[1] ακριβώς το ίδιο ποσό με επιτόκιο 4,75%. Η μόνη διαφορά είναι ότι οι ρόλοι αντιστράφηκαν από τότε και όσα  ισχυρίζεται σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ είναι ακριβώς τα ίδια με εκείνα που υποστήριζε η κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ τρία χρόνια πριν. Βασικό κοινό επιχείρημα είναι ότι ο περιορισμένος δανεισμός με γενναιόδωρα επιτόκια αποτελεί το πρώτο βήμα για την μόνιμη επιστροφή της Ελλάδας στην «κανονικότητα», δηλαδή στις χρηματαγορές, και την «απελευθέρωσή» της από τα μνημόνια και την ταπεινωτική επιτροπεία της τρόϊκας.

Ανεξάρτητα από αυτή την ψευδοσύγκρουση, η οποία εν πάση περιπτώσει ελάχιστα συνδέεται με το κύριο επιχείρημα αυτού του άρθρου, ένα πράγμα είναι βέβαιο: ο Αντώνης Σαμαράς και ο Γιάννης Στουρνάρας[2] δεν κατάφεραν να βάλουν την χώρα σε σωστή τροχιά δεδομένου ότι η κυβέρνησή τους έπεσε τον Δεκέμβριο του 2015, ενώ για τον Αλέξη Τσίπρα και τον Ευκλείδη Τσακαλώτο3 αυτό είναι ένα στοίχημα που μπορούν να κερδίσουν. Έτσι, αν μετά το τέλος του 3ου προγράμματος προσαρμογής, δηλαδή του 3ου μνημονίου, στις 31 Ιουλίου 2015, η Ελλάδα καταφέρει να δανείζεται τακτικά και με λογικά επιτόκια από τις αγορές, πολλοί θα ισχυριστούν ότι θα είμαστε μπροστά σε μια ακόμη «ιστορία επιτυχίας» (“success story”) μετά από εκείνες της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου4. Όμως, φοβάμαι ότι αυτό το επίτευγμα δεν θα πιστωθεί μόνο στην παρούσα κυβέρνηση, η οποία συνεχίζει να αρνείται να αναλάβει την «ιδιοκτησία» του προγράμματος που υπέγραψε τον Ιούλιο του 2015, αλλά το εφαρμόζει πιστά (μαζί με τα πρόσθετα μέτρα που απαιτούν οι δανειστές σε κάθε αξιολόγηση). Σε ένα ευρύτερο, διαχρονικό πλαίσιο, η επιτυχία θα θεωρηθεί ως μια ακόμη ιδεολογική και πολιτική νίκη του ευρωπαϊκού, αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού που επανήλθε, ακόμα πιο επιθετικός μετά την συστημική κρίση, με τη λεγόμενη «οικονομική διακυβέρνηση» της Ευρωπαϊκής Ένωσης5.

Η αναμενόμενη, μελλοντική ικανότητα της Ελλάδας να καλύπτει τις δημοσιονομικές της ανάγκες μέσω των χρηματοπιστωτικών αγορών θα αποτελέσει την τέταρτη και πιο δύσκολη, λόγω των ισχυρών κοινωνικών και πολιτικών αντιστάσεων σ’ αυτή τη χώρα, πλήρη εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων, υφεσιακών και «μεταρρυθμιστικών» μνημονιακών πολιτικών, που έχουν στόχο την εσωτερική υποτίμηση και την υποτιθέμενη αύξηση της παραγωγικότητας μιας χώρας: μεγάλη μείωση των μισθών και των συντάξεων, σοβαρές μειώσεις των δημόσιων δαπανών συμπεριλαμβανομένων αυτών για την υγεία και την εκπαίδευση, βίαιη επίθεση εναντίον της νέας και της παλιάς μικροαστικής τάξης, ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων επιχειρήσεων, υφαρπαγή γης, αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις ης εργατικής νομοθεσίας-που ως αποτέλεσμα έχουν την αισθητή μείωση της συνδικαλιστικής ισχύος και τη μεγάλη αύξηση της ευελιξίας της εργασίας-, φτώχεια και ανισότητες.

Φαίνεται ότι έμελλε να είναι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αυτή που θα κλείσει επιτυχώς τον κύκλο των μνημονίων που άνοιξε από την κυβέρνηση Παπανδρέου 6 το 2010 και συνεχίστηκε με τις κυβερνήσεις Παπαδήμου7 και Σαμαρά. Μετά από αυτήν την εξέλιξη, κατανοεί κανείς απολύτως τον φθόνο της Νέας Δημοκρατίας και των κεντρο-αριστερών εκσυγχρονιστών (ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι) καθώς και την προσπάθειά τους να απαξιώσουν τα κυβερνητικά επιτεύγματα, σε πλήρη αντίθεση με τους επαίνους των αξιωματούχων της ΕΕ, ακόμα και του κ. ΣόΙμπλε ο οποίος δεν μπορεί να θεωρηθεί στενός φίλος του ίδιου του Τσίπρα, αλλά και του κόμματός και της κυβέρνησής του.

Η δεύτερη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ

Όταν άρχισαν να αυξάνονται οι δυσκολίες ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης του 3ου προγράμματος, εξέφρασα την άποψη ότι η κυβέρνηση δεν θα έπρεπε να υποκύψει στα απαράδεκτα αιτήματα των δανειστών, τα οποία υπερέβαιναν κατά πολύ όσα είχαν συμφωνηθεί με αυτούς τον Ιούλιο του 2015, ειδικά αυτά που αφορούσαν την προνομοθέτηση ακόμα σκληρότερων περικοπών στις συντάξεις και περαιτέρω μείωση του αφορολόγητου. Αυτά τα δύο μέτρα, που το άθροισμά τους φτάνει τα 3,6 δισεκατομμύρια ευρώ ή το 2% του ΑΕΠ,  έπρεπε να εφαρμοστούν μετά τη λήξη του προγράμματος (31 Ιουλίου 2018) το 2019 και το 2020, δηλαδή το λιγότερο ένα έτος μετά τις επόμενες εκλογές που θα διεξαχθούν το αργότερο μέχρι τον Σεπτέμβριο 20198. Αυτά σημαίνει ότι ζητήθηκε από το σημερινό κοινοβούλιο να ψηφίσει μέτρα που θα δεσμεύουν την επόμενη ελληνική κυβέρνηση. Πρέπει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο αντιδημοκρατικό αίτημα είχε απορριφθεί δημόσια από τον ίδιο τον πρωθυπουργό9, από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο 10, καθώς και από την Κεντρική Επιτροή του ΣΥΡΙΖΑ όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει διαβάζοντας την πολιτική απόφαση της συνεδρίασης της 11ης Φεβρουαρίου 2017. Όμως, όπως μάθαμε ανεπισήμως μετά από ένα χρονικό διάστημα, το ΔΝΤ είχε προειδοποιήσει την διαπραγματευτική ομάδα της ελληνικής κυβέρνησης ότι αν αυτά τα μέτρα, στα οποία πρέπει  να προστεθεί η υποχρέωση επίτευξης των ακραία υψηλών, σε επίπεδο γελοιότητας, πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3.5% του ΑΕΠ τα έτη 2019-2022, δεν ψηφίζονταν από το κοινοβούλιο, δεν θα έδινε τη συγκατάθεσή του για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Μετά το τελεσίγραφο του ΔΝΤ, η κυβέρνηση αποφάσισε να υποκύψει στο νέο εκβιασμό των δανειστών, προσπαθώντας να αντισταθμίσει μερικώς τις νέες περικοπές με ένα σύνολο ισοδύναμων  μέτρων (δηλαδή ύψους 2% του ΑΕΠ), των λεγόμενων «αντίμετρων», τα οποία θα εφαρμόζονταν επίσης το 2019 και το 2020, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα έχουν επιτευχθεί τα συμφωνηθέντα πρωτογενή πλεονάσματα. Μετά από ένα μικρό διάστημα, η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ επικύρωσε τη συμφωνία με συντριπτική πλειοψηφία, αναιρώντας την προηγούμενη απόφασή της. Τέλος, η συμφωνία ψηφίστηκε στη βουλή από την κοινοβουλευτική ομάδα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατά παράβαση, όπως υποστηρίζω, της εντολής των ψηφοφόρων των δύο κομμάτων, η οποία ήταν να εφαρμόσει η κυβέρνηση μόνο τα μέτρα που πρόβλεπε το 3ο μνημόνιο, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει τα δυσμενή τους αποτελέσματα με ένα «παράλληλο πρόγραμμα». Η άποψή μου ήταν ότι αυτή ήταν η δεύτερη μεγάλη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, μετά από αυτή του Ιουλίου 2015.

Υπήρχαν πρόσθετοι λόγοι για τους οποίους η κυβέρνηση θα έπρεπε να αρνηθεί το τελεσίγραφο. Η ψήφιση πρόσθετων μέτρων λιτότητας, που δεν περιλαμβάνονταν στο πρόγραμμα με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, αναπόφευκτά θα τροφοδοτούσε ακόμα περισσότερο την κατηγορία των αντιπάλων του για έλλειψη αξιοπιστίας, βάζοντας αυτό το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς στην ίδια μοίρα με τους δημαγωγούς πρωταγωνιστές του παλιού πολιτικού συστήματος, δηλαδή με τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ που στο παρελθόν υπόσχονταν στους ψηφοφόρους «καλύτερες μέρες», για να αυξήσουν τη λιτότητα μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας. Θα υπονόμευε επίσης ακόμα πιο πολύ την εμπιστοσύνη στον ΣΥΡΙΖΑ των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία ήδη απομακρύνονταν από το κόμμα λόγω της αύξησης της λιτότητας, παρά τις μεγάλες προσπάθειες ορισμένων μελών της κυβέρνησης να σώσουν οτιδήποτε κι αν σώζεται από τις δαγκάνες του μνημονίου. Τέλος, υποχωρώντας στο εκβιασμό των δανειστών θα αποξένωνε ακόμα περισσότερο τον ΣΥΡΙΖΑ από τα κοινωνικά κινήματα στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Φαίνεται ότι όσοι θεωρούσαμε ότι η κυβερνητική πορεία δεν ήταν προκαθορισμένη μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου τον Ιούλιο 2015 «με το πιστόλι στον κρόταφο» και ότι η αντίσταση θα μπορούσε να συνεχιστεί μετά από αυτό το «πραξικόπημα», κάναμε λάθος 11. Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αποφασισμένοι να πιουν μέχρι τέλους το πικρό ποτήρι, θεωρώντας ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος εξόδου από την κρίση.

Η αναμενόμενη έξοδος της Ελλάδας από το 3ο μνημόνιο, που πρέπει να προστεθεί στη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο 2015, την υποταγή του τον Ιούλιο του ίδιου έτους, καθώς και αυτό που ονομάζω «δεύτερη ήττα» του τον Ιούνιο 2017, εγείρει σοβαρά ερωτήματα όχι μόνο για τη στρατηγική και το πρόγραμμα αλλά και για την ταυτότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Αυτός ο στοχασμός δεν μπορεί να μην περιλαμβάνει τα θέματα των πραγματικών διαφορών μεταξύ της ριζοσπαστικής αριστεράς και της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας, τη δυνατότητα εφαρμογής ενός προγράμματος κατά της λιτότητας και πολύ περισσότερο ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος εντός της σημερινής ΕΕ αλλά και εκτός αυτής, της εσωτερικής δημοκρατίας και του ρόλου του αρχηγού, των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο και, τέλος, τη σημασία της σύγκρουσης μεταξύ της ρεαλιστικής μετασχηματιστικής ουτοπίας και της άποψης ότι ο καπιταλισμός είναι το τέλος της ιστορίας. Το μέλλον θα δείξει αν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πια την επιθυμία και την ικανότητα να παραμείνει και να είναι ενεργός σ’αυτόν τον ομολογουμένως εύπλαστο χώρο ή θα αντικατασταθεί, όταν ωριμάσει ο καιρός, από έναν άλλο ελληνικό πολιτικό σχηματισμό.

Ο Χάρης Γολέμης είναι Επιστημονικός και Στρατηγικός Σύμβουλος του transform! europe. Στις 24 June 2017, μία εβδομάδα μετά την ψήφιση από την πλειοψηφία της βουλής του πρόσθετου μνημονίου για την 2η αξιολόγηση του μνημονίου του Ιουλίου 2015, παραιτήθηκε από την Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ και από τη θέση του διευθυντή του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς (του πολιτικού ιδρύματος του κόμματος), την οποία κατείχε από το 2000. Μερικές εβδομάδες πριν από την παραίτησή του είχε επίσης φύγει από την τάση 53+, η οποία περιλαμβάνει και επηρεάζει πολλά ριζοσπαστικά μέλη του κόμματος, βουλευτές και βουλεύτριες, καθώς και μέλη της κυβέρνησης.

Σημειώσεις

Αυτό το κείμενο είναι μια διευρυμένη και αναθεωρημένη εκδοχή άρθρου μου με τίτλο «Είναι επιυχία η επιστροφή στις αγορές;», που δημοσιεύτηκε στις 27 Ιουλίου 2017 στην Εφημερίδα των Συντακτών.

1. Ο Αντώνης Σαμαράς πρώην πρόεδρος του δεξιού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ), ήταν πρωθυπουργός της Ελλάδας από τον Ιούνιο 2012 μέχρι τον Δεκέμβριο 2014, αρχικά επικεφαλής κυβέρνησης συνεργασίας της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και της Δημοκρατικής Αριστεράς (ΔΗΜΑΡ) και στη συνέχεια των δύο πρώτων κομμάτων, από τον Ιούνιο 2013, όταν η ΔΗΜΑΡ αποχώρησε από την κυβέρνηση μετά το κλείσιμο της εθνικού τηλεοπτικού δικτύου (ΕΡΤ). Μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, παραιτήθηκε από επικεφαλής της ΝΔ και έκτοτε είναι βουλευτής αυτού του κόμματος.

2. Ο Γιάννης Στουρνάρας ήταν υπουργός οικονομικών της προαναφερθείσας τρικομματικής κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά μέχρι τον Ιούνιο 2014, όταν παραιτήθηκε και διορίστηκε Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (της ελληνικής Κεντρικής Τράπεζας), θέση την οποία κατέχει μέχρι σήμερα.

3. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος είναι υπουργός οικονομικών της παρούσας κυβέρνησης, θέση που κατέχει από την 6η Ιουλίου 2015 αφότου παραιτήθκε ο Γιάνης Βαρουφάκης μετά το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος της 4ης Ιουλίου. Προηγουμένως ήταν αναπληρωτής υπουργός εξωτερικών στην πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα και επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας από τον Απρίλιο 2015.

4. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τους κανόνες της ευρωζώνης, αμέσως μετά το ευχάριστο γεγονός της εξόδου από το πρόγραμμα προσαρμογής, η Ελλάδα θα τεθεί σε καθεστώς «αυξημένης επιτήρησης» μέχρι την αποπληρωμή του 75% του χρέους της.

5. Για μια εις βάθος ανάλυση της οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ, μπορείτε να διαβάσετε το ePaper του Χρηστάκη Γεωργίου (Christakis Georgiou) με τίτλο “Economic Governance in the EU after the Eurozone Crisis”, στην ιστοσελίδα του transform! europe.

6. Ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν πρωθυπουργός της Ελλάδας από τον Νοέμβριο 2009 έως το Νοέμβριο 2011 και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ από το 2004 έως τον Μάρτιο 2012. Από το 2015, είναι πρόεδρος του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών (ΚΙΔΗΣΟ). Είναι πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς από το 2008 μέχρι σήμερα.

7. Ο Λουκάς Παπαδήμος, πριν γίνει πρωθυπουργός για έξι μήνες (Νοέμβριος  2011-Μάϊος 2012), ήταν για δέκα χρόνια διοικητής της Τράπεζας  της Ελλάδος (1994-2002) και για οκτώ χρόνια (2002-2010), αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τον Μάϊο 2017, υπήρξε θύμα τρομοκρατικής επίθεσης με επιστολή-βόμβα, από την οποία ευτυχώς επέζησε με τραύματα στο πόδι, το στομάχι και το στήθος.

8. Συνήθως, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν εξαντλούν τη θητεία τους και δεν είναι απίθανο οι εκλογές να γίνουν εντός του 2018, δηλαδή το παρόν κοινοβούλιο θα έχει προνομοθετήσει μέτρα λιτότητας δύο έτη μετά το τέλος της δικής του θητείας.

9. Σε εκτεταμένη συνέντευξη που έδωσε στην Εφημερίδα των Συντακτών, στις 25 Ιανουαρίου 2017, ο Αλέξης Τσίπρας ήταν σταθερός στην άρνησή του να δεχθεί τον εκβιασμό: «Έχουμε δηλώσει ρητά ότι δεν υπάρχει περίπτωση να νομοθετήσουμε έστω και ένα ευρώ επιπλέον μέτρα από αυτά που προβλέπονται στη συμφωνία, πολύ περισσότερο για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος».

10. Στην επιστολή που έστειλε ο υπουργός οικονομικών στο Γιούρογκρουπ πριν από τη συνεδρίασή του στις 9 Μαϊου 2016, διαβάζουμε τα εξής «…Δεν υπάρχει συνταγματικός τρόπος να ψηφιστούν έκτακτα μέτρα και σε συζητήσεις που είχα με συναδέλφους πληροφορήθηκα ότι το ίδιο ισχύει και σε άλλα κράτη μέλη…[Α]υτό το πακέτο (μέτρων) δεν μπορεί να εφαρμοστεί από την παρούσα κυβέρνηση συνεργασίας, ούτε από οποιαδήποτε άλλη δημοκρατική κυβέρνηση που μπορώ να φανταστώ». Στη συνέντευξη που μου έδωσε τον Δεκέμβριο 2016 και περιέχεται στην Επετηρίδα 2017 του transform! , ο Τσακαλώτος ήταν σαφέστατος: «…[Δ]εν θα νομοθετήσομε νέα αντικοινωνικά μέτρα που θα εφαρμοστούν την περίοδο μετά το τέλος του μνημονίου, δηλαδή για το 2019 και μετά. Αν δεν τα καταφέρουμε είναι σίγουρο ότι η κυβέρνηση θα πέσει».

11. Τα περισσότερα επιχειρήματα κατά της υπογραφής της συμφωνίας για το για την τρίτη αξιολόγηση, περιλαμβάνονται στο άρθρό μου «Όχι στην υποχώρηση στους δανειστές. Επιστροφή στις ρίζες», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εποχή», η οποία υποστηρίζει την τάση 53+.