26 χρόνια απαρτχάιντ και εθνοτικών διακρίσεων

Με την ανακήρυξη ανεξαρτησίας της Εσθονίας το 1991, η πολιτική ελίτ της χώρας ανέλαβε δράση προκειμένου να εμποδίσει τη ρωσική εθνική μειονότητα να κυβερνήσει την Εσθονία, στερώντας τους Ρώσους από τα πολιτικά και αστικά δικαιώματα. Η εσθονική αριστερά χρειάζεται τη στήριξη της ευρωπαϊκής στον αγώνα που δίνει για ισότητα και τ ανθρώπινα δικαιώματα.

Τα εθνικιστικά κόμματα που πήραν τον έλεγχο του κράτους, πέρασαν ένα νόμο για την ιθαγένεια που ουσιαστικά στερεί τους Ρώσους (σε αντίθεση με τους Εσθονούς) από το άνευ όρων δικαίωμα στην ιθαγένεια. Αυτό, με τη σειρά του, περιορίζει τη δυνατότητα υπαγωγής τους σε θεμελιώδεις νόμους. Επί δεκαετίες, η ρωσική εθνική μειονότητα δεν ήταν σε θέση να ασκεί την παραμικρή επιρροή στους νόμους που ψηφίζονταν ή να υπερασπίζεται τα συμφέροντά της σε νομικό ή πολιτικό επίπεδο. Όλη αυτή την περίοδο, μια μερίδα του πληθυσμού υπέστη μια μοναδική και άνευ προηγουμένου στέρηση των αστικών και πολιτικών της δικαιωμάτων. Αποτελούσε το 32% του πληθυσμού της χώρας (περίπου 500.000 άνθρωποι εκείνη την εποχή, κυρίως Ρώσοι).

Η ρωσική γλώσσα καταργήθηκε ως επίσημη γλώσσα του κράτους χωρίς να της αποδοθεί κανένα άλλο καθεστώς, παρότι το ένα τρίτο του πληθυσμού τη θεωρούσε μητρική του γλώσσα. Η διατήρηση του εσθονικού έθνους (ακόμη και εις βάρος των υπολοίπων που ζουν στη χώρα) εγγράφηκε στο Σύνταγμα ως ένας από τους κυριότερους στόχους του κράτους. Αυτό αποτέλεσε τη δικαιική βάση για την ονομαζόμενη εθνοτική υπεροχή των Εσθονών εις βάρος των υπολοίπων που ζουν στη χώρα (κυρίως Ρώσων). 

Στις αρχές του 21ου αιώνα, πάρθηκε ένα σύνολο πολιτικών αποφάσεων, προκειμένου η εσθονική γλώσσα να εισαχθεί σταδιακά στα ρωσικά σχολεία. Η ρωσική εθνική μειονότητα θεώρησε την πολιτική αυτή, επίθεση στα συνταγματικά της δικαιώματα η οποία παρέβλεπε το δικαίωμα των γονιών να επιλέγουν τη γλώσσα εκπαίδευσης των παιδιών τους και, ακόμη πιο σημαντικό, παρέβλεπε το στοιχειώδες δικαίωμα των παιδιών να διατηρούν την εθνική τους ταυτότητα. Δεν έγινε κανένας διάλογος με τους εκπροσώπους της ρωσικής μειονότητας επί ενός θέματος το οποίο είναι ζωτικής σημασίας γι’ αυτήν. Οι προσφυγές υπέρ της διατήρησης ορισμένων ρωσικών γυμνασίων, σύμφωνα με το δίκαιο (έχουν ήδη γίνει τέσσερις), δεν έχουν ακόμη λάβει καμιά στήριξη από την κυβέρνηση.

Από τότε που η Εσθονία κυβερνάται κυρίως από δεξιά και εθνικιστικά δεξιά κόμματα, η γλώσσα του εθνοτικού μίσους, της έλλειψης ανοχής και της εθνοτικής υπεροχής επιβάλλεται στη ρωσική μειονότητα. Οι Ρώσοι δεν θεωρούνται δικαιούχοι να κυβερνήσουν τη χώρα, αλλά αντιμετωπίζονται ως ξένοι που πρέπει να εκτελούν τις εντολές και απαιτήσεις του κρατικού μηχανισμού. Αυτή η κατάσταση οφείλεται στο γεγονός ότι περίπου δύο στους τρεις Ρώσους (δηλαδή, περίπου 20% του πληθυσμού) δεν έχουν ακόμη την εσθονική ιθαγένεια και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να συμμετέχουν στις βουλευτικές εκλογές. Ορισμένοι από αυτούς εξαναγκάστηκαν να πάρουν τη ρωσική ιθαγένεια, λόγω της υψηλής ζήτησης της εσθονικής. Ένα σημαντικό ποσοστό Ρώσων (περί το 6% του συνολικού πληθυσμού σήμερα) είναι χωρίς ιθαγένεια, δηλαδή έχουν διαβατήριο.

Ένα περίεργο απαρχάιντ έχει ισχύσει στη χώρα, με ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού να στερείται των αστικών και πολιτικών του δικαιωμάτων σε εθνοτικά ζητήματα. Ακόμη και οι Ρώσοι που έχουν αποκτήσει ιθαγένεια έχουν πολύ λίγες πιθανότητες να βρουν μια καλά αμοιβόμενη θέση εργασίας. Για παράδειγμα, οι Ρώσοι εθνοτικοί αποτελούν περίπου το 3% των αξιωματούχων. Το επίπεδο φτώχιας και ανεργίας είναι αισθητά υψηλότερο στους Ρώσους σε σχέση με τους Εσθονούς (ειδικά την περίοδο της οικονομικής ύφεσης). Παρόμοιο εθνοκρατικό καθεστώς ισχύει και στη Λετονία.      

Είναι αφελές να πιστεύουμε ότι η Εσθονία μπορεί να λύσει αυτά τα προβλήματα σύντομα, εφόσον δεν το έκανε στα 26 χρόνια της ανεξαρτησίας της. Η πραγματικότητα είναι ότι, χωρίς εξωτερική πίεση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και όλη τη διεθνή κοινότητα, τα πιο πάνω προβλήματα δεν μπορούν να επιλυθούν. Το κόμμα μας (Ενωμένο Αριστερό Εσθονικό Κόμμα) δίνει ιδιαίτερη σημασία σε αυτό το ζήτημα. Αγωνιζόμαστε για το σεβασμό των αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων, την ισότητα σε αυτό το πεδίο και την καταπολέμηση της ξενοφοβίας στη χώρα μας. Ελπίζουμε να λάβουμε στήριξη από όλο το αριστερό κίνημα και ειδικά από το κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (της οποίας είμαστε μέλος) στον αγώνα που δίνουμε για την ισότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα.  

 

Μετάφραση από τα αγγλικά: Καλλιόπη Αλεξοπούλου